Η NEW STAR παρουσιάζει σε Α’ Προβολή από 5 Μαΐου 2016 στους κινηματογράφους την ταινία του Δημήτρη Πούλου, «Ο Προφήτης».

Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός στρατιώτη που σε καιρό πολέμου καταφτάνει σε ένα εγκαταλελειμμένο μοναστήρι αναζητώντας τον πατέρα του. Κατά την διάρκεια της παραμονής του εκεί, διαπιστώνει πως οι επισκέπτες που κατοικούν τον χώρο, πασιφιστές που αρνούνται να πολεμήσουν ο καθένας για τους δικούς του λόγους, μπορεί και να γνωρίζουν κάτι γι’αυτον.

Έμπνευση για την ταινία στάθηκε το βιβλίο του Δ. Δημόπουλου «Στο Άδυτο των Ελληνικών Μαντείων» το οποίο ασχολείται με το-υποτιμημένο-φαινόμενο των ελληνικών μαντείων.

Συντελεστές

Σενάριο/Σκηνοθεσία: Δημήτρης Πούλος

Πρωταγωνιστούν: Μενάλαος Χαζαράκης, Steven J. Christofer, Γιώργος Χρανιώτης, Δήμητρα Κούζα, Γιώργος Παπαστυλιανός, Nathan Thomas

Μουσική: Κώστας Κατωμέρης

5 πράγματα που δεν γνωρίζαμε για τον “Προφήτη”

– Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Πούλος (ο οποίος είναι και ο σεναριογράφος της ταινίας) χρειάστηκε οκτώ χρόνια για να ολοκληρώσει το σενάριο και δώσει στον…εαυτό του το οκ για το γύρισμα. Η βασική επιρροή ήταν το βιβλίο “Στο ‘Αδυτο των Ελληνικών Μαντείων” του Δημήτρη Δημόπουλου αλλα κατα την διάρκεια της συγγραφής του σεναρίου είχε δίπλα του και την “Ασκητική” του Καζαντζάκη και τον “Προφήτη” του Χαλίλ Γκιμπράν.

– Η διαδικασία του κάστινγκ (απο το Ordino) ολοκληρώθηκε σε…τρείς μέρες, με άκρα μυστικότητα και με τον ιδιόμορφο τρόπο εργασίας του σκηνοθέτη, κατά τον οποίον δεν συζητήθηκε τίποτα για την πλοκή της ταινίας ή το είδος της. Οι δε ηθοποιοί που επιλέχθηκαν δεν μπορούσαν να πάρουν το σενάριο μαζί τους παρά μόνο πολύ αργότερα στις πρόβες και σε ειδικό, μη επανεκτυπώσιμο χαρτί.

– Ο “Προφήτης” ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που γυρίστηκε με την εξαιρετική και πλέον ανάρπαστη κάμερα Arri Alexa. Γυρίστηκαν απανωτά τεστ με διάφορες κάμερες και φακούς αλλά τελικά μόνο η Alexa μπορούσε να αποδώσει τα χρώματα και το ύφος της ταινίας έτσι όπως το ήθελαν ο σκηνοθέτης και ο φωτογράφος.

–  Η πλανοθεσία και η ο ρυθμός του μοντάζ σχεδιάστηκαν έτσι ώστε πάντα να ακολουθούν την ψυχοσύνθεση και την πορεία του πρωταγωνιστή. Ακόμα και η επιλογή χειροκίνητης κάμερας έγινε δύο φορές στην ταινία και αυτές με διαφοροποιήσεις μεταξύ τους.

– Το τρέιλερ έχει σχεδιαστεί και μονταριστεί από γνωστή εταιρεία που ειδικεύεται στην κοπή τρέιλερ και που εδρεύει στη Νέα Υόρκη. 

Μετά από 3 μικρού μήκους ταινίες -βραβευμένες όλες σε διεθνή φεστιβάλ-και τελειώνοντας τις σπουδές κινηματογράφου στη Νέα Υόρκη έψαχνα την ιστορία για μια μεγάλου μήκους ταινία. Είχα ήδη γράψει ένα σενάριο αλλά ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο για πρώτη ταινία (θα είναι όμως η δεύτερη ταινία μου)

 

Η σπίθα για τον “Προφήτη” ήταν το εξαιρετικό βιβλίο του Δημ. Δημόπουλου “Στο άδυτο των ελληνικών μαντείων” το οποίο αποτελεί την καλύτερη κ πιο ειλικρινή εισαγωγή στο (υποτιμημένο) φαινόμενο των ελληνικών μαντείων. Άρχισα να ονειρεύομαι μια ταινία για το τι θα γινόταν αν λειτουργούσε σήμερα ένα μαντείο, αν υπήρχε μια σύγχρονη Πυθία. Ταυτόχρονα επισκεπτόμουν διάφορες τοποθεσίες και μια από αυτές ήταν κ η Μονή Αυγου  στο νομό Αργολίδας. Εντυπωσιάστηκα από την υποβλητικότητα του χώρου και άρχισα να γραφώ το σενάριο.

 

“Ο Προφήτης” είναι η ιστορία ενός στρατιώτη που εν καιρώ πολέμου καταφτάνει σ’ ένα μοναστήρι αναζητώντας τον πατέρα του. Ωστόσο κατά την παραμονή του εκεί υποψιάζεται πως αυτοί που κατοικούν στο μοναστήρι μπορεί και να του κρύβουν κάτι… Η ιστορία δεν τοποθετείται χρονικά, είναι ένα αμφίσημο παρόν. (Όπως άλλωστε αμφίσημοι ήταν κ οι χρησμοί των μαντείων.)

 

Στον πυρήνα αυτής της ταινίας είναι η αναζήτηση του στρατιώτη, τον οποίο υποδύεται ο Γιώργος Χρανιώτης. Στο μοναστήρι δεν κατοικούν μοναχοί αλλά πασιφιστές που για ιδεολογικούς κυρίως λογούς δεν θέλουν να πολεμήσουν. Καθώς όμως ξετυλίγεται το νήμα της πλοκής, διαπιστώνουμε ότι ο πόλεμος που εκτυλίσσεται (και έχει παγκόσμιες προεκτάσεις) αφορά και το ίδιο το κοινό. 

 

“Ο Προφήτης” είναι μια επική λέξη που έρχεται από τα βάθη των αιώνων. Πάντοτε ο κόσμος χρειαζόταν τους προφήτες, όπως άλλωστε και τα μαντεία.  Τελευταία όμως αυτός ο ρόλος έχει αλλάξει σε σημείο που να αναρωτιέται κάνεις αν χρειάζεται πραγματικά κάποιον να του υποδεικνύει μια κατεύθυνση. Μικροί προφήτες είναι οι γονείς μας, οι δάσκαλοι, οι θρησκευτικοί ηγέτες, όλοι όσοι μας διαμορφώνουν. Οι μεγάλοι προφήτες όμως απουσιάζουν. Ίσως και να μην χρειάζονται πια. Ίσως πρέπει να (ξανά)γίνουμε οι προφήτες του εαυτού μας.

 

Τους ηθοποιούς τους επέλεξα μέσα σε τρεις μέρες. Ήταν το πιο εύκολο κάστινγκ που έχω κάνει ποτέ γιατί ήξερα ακριβώς τι ήθελα και ήμουν τυχερός που το βρήκα. Δουλέψαμε όμως επί μήνες πάνω στην ανάλυση του σεναρίου και σε πρόβες και πιστεύω ότι οι ερμηνείες που θα δει το κοινό θα έχουν κάτι το μοναδικό. Πέρα από τον Γιώργο Χρανιώτη, παίζουν ο Μενέλαος Χαζαράκης, Στέλιος Χριστοφορίδης, Θάνος Τομας, Γιώργος Παπαστυλιανός και η Δήμητρα Κουζα. Ήταν απόλαυση να δουλεύω με αυτό το καστ.

 

Τα γυρίσματα έγιναν στη Μονή Αυγού Αργολίδας αλλά κ στην ευρύτερη περιοχή και διήρκεσαν έξι εβδομάδες. Ήταν πραγματικά πολύ δύσκολα λόγω της δύσβατης τοποθεσίας αλλά όλο το τιμ ήταν εξαιρετικό. Πίστεψαν την ταινία κ το αποτέλεσμα πιστεύω ότι θα τους δικαιώσει.

 

Το δυσκολότερο για μένα ήταν να παραμείνω συγκεντρωμένος στην ουσία του σεναρίου και να υλοποιήσω το σκηνοθετικό μου βλέμμα. Δυστυχώς επωμίστηκα κ τον ρολό του παραγωγού, μαζί με τον φίλο κ σπουδαίο συνάδελφο Σωκράτη Σπανό, χάρη στον οποίο και υλοποιήθηκε η ταινία. Το να είσαι όμως σκηνοθέτης -παραγωγός δεν είναι ασυνήθιστο στην Ελλάδα, οπότε δεν γινόταν διαφορετικά. Η επιδεικτική αδιαφορία των δημόσιων οργανισμών αλλά και του δήμου Ναυπλίου δεν μας απέτρεψε από την υλοποίηση της ταινίας. Άλλωστε, οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι της ευρύτερης περιοχής μας αγκάλιασαν θερμά και τους ευχαριστούμε.

 

Η ταινία πρωτοπορεί για τα ελληνικά δεδομένα όχι μόνο στην θεματολογία της αλλά και τεχνικά, καθώς είμασταν οι πρώτοι που χρησιμοποιήσαμε (σε ελληνική ταινία) την καινούργια HD κάμερα της Arri (Alexa) και το αποτέλεσμα, μαζί με την σπουδαία φωτογραφία του Ραμον Malapetsa και τα σκηνικά και κοστούμια της Κικας Καραμπελα έχουν δημιουργήσει μια πολύ υψηλή αισθητική.

 

Ο ελληνικός κινηματογράφος κάνει σπουδαίες δουλείες τα τελευταία χρονιά κ τόσο τεχνικά όσο και αισθητικά είμαστε σε εξαιρετικό επίπεδο. Σιγουρά οι δυσκολίες είναι πολλές (και χιλιοειπωμένες) αλλά θα πρέπει να θυμηθούμε ότι μέσα από τις κοινωνικές δυσκολίες γεννήθηκαν τα σπουδαιότερα κινηματογραφικά κινήματα-ο ιταλικός νεορεαλισμός, το γαλλικό νέο κύμα κτλ. Ξέρω ότι θα ακούσω πολλά σχόλια γι’ αυτό αλλά πιστεύω πάρα τις αντιξοότητες είναι ευλογιά να είσαι σκηνοθέτης σήμερα στην Ελλάδα. Υπάρχουν τόσα πολλά για τα οποία μπορείς να μιλήσεις…

 

Η ιδέα για μια ταινία ξεκινάει αμήχανα: μια έκλαμψη, σπινθηροβόλε στιγμές μέθεξης που τις διαδέχεται η…σύνεση της επόμενης ημέρας. Ότι άλλωστε δημιουργείται το βράδυ, κάτω απ΄το φώς του ήλιου αποκτάει άλλο χαρακτήρα. Εκεί ακριβώς όμως ξεκινάει και το αληθινό παιχνίδι της δημιουργίας, η εσωτερική αναζήτηση και σύζευξη πολλών παραγόντων όπως γνώση, εμπειρία, φαντασία. Εκεί θα πρέπει ο δημιουργός να χαρεί, να αμφισβητήσει, να αναμετρηθεί με τον εαυτό του. Κι αν ακούγεται κάπως αυστηρή αυτή η μεθοδολογία, είναι γιατί όντως είναι. Ποιός είπε πως η δημιουργία είναι μερικές στιγμές έμπνευσης και όχι σκληρή δουλειά;

 

Ο «Προφήτης» ήταν ακριβώς αυτό: Μερικές στιγμές έμπνευσης (όσες και οι οι γουλιές απο ένα δροσερό ποτήρι λευκό κρασί) που τις ακολούθησαν ατελείωτες ώρες εργασίας και συνεχούς αμφισβήτησης. Καλύτερα άλλωστε να κάνεις εσυ τις δύσκολες-δραματουργικά-ερωτήσεις στον εαυτό σου παρά το κοινό όταν δει την ταινία. Θα έχεις πετύχει άλλωστε όταν το κοινό κάνει τις σωστές ερωτήσεις, εκείνες που εσύ έχεις επιλέξει να κάνει. Στον «Προφήτη» είχα να αντιμετωπίσω τρία επίπεδα «κατασκευής»: Το αφηγηματικό νήμα, την θεματολογία και μια υποδόρια αίσθηση ατμόσφαιρας. Το πρώτο, το λεγόμενο «στόρι» είναι εξόχως απαραίτητο για την ακολουθία και συνοχή του υπόλοιπου εγχειρήματος και η αλήθεια είναι πως με παίδεψε αρκετά μέχρι να φτάσει στο σημείο που ήθελα. Κατα κύριο λόγο σε αυτό κρίνεται ενας αφηγητής, αυτή είναι η πρώτη αίσθηση που αποκομίζει κάποιος ακούγοντας ή βλέποντας οπτικοποιημένη μια ιστορία.  Κάποιοι μένουν μόνο σε αυτό. Κανένα πρόβλημα.

 

Το δεύτερο επίπεδο είναι αυτό όμως που εκκινεί το παιχνίδι του δημιουργού με τον μυημένο δέκτη: η θεματολογία. Συνειδητά ή οχι, οι έμμονες πρέπει να αποκτήσουν μια συνοχή, να αλληλοσυμπληρώνονται και να βγαίνουν στην επιφάνεια  με τρόπο αρμονικό για να μπορέσουν να κριθούν για την αποτελεσματικότητά τους και το βάθος τους πιο σωστά. Και κάπου εκεί υπεισέρχεται και το τρίτο επίπεδο, η δημιουργία μιας ατμόσφαιρας (η φόρμα όπως λέγεται στην τέχνη) η οποία θα πρέπει να συνάδει και να χρησιμοποιεί το μέσο ώστε, άλλοτε αυτόνομα και άλλοτε σε συνάρτηση, να εκφράζει τις βαθύτερες σκέψεις του δημιουργού.  Ενίοτε, αυτό το επίπεδο αποτελεί και τον κύριο λόγο ύπαρξης του έργου απ΄την οπτική του δημιουργού, σε σημείο που τα προηγούμενα επίπεδα κάποιες φορές να είναι τα αναγκαστικά στάδια για να φτάσει εδώ.  Γελάω όταν ακούω στο σινεμά για αγαπημένες μου ταινίες «Ήταν πολύ αργό αυτό» ή «¨Ηταν πολύ γρήγορο» (αν και για το τελευταίο δυστυχώς ακούμε όλο και λιγότερα παράπονα…) Το ζητούμενο δεν είναι η ταχύτητα όπως την έχουμε συνηθίσει και όπως ίσως την απαιτούμε μπαίνοντας σε μια προβολή, «κουβαλώντας» ίσως και τις ταχύτητες μιας εξουθενωτικής καθημερινότητας, αλλά η συνέπεια με την οποία αυτη εφαρμόζεται ώστε να αναδείξει τα δύο πρώτα επίπεδα αλλά και για να κάνει και το δικό της «παιχνίδι».

 

Είναι ένα ψεύτικο δηλαδή παραπέτασμα τα δύο πρώτα επίπεδα; Όχι. Ίσως, όμως, όπως λέγεται στην ταινία, «Όλα είναι ψεύτικα εδώ πάνω…» Πρέπει να περάσει κανείς απ’το ψέμα πρώτα για να βρεί την αλήθεια.

 

«Στα ψέματα είναι» δεν μας καθησύχαζαν οι γονείς μας όταν βλέπαμε μια ταινία που μας φόβιζε όταν ήμασταν μικροί;

 

Ελπίζουμε τα «ψέματα» μας να αποδειχθούν αληθινά. Η πρώτη επαφή της ταινίας με το κοινό είναι κάτι πολύ περισσότερο απο ενθαρρυντική.

Δημήτρης Πούλος

Δημιουργός του «Προφήτη»

Σημειώσεις του σκηνοθέτη:

Ξεκινώντας τα γυρίσματα του  “Προφήτη,” δεν είχα αντιληφθεί επακριβώς το μέγεθος της ευθύνης και της φιλοδοξίας του εγχειρήματός μου: η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία είναι ουσιαστικά η αρχή για έναν σκηνοθέτη, το σημείο όπου ξεχωρίζουν οι άντρες από τα παιδιά, τίποτα πρίν από αυτό δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό αλλά ούτε και να σε προετοιμάσει για αυτό. Η πίστη όμως στο όραμα μου, στο σενάριο και στις ικανότητές μου, χωρίς ποτέ αυτή η πίστη να γίνει αλαζονεία και σεβόμενος πάντα τους θεούς του κινηματογράφου-τους μόνους θεούς στους οποίους τελικά πιστεύω-με οδηγούσαν ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές. Για μένα ένας σκηνοθέτης πρέπει να έχει κάτι να πεί πρίν αποχτήσει το δικαίωμα να πεί “μοτέρ”. Αλλιώς, να μην μπεί καν στον κόπο. Και εγώ είχα πολλά να πω.

 

Θέλω να ευχαριστήσω τους συνεργάτες μου που μοιράστηκαν και πίστεψαν σε αυτό μου το εγχείρημα, σε μια δύσκολη ταινία από κάθε άποψη. Από το συνεργείο, τους ηθοποιούς που ταλαιπώρησα επι μήνες, μέχρι τους εκλεκτούς συνεργάτες-φίλους μου πια-που σε καίριες στιγμές απέδειξαν έμπρακτα την αγάπη τους για μένα και την ταινία. Αυτές οι φιλίες είναι το σημαντικότερο όφελος που είχα από αυτό το ταξίδι. Είμαι βέβαιος πως το τελικό αποτέλεσμα θα δικαιώσει τις προσδοκίες τους.

 

Θέλω να ευχαριστήσω και εκείνους που μου έκαναν τη ζωή δύσκολη σε αυτή την πορεία γιατί από αυτούς έμαθα τα περισσότερα και μου έδωσαν πολύτιμα μαθήματα για το μέλλον.

 

Γιατί, ότι και γίνει, δεν σταματάμε εδώ.

 

Ο “Προφήτης” είναι η ιστορία ενός στρατιώτη που αναζητεί τον πατέρα του κατά την διάρκεια του πιο αιματηρού πολέμου που έχει υπάρξει ποτέ. Το αν τον βρίσκει και πώς, το αφήνω πια σε εσάς να ανακαλύψετε. Κυοφόρησα αυτό το “παιδί”, το πρώτο μου παιδί, όσο καλύτερα μπορούσα. Ξενύχτησα γι’αυτό, πόνεσα γι΄αυτό, αναζήτησα λύσεις μέσα από