Η New Star παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 31 Μαρτίου 2016, το αριστούργημα των Γουόλτερ Χαϊνόφσκι και Τζέραρντ Σόιμαν με τίτλο «Το Λευκό Πραξικόπημα» («El Golpe blanco – Der weiße Putsch»).

Υπόθεση:

Το θέμα του ντοκιμαντέρ είναι το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοσέτ εναντίον του προέδρου της Χιλής, Σαλβαδόρ Αλιέντε τον Σεπτέμβριο του 1973. Μέσα από το ‘Λευκό Πραξικόπημα’ αποκαλύπτεται ο ρόλος της C.I.A. καθώς και τα εκατομμύρια δολάρια με τα οποία χρηματοδότησαν τους προβοκάτορες που οδήγησαν την χώρα της Χιλής σε αναστάτωση.

Σκηνοθεσία: Γουόλτερ Χαϊνόφσκι – Τζέραρντ Σόιμαν

Σενάριο: Γουόλτερ Χαϊνόφσκι – Τζέραρντ Σόιμαν

Μουσική: Βισνέφσκι, Ράντκε

Αφήγηση: Τζέραρντ Σόιμαν

Διεύθυνση Παραγωγής: Ματίας Ρέμερτ

Παραγωγή: Γουόλτερ Χαϊνόφσκι – Τζέραρντ Σόιμαν

Χώρα: Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας

Ντοκιμαντέρ, 1975, 70’

Λίγα λόγια για την ταινία:

Το ντουέτο των γερμανών σκηνοθετών Χαϊνόφσκι και Σόιμαν εφάρμοσε ιδιαίτερες μεθόδους έρευνας για να ολοκληρώσει αυτήν την ταινία, που αγγίζουν τα όρια του κινηματογραφιστή-αντάρτη-ντετέκτιβ-ηθοποιού, αφού ένα μεγάλο μέ¬ρος του υλικού έχει κινηματογραφηθεί είτε κρυφά, είτε ξεγελώντας τις χουντικές αρχές για την ιδιότητα ή τα ιδεολογικά πιστεύω των σκηνοθετών

Δεν ακολουθούν ένα στείρο διδακτισμό αλλά προσπαθούν να αναπτύξουν όσο γίνεται πιο διαλεκτικά τα επιχειρήματά του, μέσα από το πλούσιο υλικό που έχει στη διάθεσή του και την αντιπαράθεση του ιστορικού παρελθόντος της Χιλής με τις μέρες της κυβέρνησης Αλιέντε κι εκείνες που θ’ ακολουθήσουν το πραξικόπημα της χούντας.

«Στην αρχή του 1973, λέει ο Χαϊνόφσκι σε μια συνέντευξή του, αποφασίσαμε να επεξεργασθούμε αυτό που συνέβαινε στη Χιλή στον τρίτο χρόνο της κυβέρνησης Αλιέντε. Προσπαθούμε πάντα να πλησιάσουμε τα μεγάλα θέματα της εποχής μας σαν κομουνιστές κινηματογραφιστές. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πλησιάσουμε την πραγματικότητα μέσα σε όλη της την περιπλοκότητα, ότι δεν πρέπει να ασχολούμαστε μόνο με τον φίλο, αλλά και με τον εχθρό, τον ταξικό εχθρό. Και γιατί λοιπόν η Χιλή; Γιατί εκείνο τον καιρό υπήρχε διαδεδομένη μια απατηλή εικόνα για τη χώρα, που δεν έδειχνε τις αντίθετες δυνάμεις που δούλευαν για την ανατροπή της δημοκρατίας. Ακολουθώντας τη δίκιά μας γραμμή, θελήσαμε να βάλουμε μπροστά στα μάτια των συντρόφων μας αυτές τις δυνάμεις που έμελλαν στις 11 Σεπτέμβρη ν’ αναποδογυρίσουν το ποτήρι με το γάλα.

 

Έτσι γεννήθηκε το ερώτημα: πώς να τις δείξουμε; Πώς να φτάσουμε πλάι στους ανθρώπους αυτούς που αντιπροσωπεύουν τις δυνάμεις της αντίδρασης; Το σημαντικό σ’ αυτή τη περίπτωση πιστεύουμε ότι είναι να εκμεταλλευτεί κανείς μια ιστορική κατάσταση όπου αυτά τα πρόσωπα είναι έτοιμα να εκφραστούν, να αυτοπαρουσιαστούν. Αυτή η ευκαιρία παρουσιάστηκε στη Χιλή το Μάρτη του 1973 κι εμείς πήγαμε εκεί. Στις 4 Μαρτίου έγιναν οι τελευταίες εκλογές. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι ενδιαφέρονταν για τον Αλιέντε, έτσι οι αντιπρόσωποι των αντιδραστικών κομμάτων, οι μούμιες, ήταν αληθινά κατευχαριστημένοι που έπεσαν πάνω σ’ ευρωπαίους που έδειχναν κάποιο ενδιαφέρον για ό,τι έλεγαν. Δεν χρειαζόταν καν να τους πείσουμε να τα ξεράσουν όλα, μιλούσαν καμιά φορά πιο πολύ ακόμη κι απ’ όσο θέλαμε».

Και πραγματικά οι άνθρωποι αυτοί είναι κάτι παραπάνω από γλαφυροί στην ανάλυση των μεθόδων που θ’ ακολουθήσουν για να σαμποτάρουν την πορεία της κυβέρνησης Αλιέντε. Το λευκό πραξικόπημα ερευνά ακριβώς αυτό το θέμα: τις ενορχηστρωμένες μεθόδους της ΣΙΑ και της ντόπιας αντίδρασης για να επιτευχθεί ένα «λευκό πραξικόπημα» με την κινητοποίηση τυχόν δυσαρεστημένων μερίδων του λαού. Εκμεταλλευόμενοι ορισμένα οικονομικά προβλήματα, αλλά και λάθη της κυβέρνησης, οι εγκέφαλοι της αντίδρασης άρχισαν ένα πόλεμο φθοράς με την απεργία των ιδιοκτητών φορτηγών αυτοκινήτων που πάγωσε τις μεταφορές, την τεχνητή έλλειψη τροφίμων, τις ουρές στα καταστήματα ή τις «διαδηλώσεις της κατσαρόλας» (ευπρεπείς νοικοκυρές κατέβαιναν με τα κατσαρολικά τους στους δρόμους και διαδήλωναν κατά της κυβέρνησης). Όταν όμως όλο αυτό το σχέδιο απέτυχε και ο Αλιέντε βγήκε ενισχυμένος στις εκλογές δεν έμεινε παρά η έσχατη λύση: το αιματηρό στρατιωτικό πραξικόπημα.

Οι Βάλτερ Χαϊνόφσκι και Γκεραρντ Σόιμαν αποτελούν ένα αχώριστο ντουέτο γερμανών κινηματογραφιστών πού έφεραν μια νέα αντίληψη στο πολιτικό ντοκιμαντέρ. Η μέθοδός τους στηρίχτηκε στην κατάχρηση της εμπιστοσύνης των πολιτικών αντιπάλων τους και στα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ γύρω από τις κτηνωδίες του ιμπεριαλισμού. Οι ταινίες τους είναι κατά κανόνα υποδείγματα ντοκιμαντέρ, με ιδιαίτερα επεξεργασμένο μοντάζ όπως η τετραλογία τους για τη Χιλή που τους έκανε πλατιά γνωστούς σ ’ όλη την υφήλιο.

Λίγα λόγια για το θέμα του ντοκιμαντέρ:

Τον Σεπτέμβριο του 1973, ενώ ο πληθωρισμός ήταν πλέον ανεξέλεγκτος και η οικονομία επιβαρύνονταν με απεργίες διαρκείας η Χιλή συγκλονίστηκε από το αιματηρό πραξικόπημα του στρατηγού Αουγούστο Πινοσέτ που κατέληξε στη δολοφονία του Αλιέντε, την ανατροπή του σοσιαλιστικού καθεστώτος και την επιβολή δικτατορίας.

Το νέο καθεστώς κατέστειλε με ωμή βία κάθε αντίσταση και είναι ανεξακρίβωτος ο αριθμός των θυμάτων κατά την πρώτη περίοδο της επιβολής του όχι μόνο γιατί αντιστάθηκαν αλλά και γιατί απλά υπήρξαν οπαδοί της Λαϊκής Ένωσης του Αλιέντε. Τον Οκτώβριο του 1973, τουλάχιστον 72 άνθρωποι δολοφονήθηκαν από το λεγόμενο Καραβάνι του Θανάτου.

Τους πρώτους έξι μήνες της κυβέρνησης Πινοσέτ, εκτελέστηκαν τουλάχιστον χίλια άτομα, και ακόμα τουλάχιστον δύο χιλιάδες τα επόμενα δεκαέξι χρόνια, σύμφωνα με την έκθεση Ρέτιγκ. Περίπου 30.000 υποχρεώθηκαν να φύγουν από τη χώρα, ενώ δεκάδες χιλιάδες συνελήφθησαν και βασανίστηκαν, σύμφωνα με τις έρευνες τις επιτροπής Βάλεχ το 2004.

Ένα νέο σύνταγμα εγκρίθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1980 από μία αντικανονική και μη δημοκρατική διαδικασία, που χαρακτηρίστηκε από απουσία εκλογικών καταλόγων, και ο στρατηγός Πινοσέτ έγινε πρόεδρος του κράτους για μία οκταετή θητεία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η κυβέρνηση Πινοσέτ σταδιακά επέτρεψε μεγαλύτερες ελευθερίες συγκεντρώσεων, λόγου, συνεργασιών, περιλαμβάνοντας την ίδρυση εργατικών συνδικάτων και περιορισμένων πολιτικών δράσεων.

Η δεξιά στρατιωτική κυβέρνηση εφάρμοσε πολιτικές της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς. Στα περίπου 17 χρόνια της εξουσίας του Πινοσέτ,  η Χιλή απομακρύνθηκε από τον κρατικό παρεμβατισμό προς μία οικονομία ελεύθερης αγοράς, με αποτέλεσμα την αύξηση των τοπικών και ξένων ιδιωτικών επενδύσεων, αν και η βιομηχανία του χαλκού και άλλες σημαντικές μεταλλοβιομηχανίες και εξορυκτικές δραστηριότητες δεν επέστρεψαν σε ξένη ιδιοκτησία.

ΧΑΪΝΟΦΣΚΙ και  ΣΟΪΜΑΝ

Ο Γουόλτερ Χαϊνόφσκι (1927-) και ο Τζέραρντ Σόιμαν (1930-1989), είναι οι πιο αναγνωρισμένοι και δημιουργικοί  κινηματογραφιστές της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας(Λ.Δ.Γ). Δούλευαν πάντα μαζί δημιουργώντας έναν θρύλο γύρω από τον τρόπο δουλειάς τους: ήταν κινηματογραφιστές-αντάρτες-ντετέκτιβς-δημοσιογράφοι-ερευνητές. Το 1969 δημιούργησαν το Heynowski & Scheumann Στούντιο ( H&S). Στο αποκορύφωμα του ψυχρού πολέμου, ξεχώριζαν για την κριτική τους ματιά απέναντι στον Δυτικό ιμπεριαλισμό και τη γενική επιρροή του καπιταλιστικού συστήματος. Μεγάλη επιρροή στο έργο τους άσκησαν οι πρώτες θεωρίες του Τζίγκα Βερτώφ για το πειραματικό σινεμά και το νέο μέσο ενημέρωσης, την τηλεόραση.

Από τη συνεργασία τους προέκυψαν πάνω από 70 ντοκιμαντέρ αποσπώντας αμέτρητα βραβεία.

Από την πληθώρα των ταινιών τους αναφέρουμε τις: Ο πόλεμος με τις μούμιες, Η Χιλή μετά το πραξικόπημα, Το λευκό πραξικόπημα, Ενός λεπτού σκοτάδι δε μας τυφλώνει, Μπάυ Μπάυ Χουήλα, Πιλότοι με πυτζάμα, Ομολο¬γίες ενός δολοφόνου, Το πρώτο ρύζι, Το νησί του διαβόλου, Κομάντο 52 κ.α.