Η Φανή Αντωνέλου, μια από τις ανερχόμενες ελληνίδες σοπράνο που διαπρέπουν στο εξωτερικό, και ο πιανίστας και τσεμπαλίστας Γεράσιμος Χοϊδάς, ένας σολίστ εξειδικευμένος στις ιστορικά τεκμηριωμένες ερμηνείες, παρουσιάζουν την Τετάρτη 13 Απριλίου στις 8:30 το βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το ρεσιτάλ «Liederabend – Ποίηση σε μουσική» με τραγούδια και έργα για τσέμπαλο, πιανοφόρτε και πιάνο από την εποχή του Μπαρόκ έως τον Ρομαντισμό.

Η εμφάνισή τους στο Μέγαρο εντάσσεται στον Κύκλο Lied: Φωνή και πιάνο. Για την καλύτερη κατανόηση του ποιητικού κειμένου των τραγουδιών έχει προβλεφθεί προβολή ελληνικών υπερτίτλων. Πριν από το μουσικό μέρος, θα υπάρξει σύντομος σχολιασμός του προγράμματος από τον Τίτο Γουβέλη.

Ποίηση σε μουσική με όργανα εποχής

Το πρόγραμμα της βραδιάς περιλαμβάνει τέσσερις ενότητες με έργα για φωνή και πληκτροφόρο καθώς και σόλο πληκτροφόρο. Σε κάθε μέρος, τέσσερα ιστορικά μουσικά όργανα μας φέρνουν πιο κοντά στον αυθεντικό ήχο κάθε εποχής, από το Μπαρόκ έως τον Ρομαντισμό. Πρόκειται για  ένα τσέμπαλο, δύο φορτεπιάνα (Neupert / Dulcken 1795 & Stodart 1820) και ένα πιάνο Pleyel (περ. 1870).

Σκοπός της Φανής Αντωνέλου και του Γεράσιμου Χοϊδά, καλλιτεχνών γνωστών για την πολύπλευρη ενασχόλησή τους με την ιστορικά ενήμερη ερμηνεία και τα όργανα εποχής, είναι να δημιουργήσουν το «ηχητικό ιδεώδες» για τον κάθε συνθέτη. Όπως αναφέρει ο Γ. Χοϊδάς στο σημείωμά του για το πρόγραμμα της βραδιάς: «Ερμηνεύοντας το κάθε τραγούδι με το όργανο της εποχής του, βρισκόμαστε συνεχώς μπροστά σε ευχάριστες εκπλήξεις: δεν είναι μόνο η ισορροπία που γίνεται αυτονόητη, αλλά η φωνή και η συνοδεία […] αποκαλύπτουν όλες τις αποχρώσεις της μουσικής και του λόγου σε ένα αρμονικό ηχητικό δέσιμο που συναρπάζει […]».

Το τσέμπαλο στην εποχή του Μπαρόκ, αλλά και αργότερα, ήταν το κύριο πληκτροφόρο μουσικής δωματίου. Με τη συνοδεία του θα απολαύσουμε τραγούδια του Πέρσελ, του Εκλς και του Μότσαρτ.

Στα μέσα του 18ου αιώνα, ένα νέο τσέμπαλο με σφυριά (φορτεπιάνο) κέντρισε το ενδιαφέρον των συνθετών. Έπρεπε όμως να περιμένουν έως τα τέλη του αιώνα για να τελειοποιηθεί μηχανικά, ώστε να το αξιοποιήσουν. Το 1795 ο Ντούλκεν [Dulcken] κατασκεύασε ένα πληκτροφόρο, αντίγραφο του οποίου θα ακούσουμε σε έργα Χάυντν, Μότσαρτ, Ράιχαρντ και Τσέλτερ.

Η μετάβαση στον 19ο αιώνα θα γίνει μέσω ενός αυθεντικού Stodart του 1820, ιδανικού πληκτροφόρου για την ερμηνεία των γεμάτων πάθος και λυρισμό συνθέσεων του  Μπετόβεν και του Σούμπερτ, στις οποίες η μουσική συνοδεία ισορροπεί απόλυτα με τη φωνή.

Η επικράτηση του Ρομαντισμού στην ποίηση και τη μουσική ήθελε τον ήχο του πιάνου περισσότερο «απόκοσμο», ταιριαστό δηλαδή στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του ρομαντικού λιντ. Το πιάνο Pleyel του 1870 είναι από τα καταλληλότερα για την ερμηνεία της μουσικής των Μπραμς και Βάγκνερ, με την οποία θα ολοκληρωθεί το πρόγραμμα της βραδιάς.

Η Φανή Αντωνέλου είναι μια νεαρή υψίφωνος, οι ερμηνείες της οποίας συνδυάζουν την κομψότητα και την αισθαντικότητα. Το 2014 τιμήθηκε από την Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών (κατηγορία «Νέος ή πρωτοεμφανιζόμενος καλλιτέχνης) για τη συμμετοχή της στον Μεσσία του Χαίντελ με την Καμεράτα υπό τον Μάρκελλο Χρυσικόπουλο στο ΜΜΑ. Με διεθνείς διακρίσεις στις καλλιτεχνικές της αποσκευές –Grand Prix Maria Callas (κατηγορία ορατόριο-λιντ, 2005), πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό «Frankfurter Mendelssohn Preis» (2008, 2009)–, η σοπράνο με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα έχει ήδη στο ενεργητικό της μια βραβευμένη ηχογράφηση με το σύνολο MusicAeterna υπό τον Θεόδωρο Κουρεντζή για τη Sony Classical, τους Γάμους του Φίγκαρο του Μότσαρτ, όπου τραγούδησε τον ρόλο της Σουζάννας, δίσκος που απέσπασε το βραβείο Echo-Klassik 2014 στην κατηγορία «Όπερα 17ου-18ου αι.». Πλαισιωμένη και πάλι από την ορχήστρα MusicAeterna, ερμήνευσε επίσης Σουζάννα και Τζερλίνα (Ντον Τζοβάννι) στην Όπερα του Περμ (Ρωσία).

Έχει πραγματοποιήσει εμφανίσεις σε μεγάλα θέατρα, συμφωνικά κέντρα και φεστιβάλ της Ευρώπης: Κρατική Όπερα της Στουτγάρδης, Άλτε Όπερ της Φρανκφούρτης, Θέατρο Ερμιτάζ και Αίθουσα της Φιλαρμονικής της Αγ. Πετρούπολης, Φιλαρμονί του Βερολίνου, Φεστιβάλ Ροσσίνι του Μπαντ Βίλντμπαντ κ.ά. Έχει συνεργαστεί με κορυφαίους μαέστρους και σολίστ, όπως οι Ρίλλινγκ, Φολιάνι, Σάντεϊτζ κ.ά.

Το ρεπερτόριό της εκτείνεται από τον Μεσαίωνα έως σήμερα, με έμφαση στη θρησκευτική και την παλαιά μουσική (Αναγέννηση, Μπαρόκ). Έχει συνεργαστεί, μεταξύ άλλων, με τα σύνολα Il Gusto barocco, L’Arpa festante, Ensemble Sarband καθώς και με την μπαρόκ ορχήστρα La Banda, τη Χορωδία και Ορχήστρα «Μπαχ» του Μονάχου, το φωνητικό σύνολο Arsys Bourgogne και τη «δική μας» Καμεράτα. Το βιογραφικό της περιλαμβάνει ακόμη συνεργασίες με τα σχήματα Latinitas nostra και Ex silentio.

Μελέτησε τραγούδι, πιάνο και ανώτερα θεωρητικά στα Ωδεία Κόνταλυ και Αthenaeum. Είναι απόφοιτος (λιντ-όπερα) της Ανωτάτης Μουσικής Ακαδημίας της Στουτγάρδης, της Σχολής Όπερας της Στουτγάρδης και του Πανεπιστημίου του Τρόσσινγκεν, όπου εξειδικεύτηκε στην παλαιά μουσική.

Ο Γεράσιμος Χοϊδάς (τσέμπαλο, φορτεπιάνο, πιάνο) αποφοίτησε με πρώτο βραβείο από την τάξη πιάνου της Νίλιαν Πέρεζ-Ιωαννίδου και μελέτησε ανώτερα θεωρητικά με τον Παναγιώτη Αδάμ, από τον οποίο μυήθηκε στην παλαιά μουσική. Σπούδασε τσέμπαλο και μπάσο κοντίνουο στο Βέλγιο και εκκλησιαστικό όργανο στο Lemmensinstituut και τη Βασιλική Μουσική Ακαδημία της Αμβέρσας. Ειδικεύτηκε στην ιστορικά τεκμηριωμένη ερμηνεία σε αυθεντικά όργανα εποχής και ασχολήθηκε με τη μελέτη του κλάβικορντ και του φορτεπιάνο. Το ενδιαφέρον του εστιάζεται στη μουσική για τσέμπαλο του 17ου και 18ου αιώνα, στο πιανιστικό ρεπερτόριο του 18ου και 19ου αιώνα, στη φωνητική μουσική της Αναγέννησης και του Μπαρόκ καθώς και στο λιντ.

Έχει εμφανιστεί με κορυφαία ελληνικά σχήματα (Καμεράτα, ΚΟΑ, ΚΟΘ, Ensemble Memorandum, Concerto Ellenico, Latinitas Nostra, Ex Silentio κ.ά.) και έχει δώσει ρεσιτάλ στο ΜΜΑ, το ΜΜΘ, το Μουσείο Μπενάκη, το Ίδρυμα Β & Μ Θεοχαράκη, την Αίθουσα του Φ.Σ. «Παρνασσός», το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ Ρεθύμνου κ.ά.). Διευθύνοντας τη χορωδία παλαιάς μουσικής Corpus Minor και το σύνολο δωματίου Baroque Project Orchestra εξερευνά γνωστό και λιγότερο γνωστό ρεπερτόριο της παλαιάς μουσικής.

Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ποιότητα των μουσικών οργάνων που χρησιμοποιεί, καθώς πιστεύει πως μόνον όργανα πολύ υψηλού επιπέδου μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα στην ερμηνεία της μουσικής αλλά και να ανταποκριθούν στις επιταγές του ερμηνευτή. Διαθέτει συλλογή σπάνιων ιστορικών πληκτροφόρων αλλά και αντιγράφων που χρησιμοποιεί σε κοντσέρτα ανάλογα με τις ανάγκες του εκάστοτε προγράμματος.

Διδάσκει πιάνο και τσέμπαλο και είναι κορεπετίτορας της τάξης μπαρόκ τραγουδιού στα Ωδεία Κόνταλυ και Αθηνών και στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης. Προσκαλείται τακτικά σε σεμινάρια και αρθρογραφεί σε έντυπα και στο διαδίκτυο.