Χρόνια κάτοικος σε αυτή την πόλη, πρόλαβα να ζήσω τη «μεγάλη» ζωή του Κολωνακίου λίγο πριν την επίσης μεγάλη της πτώση, που την ακολούθησε η ακόμα μεγαλύτερη πτώση του ηθικού και της διάθεσης κάθε Έλληνα που ονειρευόταν ένα πιο φωτεινό αύριο.

Περπατώντας τώρα στους «χειμωνιάτικους» δρόμους της και περιμένοντας τον καινούριο χρόνο να μας φέρει όσα ο προηγούμενος αρνήθηκε κατηγορηματικά να φέρει, κάνω πλέον στάση μόνο σε όσα μπορούν να με γαληνέψουν, να με ταξιδέψουν ή έστω να με ξεγελάσουν με κάτι λίγο πιο ζεστό, αυθεντικό και αισιόδοξο. Και παρατηρώ ότι οι στάσεις μου είναι συχνές εκεί που υπάρχουν χώροι με βιβλία, πόσο μάλλον όταν στο εσωτερικό τους υπάρχουν και άνθρωποι που τα αγαπούν πραγματικά και είναι αφοσιωμένοι σε αυτά για περισσότερο από τρεις δεκαετίες…

Αυτήν τη φορά όμως δεν ήταν τα βήματα μου που με έφεραν τυχαία μπροστά στην πόρτα του BookLoft, αλλά η συνειδητή επιθυμία μου να βρεθώ και να συνομιλήσω με έναν άνθρωπο που γνωρίζω χρόνια , μέσα από την ενασχόληση του με τα βιβλία, και που πραγματικά έχει διατηρήσει εκείνη την αυθεντική αγάπη για το βιβλίο που είναι πάνω από χρήματα, πωλήσεις ή δημόσιες σχέσεις. Και αυτό στις μέρες δεν είναι απλά λυτρωτικό αλλά κάτι πολύ παραπάνω από ελπιδοφόρο και αισιόδοξο.

Με τον Μιχάλη Καρακώστα απέναντί μου, νιώθω ότι έχω να κάνω με έναν άνθρωπο που στόχος του δεν είναι το κέρδος (πόσο περίεργα που ακούγεται η λέξη όταν μιλάς για γνώση και πολιτισμό), ούτε οι πληρωμένες συμφωνίες, και γενικά εδώ, στον αριθμό 44 της Πατριάρχου Ιωακείμ, τα πράγματα έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με το βιβλίο. Και σαν νέος συγγραφέας, δεν σας κρύβω ότι  χαίρομαι ιδιαιτέρως που και το δικό μου τελευταίο βιβλίο, «Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα» έχει βρει μια θέση στα ξύλινα ράφια του.

To BookLoft άνοιξε τις πόρτες του στο αναγνωστικό κοινό το 2012 και από τότε αποκτά συνεχώς όλο και περισσότερους οπαδούς. Στην ερώτηση μου για το τι προτιμούν οι αναγνώστες, η απάντηση είναι σίγουρη και ειλικρινής,  «ιστορικό, δοκίμιο, μελέτες, ποίηση και το πιο ευχάριστο από όλα,  ότι υπάρχουν ακόμα εκδότες που τολμούν να εκδίδουν τέτοια βιβλία.  Στο BookLoft, θέλουμε να παρουσιάσουμε το σύνολο της βιβλιοπαραγωγής, χωρίς διακρίσεις, αφήνοντας το κοινό να είναι εκείνο που θα αποφασίσει για το τι θέλει τελικά να διαβάσει…».

Ο χώρος του BookLoft  σου δίνει την αίσθηση ότι ο ιδιοκτήτης του αγαπάει πραγματικά και πολύ τα βιβλία. Όσες φορές και αν σταθώ στη βιτρίνα του ή μπω στο εσωτερικό του, τα πάντα είναι καθαρά (πράγμα που δεν ισχύει σε όλα τα βιβλιοπωλεία), τα βιβλία σωστά τακτοποιημένα και μια ακαθόριστη τάξη σου δίνει τη σίγουρη αίσθηση πως όλα είναι έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Και ο Μιχάλης Καρακώστας συμπληρώνει «θέλαμε ο χώρος να είναι οικείος, ένα βιβλιοπωλείο οφείλει να είναι ένα ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ, τίποτα περισσότερο, ούτε καφετέρια, ούτε χώρος εκθέσεων, ούτε χώρος παρουσιάσεων. Υπάρχουν άλλοι χώροι για αυτά. Προσπαθήσαμε να κάνουμε το καλύτερο που μπορούσαμε, φτιάξαμε τα ράφια μας από αληθινό ξύλο, φέραμε  τόσα βιβλία όσα μπορούσαμε να φιλοξενήσουμε και σκεφτήκαμε ότι αφού εδώ μέσα θα περνάμε 10 ώρες καθημερινά, τότε πρέπει αυτό που θα φτιάξουμε να είναι κάτι που θα αρέσει πρώτα σε εμάς, χωρίς να κάνουμε εκπτώσεις στην ποιότητα. Όταν πηγαίνεις σε ένα βιβλιοπωλείο, τότε πρέπει να βλέπεις και αυτό που πραγματικά περιμένεις. Προσωπικά, νιώθω ότι γεννήθηκα βιβλιοπώλης και αυτό μόνο θέλω να κάνω».

Όση ώρα ο φιλόξενος οικοδεσπότης μας μιλάει για το BookLoft και την προσπάθεια που κάνει να φέρει ξανά τον κόσμο κοντά στο βιβλίο, όλα όσα μου λέει βλέπω να γίνονται πράξη, μιας και χρειάστηκε να διακόψουμε αρκετές φορές τη συνομιλία μας προκειμένου να μπορέσει να εξυπηρετήσει το κοινό, που αν και εννέα και μισή το πρωί, έμπαινε συνεχώς στο χώρο, ζητώντας και αγοράζοντας  βιβλία. Πράγμα που αν δεν το έβλεπα με τα μάτια μου ίσως τελικά και να μην το πίστευα, όμως ναι, υπάρχουν άνθρωποι που διαβάζουν, υπάρχουν βιβλιοπώλες με όραμα, υπάρχουν βιβλιοπωλεία με αυτή την κλασσική, παραδοσιακή έννοια του όρου, που με κάνει να αισθάνομαι πως ευτυχώς μερικά πράγματα σε αυτήν τη ζωή δεν κατάφεραν να ξεπουληθούν. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για τη γνώση…

Λίγο πριν αποχαιρετήσω και χαθώ, στην πάντα ενδιαφέρουσα και «κοσμική» Πατριάρχου Ιωακείμ, ρωτώ πιο είναι το δικό του όραμα σαν αναγνώστης και  βιβλιοπώλης, και χωρίς δεύτερη σκέψη, μου απαντά με την ίδια αφοπλιστική ειλικρίνεια και ένα πάθος που σπάνια βλέπεις πλέον στους ανθρώπους. «Θα ήθελα να δοθούν ευκαιρίες σε ανθρώπους που κάνουν χρόνια αυτή τη δουλειά και η σημερινή κατάσταση τους έχει κλείσει την πόρτα. Να τους δοθούν κεφάλαια ώστε να συνεχίσουν να  κάνουν αυτό που ξέρουν τόσο καλά και που αγαπούν τόσο πολύ. Να αποκτήσουμε στην Αθήνα 10 «βιβλιοφιλικά» βιβλιοπωλεία, να κάνουμε μια ομαδική προσπάθεια, όλοι μαζί, να μην αφήσουμε τα βιβλία να χαθούν και θέματα όπως η ιστορία μας, η ποίηση, οι μελέτες,  να συνεχίσουν να υπάρχουν, και μαζί, οι λίγοι και σπουδαίοι εκδοτικοί που ακόμα τα εκδίδουν…».

Αυτό το «όλοι μαζί» ακούστηκε πραγματικά πολύ παρήγορο και ταυτόχρονα πολύ αισιόδοξο για το ξεκίνημα του καινούριου χρόνου, και προς στιγμή έφερε στο μυαλό  απόψεις που μου είναι πολύ οικείες και τις ασπάζομαι χρόνια τώρα.  Αυτό το «όλοι μαζί» είναι μια φράση που τελευταία υπάρχει συχνά και στο δικό μου το λεξιλόγιο και ας είναι μια απλή φράση από το τελευταίο μου βιβλίο, Ο Νικολύκος στη μακρινή Ντουλαποχώρα. Γιατί από τη μικρή του θέση ο καθένας, μπορεί να περάσει τα μηνύματα του και μαζί να προσπαθήσουμε για κάτι καλύτερο και πιο ουσιαστικό. Μπορεί εγώ να το έκανα μέσα από ένα παραμύθι, μπορεί να είναι το μότο μου στις επισκέψεις μου στα σχολεία, αν συνεχίσουμε όμως να το φωνάζουμε όλοι , συγγραφείς, βιβλιοπώλες, δάσκαλοι, γονείς, πολιτικοί, ίσως αυτός ο κόσμος να μπορέσει να γίνει λίγο πιο δίκαιος και ανθρώπινος για όλους. Θυμάμαι, όταν έγραφα τον Νικολύκο, όταν μέσα στις λέξεις μου έβαζα προσωπικές, δυσάρεστες εμπειρίες, και μαζί μερικές άλλες που δεν είχα αλλά ευχόμουν να  τις είχα ζήσει, έναν τέτοιο κόσμο ονειρευόμουν και εγώ. Έναν κόσμο που ο καθένας θα έκανε σωστά τη δουλειά του, που δεν θα έμπαινε στα χωράφια άλλων, που θα μπορούσε ελεύθερα να εκφράζεται και να ζει τη ζωή που αξίζει, χωρίς να ενοχλεί, χωρίς να αδικεί και να αδικείται,  και «όλοι μαζί», να  μπορούσαμε να ζωγραφίσουμε αυτόν τον κόσμο λίγο πιο όμορφο.

Και αν τελικά οι ζωγραφιές είναι όμορφες μόνο στην εικονογράφηση του Νικολύκου και αν τελικά οι λέξεις κουβαλούν όμορφα μηνύματα μόνο μέσα στις προτάσεις της τρυφερής του ιστορίας, εγώ ξέρω πως όσο θα υπάρχουν αληθινά βιβλία, όσο θα υπάρχουν σωστοί βιβλιοπώλες και όσο υπάρχουν αυθεντικοί χώροι να μας φιλοξενούν, η γνώση θα συνεχίσει να ταξιδεύει και διακριτικά να μας διδάσκει και να μας κάνει καλύτερους.

Αφήνοντας πίσω τον αγαπημένο μου ήρωα, ασφαλή στα σύνορα του BookLoft και στα χέρια ανθρώπων που ξέρουν να αγαπούν και να ονειρεύονται, χάθηκα και εγώ μέσα στο πλήθος και την παγωνιά του πρωινού…  Και τώρα που γράφω αυτές τις λέξεις, αργά  βράδυ Δευτέρας, τώρα που ο καινούριο χρόνος έρχεται με καινούρια πλάνα και καινούριες υποσχέσεις, εγώ ένα πράγμα έχω να συμπληρώσω και να ευχηθώ.

Σε όσα όμορφα, δύσκολα, περίεργα, πολύπλοκα ή απλά μας πλησιάσουν, αξίζει και οφείλουμε να είμαστε «μαζί»…

Καλό βράδυ.

Ο Νικολύκος φωτογραφήθηκε μαζί με τρία ακόμα υπέροχα παιδικά βιβλία που αγαπώ ιδιαιτέρως, «Το Ταξίδι στο κέντρο της γης» του αγαπημένου μου Αντώνη Παπαθεοδούλου (εκδόσεις Παπαδόπουλος), «Τον ευτυχισμένο Πρίγκιπα» του Όσκαρ Ουάιλντ (εκδόσεις Αρμός), και το «Έρχεται ο ταχυδρόμος» της Marianne Dubuk , μια προτίμηση του Κώστα Καρακώστα, (εκδόσεις Νεφέλη).

…………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Ευχαριστώ το βιβλιοπωλείο BookLoft (Πατριάρχου Ιωακείμ 44 τηλ. 210 7210447) και τον Μιχάλη Καρακώστα για τη φιλοξενία, και τις Εκδόσεις Γρηγόρη που έκαναν το όνειρο του Νικολύκου πραγματικότητα, φέρνοντας λίγη ξεχασμένη παιδικότητα στη ζωή μου.