Μπορεί το εορταστικό τριήμερο να ήταν μόνο βροχερό στην Θεσσαλονίκη, ωστόσο αυτό δεν πτόησε καθόλου τον κόσμο, ο οποίος όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος τιμά και στηρίζει με την παρουσία του τον θεσμό της πόλης, γεμίζοντας ασφυκτικά ορισμένες φορές τις αίθουσες των κινηματογράφων.

Καλλιτέχνες πολλοί, Έλληνες και ξένοι, έρχονται και προβληματίζουν με τις ταινίες τους, συζητάνε με το κοινό και μεταξύ τους. Το φεστιβάλ και φέτος έχει έναν μεγάλο αριθμό ταινιών που κάνουν την παγκόσμια πρεμιέρα τους εδώ.

Σάββατο 12 και Κυριακή 13 Μαρτίου είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε σε πρώτη παγκόσμια πρεμιέρα ένα ελληνικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Ανεμοδαρμένες πτήσεις» (Feathering Heights). Το ντοκιμαντέρ ασχολείται με το φαινόμενο της λαθροθηρίας στην χώρα μας, εστιάζοντας στο κυνήγι ενός συγκεκριμένου είδους υδρόβιου πτηνού που ταξιδεύει από τον Αρκτικό Κύκλο για να έρθει στην χώρα μας και συγκεκριμένα στο Δέλτα του Έβρου και την λίμνη Κερκίνη, όπου διαχειμάζει. Το πτηνό αυτό είναι η Νανόχηνα.

Η νεαρή και πολύ ενεργή σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ Δάφνη Τόλη, μας μίλησε για την ταινία και την εμπειρία της μέσα σ’ αυτήν.

Συνέντευξη: Ελένη Τσόκα

Culturenow.gr: Πως σας ήρθε η ιδέα να γυρίσετε ένα ντοκιμαντέρ για την λαθροθηρία και συγκεκριμένα για την λαθροθηρία της Νανόχηνας;

Δάφνη Τόλη: Η παραγωγή του ντοκιμαντέρ έγινε στα πλαίσια της εκστρατείας για την αντιμετώπιση της λαθροθηρίας στους σημαντικούς για τη Νανόχηνα υγρότοπους της Βόρειας Ελλάδας. Ήταν ουσιαστικά μια συνεργασία με την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το πρόγραμμα LIFE+ «Διαφύλαξη του Φιννοσκανδικού πληθυσμού της Νανόχηνας σε σημαντικές περιοχές διαχείμασης και στάθμευσης κατά μήκος της Ευρωπαϊκής μεταναστευτικής διαδρομής».  Υπήρχε ανάγκη να γίνει κάτι που θα μπορούσε να ενημερώσει τον κόσμο για την ύπαρξη αυτού του μεταναστευτικού είδους πτηνού και να τον ευαισθητοποιήσει σε σχέση με τους κινδύνους που αυτό διατρέχει όταν έρχεται και διαχειμάζει στην χώρα μας. Έτσι κάναμε αυτό το ντοκιμαντέρ. Προσπαθήσαμε να γίνει όσο το δυνατόν καλύτερο και μέσα απο μια ανθρωπολογική ματιά, γιατί είναι σημαντικό να ψάχνεις και να προσεγγίζεις με ανθρωπολογικό ενδιαφέρον τα πράγματα.

Cul.N: Η ταινία έχει πολύ καλή φωτογραφία και τα τοπία που μας δείχνετε φαίνονται πολύ όμορφα. Πώς ήταν στα γυρίσματα;

 

Δ.Τ: Τα γυρίσματα ήταν πολύ δύσκολα. Είχαμε συγκεκριμένες μέρες στη διάθεση μας και οι συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές. Την μια φορά που ανεβήκαμε είχαμε πεί θα οτι θα κάτσουμε για δέκα μέρες, εκ των οποίων όμως οι πέντε κατέληξαν εντελώς άχρηστες, διοτί ο καιρός δεν μας επέτρεπε να κάνουμε το ο,τιδήποτε. Έβρεχε συνέχεια και είχε τρομερό αέρα. Ήμασταν πραγματικά στη μέση του πουθενά, στο Δέλτα του Έβρου, και δεν είχαμε καμία κάλυψη και προστασία απο τις καιρικές συνθήκες. Επίσης τα περισσότερα υδρόβια πτηνά, όπως οι χήνες, οι πάπιες και τα φλαμίνγκο, επειδή δεν είναι εξοικειωμένα στην όχλη, φοβούνται. Οπότε με το που φτάνεις με το αυτοκίνητο στην λίμνη αυτά σε αντιλαμβάνονται και εξαφανίζονται. Έτσι, πρέπει να περιμένεις πάρα πολυ για να πιάσεις τον φακό και να καταγράψεις το ο,τιδηποτε. Πέρα απο τις δυσκολίες, όμως, ήταν πάρα πολύ όμορφα. Το τοπίο είναι μοναδικό και σε μαγεύει. Χρειάζεται και αξίζει όμως να παραμείνεις αρκετές ώρες είτε στο Δέλτα του Έβρου είτε στην Κερκίνη και να δείς τις εναλλαγές φωτός, να παρατηρήσεις τα διάφορα είδη, να ακούσεις όλους αυτούς τους φανταστικούς ήχους. Την διεύθυνση φωτογραφίας την έκανε ο Φάνης Καραγιώργος. Νοικιάσαμε τους κατάλληλους φακούς και εργαστήκαμε με υπομονή και επιμονή.

Cul.N: Τι είναι τελικά η λαθροθηρία και ποιά είναι τα δικά σας συμπεράσματα μέσα απο την εμπειρία σας στην ταινία;

Δ.Τ: Για να καταλάβουμε τις διαστάσεις της λαθροθηρίας, και κατ’ επέκταση τις σοβαρές συνέπειες της, πρέπει να καταλάβουμε τι σημαίνει λαθροθηρία. Σύμφωνα με την αποδεκτή ερμηνεία, λαθροθηρία είναι το κυνήγι χωρίς άδεια «ή σε τόπο και χρόνο απαγορευμένο». Για παράδειγμα μισή ώρα πριν την Ανατολή και μισή ώρα πριν τη Δύση του ηλίου δεν επιτρέπεται το κυνήγι. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων καταγράψαμε πυροβολισμούς σε ώρες που το κυνήγι απαγορεύεται και είδαμε κυνηγούς σε απαγορευμένες περιοχές. Συν το χρόνω, διαπίστωσα ότι η λαθροηθηρία συχνά βγαίνει απο τα όρια του βασικού ορισμού. Μπορεί π.χ ο κυνηγός να είναι νόμιμος ως προς τον τόπο ή χρόνο αλλά να χρησιμοποιεί παράνομα μέσα, όπως ηχομιμητικές συκευές. Στην Ελλάδα η λαθροθηρία είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, όπως φαίνεται από τον αριθμό των μυνήσεων που γίνονται κάθε χρόνο σε λαθροθήρες. Η παραβατικότητα αυτή έχει ως αποτέλεσμα να χάνονται αδικαιολόγητα σπάνια και απειλούμενα είδη. Θεωρώ ότι πρόκειται για μια ανεπανόρθωτη ζημιά η οποία δεν έχει μόνο εθνικές αλλά και παγκόσμιες συνέπειες. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η λαθροθηρία δεν εξαντλείται μόνο σε απειλούμενα είδη αλλά κι άλλα «νόμιμα» θηράματα- όπως λαγοί, πάπιες, χήνες, αγριογούρουνα κ.λπ. Δηλαδή δεν οδηγεί μόνο σε διαταραχή της ισορροπίας του περιβάλλοντος αλλά και σε μια μελλοτική έλλειψη θηραμάτων.

Cul. N: Στο ντοκιμαντέρ βλέπουμε ορισμένες σοκαριστικές σκηνές με νεκρο-ζώντανα πτηνά που μόλις έχουν πυροβοληθεί. Πως το βιώσατε όλο αυτό;

Δ.Τ: Δεν είχα δει ποτέ απο κοντά τέτοιες σκηνές. Όταν όμως έρχεται αυτή η ώρα είναι σκληρό . Θυμάμαι στην αρχή,όταν ο κυνηγός χτύπησε την πρασινοκέφαλη και την έφερε για να μας την δείξει η εμπειρία ήταν αρκετά σοκαριστική. Κι αυτό γιατί την βλέπεις μεταξύ ζωντανού και νεκρού, και πολύ τρομαγμένη. Νιώθεις τον σφιγμό της. Μετά πήγαμε να την δώσουμε στον φορέα διαχείρισης για να την σώσει, αλλά όταν φτάσαμε εκεί είχε ήδη ξεψυχήσει.  Απο την μία προσπαθούσα να διατηρήσω απόσταση για να καταγράφω αυτά που γίνονται, απ’την άλλη όμως όταν βλέπεις τέτοιες εικόνες είναι αρκετά δύσκολο. Ειδικά όταν το πτηνό είναι τραυματισμένο. Κάποιος που δεν είναι καθόλου εξοικειωμένος με το κυνήγι ακόμα και ο ήχος των πυροβολισμών στην αρχή τρομάζει.

  

Cul.N: Θεωρείτε ότι μπορεί να αλλάξει κάτι σε σχέση με το πρόβλημα της λαθροθηρίας;

 

Δ.Τ:  Για τους κυνηγούς το κυνήγι είναι το πάθος τους, το χόμπι τους. Ξοδεύουν πολλά χρήματα σε αυτό, το οργανώνουν και τους αρέσει. Κάποιοι απ’αυτούς φέρονται συνειδητά, και κάποιοι άλλοι ασυνείδητα. Για τους τελευταίους είναι δύσκολο να πεί κανείς τι θα γίνει. Μακάρι να υπάρξει αλλαγή. Χρειάζεται ενημέρωση και ευαισθητοποίηση. Σε θεσμικό επίπεδο, δεν νομίζω να γίνει κάτι.  Τα νομοσχέδια αλλάζουν κάθε τόσο γιατί υπάρχουν από πίσω ισχυρά οικονομικά συμφέροντα. Επίσης, σαν λαός δεν λαμβάνουμε τοις μετρητοίς τον νόμο. Εύκολα τον αψηφούμε, είτε γιατί γνωρίζουμε ότι δεν υφίστανται συνέπειες, είτε γιατί οι συνέπειες είναι για λίγους. Και στην ταινία βλέπουμε τον δασάρχη να αποκαλύπτει ότι μπορεί κάποιος να δεχτεί απειλές μέχρι και για την ζωή του απο παραβάτες.

 

Cul.N: Πως υποδέχτηκε ο κόσμος το ντοκιμαντέρ στο Φεστιβάλ και ποιό αναμένεται το μέλλον της ταινίας;

Δ.Τ: Το ενδιαφέρον ήταν έντονο και πιστεύω ότι άρεσε η ταινία. Ίσως να μην τους φάνηκε έντονα καταγγελτική και σοκαριστική. Δεν ξέρω, όμως, αν χρειαζόταν να σοκάρουμε κι άλλο. Στόχος μας ήταν να παρατηρήσουμε το φαινόμενο και να το εξηγήσουμε, γιατί πραγματικά σαν όρος η λαθροθηρία έχει ευρεία έκταση. Το ντοκιμαντέρ θα ακολουθήσει την δική του πορεία σε φεστιβάλ, ενώ σκοπεύουμε να κάνουμε προβολές και σε κυνηγούς, για να δούμε και την δική τους ανάγνωση. Έπειτα θα ανέβει και online για ελεύθερη πρόσβαση.

Λίγα λόγια για την σκηνοθέτιδα: Η Δάφνη Τόλη είναι σκηνοθέτης-παραγωγός. Σπούδασε στην Αγγλία Communications and AudioVisual Production και με μεταπτυχιακό σε Film Studies. Έχει συνεργαστεί με τον Κυριάκο Κατζουράκη στο ντοκιμαντέρ «Ο δρόμος προς τη Δύση» που απέσπασε το βραβείο Καλύτερου ντοκιμαντέρ και βραβείο FIPRESCI στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης το 2004.  Από το 2011 έως το 2013 ανέλαβε την σκηνοθεσία και την παραγωγή σε μια σειρά ντοκιμαντέρ με τίτλο  «City Folk» , μια συμπαραγωγή της ΕΡΤ  και της  EBU (European Broadcasting Union). Πρόσφατα έκανε την έρευνα και την παραγωγή σε ένα επεισόδιο ντοκιμαντέρ για λογαριασμό του VICE με θέμα το κυνήγι αγριογούρουνων. Συνεργάζεται σαν ανεξάρτητη παραγωγός με ξένα μέσα.

Το 18ο Φεστιβάλ Ντoκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα συνεχίζεται μέχρι τις 20 Μαρτίου 2016