Το Culture now μίλησε μαζί με τον Κωστή Βελώνη με αφορμή την ατομική έκθεσή του Mount the Air που εγκαινιάστηκε στις 26 Νοεμβρίου στην γκαλερί Kalfayan στην Αθήνα. 

Συνέντευξη: Στρατής Πανταζής

Culture Now: Τι σημαίνει για σας ο τίτλος της έκθεσης Mount the Air;

Κωστής Βελώνης: Η προσπάθεια να επιτύχουμε το αδύνατο, ακόμη και αν ξέρουμε ότι θα αποτύχουμε.

CN: Σε παλαιότερες δουλειές σας αναζητάτε ουτοπικές πράξεις του παρελθόντος. Το ίδιο ισχύει και στα τελευταία έργα σας;


ΚΒ: Υπάρχει μια ουτοπία που εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε δυστοπία, όμως ποιος την βιώνει και σε ποιον απευθύνεται, όπως και ποιος επιχειρεί να την κάνει πράξη και σε ποιες συνθήκες είναι το επόμενο ερώτημα που πρέπει να γίνεται σχεδόν αυτοματικά.

CN: Σε ορισμένα έργα σας όπως το Speaker’s Corner, η οποία παραπέμπει σε αυτοσχέδια κατασκευή/ βάθρο που μπορεί να συναντήσουμε σε δημόσιες συγκεντρώσεις, υπάρχει έντονο το στοιχείο της αβεβαιότητας λόγω της εύθραυστης κατασκευής τους. Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να λάβει ο θεατής; 


ΚΒ: Πρόκειται για ένα  αυτοσχέδιο πολιτικό βήμα που φέρει  εκείνα τα στοιχεία για τα οποία αμφισβητείται η χρησιμότητά του. Το έργο αυτό παρουσιάζει μια αμφισημία γιατί μπορεί να διαφέρει μεν  η performative γλυπτική ως μια συνειδητή πολιτική πράξη που αποσκοπεί  στην ανταλλαγή ιδεών  και την έκθεση  στη δημόσια σφαίρα όμως στο κενό του βήματος βρίσκονται κυβόλιθοι  από γρανίτη οι οποίοι μπορεί να ριφθούν ενάντια στο κοινό που παρακολουθεί την ομιλία. Υπάρχει το κάλεσμα και ταυτόχρονα η απόρριψη προς το κοινό και συνιστά μια κριτική για τις πρακτικές της άμεσης δημοκρατίας. Επιπλέον η χειρονομία της αποθήκευσης του οικοδομικού υλικού παραπέμπει σε μια ιστορία της δομής και του κτίζειν ως ιδεολογικό φορέα, και  αυτό που αντιλαμβανόμαστε στη γλυπτική κατασκευή  είναι  ίσως η στιγμή της προετοιμασίας για μια επερχόμενη αλλαγή.

Speakers’ Corner, 2015 [ξύλο, γρανίτης, μέταλο] 34 x 30 x 57 εκ. Με την ευγενική παραχώρηση των Kalfayan Galleries, Αθήνα – Θεσσαλονίκη


CN: Στο κείμενο της έκθεσης αναφέρεται ότι συνδυάζετε τη βασική τεχνική του σχεδιασμού του αντικειμένου με υπολείμματα οικοδομικών υλικών σε ένα λεξιλόγιο στο οποίο η γλυπτική αποκαθηλώνεται από τη μνημειακή της κατεύθυνση. Πιστεύετε ότι αυτή η αποκαθήλωση είναι αναγκαία και πού στοχεύει;


ΚΒ: Η ιστορία της δημόσιας γλυπτικής είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πολεοδομία και την αρχιτεκτονική ως μέρος ενός συνολικού σχεδιασμού η οποία επικυρώνει και καθιερώνει μια συγκεκριμένη ανάγνωση της ιστορίας. Χρησιμοποιώντας υλικά που έχουν μια συνάφεια με την αρχιτεκτονική άλλα που στοχεύουν στην αποσύνδεση από τα συμφέροντα του παραγγελιοδότη στοχεύω στη κριτική αντιμετώπιση της δυσλειτουργίας του δημόσιου χώρου. Είναι συνήθως έργα που εμπεριέχουν κάποιο σεβασμό στην ιδιωτικότητα έχοντας ως φόντο το θορυβώδες αστικό τοπίο.

CN: Στα έργα Never had a hearth και Help desk συναντάμε ξύλινα κιβώτια που ενσωματώνονται με το έργο και τα οποία είναι σφραγισμένα. Υπάρχει κάποιος συμβολισμός;


ΚΒ: Το πρώτο έργο λειτουργεί ως  ανακατασκευή μιας εστίας που αποτελείται δομικά από ξύλο και εμπεριέχει μέσα  χώμα. Μεταφέρουμε μέσα μας  πάντα μια εστία, ένα τόπο, ένα σπίτι, μια οικογένεια αλλά οι σημερινές εργασιακές συνθήκες δεν επιτρέπουν την επιστροφή  στις “ρίζες.” Αυτό το έργο λειτουργεί σαν το βάρος της σκιάς του ταξιδιώτη, που θα ήθελε να βρίσκεται αλλού από κει που είναι. Αυτή είναι μία  από τις αφηγήσεις  και αντανακλά την εφήμερη δέσμευση μας με τα οικιακά αντικείμενα λόγω  συνεχών μετακινήσεων στις καλύτερες περιπτώσεις  σε σχέση με την οικονομική μετανάστευση  αν όχι σε σχέση με προσφυγικό ρεύμα ή τις φυσικές καταστροφές. 

Το Help desk είναι ένα μετακινούμενο γραφείο υποδοχής ξένων, μεταναστών, ανθρώπων που έχουν ανάγκη από άμεση βοήθεια. Λειτουργεί ως ένα σταθερό σημείο που προσφέρει ενημέρωση, την ίδια στιγμή μεταφέρεται και ο σχεδιασμός του βασίζεται στο δίσκο πρωινού με ποδιά.

 

Help Desk, 2015 [ξύλο, βερνίκι, ακρυλικό κόντρα πλακέ, λάδι] 200 x 61 x 78 cm. Με την ευγενική παραχώρηση των Kalfayan Galleries, Αθήνα-Θεσσαλονίκη


CN: Ορισμένα έργα της έκθεσης κάνουν αναφορές στις γάτες και στα πουλιά. Σύμφωνα με το κείμενο της έκθεσης, η γάτα αντιπροσωπεύει στη νεωτερική συνθήκη τη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής ενώ το πουλί τη σφαίρα της δημόσιας ζωής. Ο John Berger στο βιβλίο του Why Look at Animals (2009) επισημαίνει ότι τον 19ο αιώνα στην Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική ξεκίνησε μία διαδικασία – η οποία έχει σήμερα ολοκληρωθεί από τον εταιρικό καπιταλισμό – διάσπασης κάθε σχέσης ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Πριν από αυτή τη ρήξη, τα ζώα αποτελούσαν μέλη του άμεσου κύκλου του.[1] Εσείς θέλετε με το έργο σας να αγγίξετε και αυτή τη ρήξη;


ΚΒ: Βιώνουμε μια ενδιαφέρουσα σχέση επανεκτίμησης με το φυσικό περιβάλλον και τις συνεργίες με εμπειρίες και πρακτικές εκτός του κτιστού νεωτερικού πολιτισμού. Η σχέση  με τα ζώα οφείλει να είναι πρωτίστως μια ηθική σχέση βασισμένη στη κατανόηση του διαφορετικού και στην ανεκτικότητα όπως θα έπρεπε να είναι με οποιαδήποτε μειονότητα και μειοψηφική κοινωνική ομάδα. Ειδικά τα θηλαστικά είναι τόσο άμεσα συγγενικά είδη που κάθε επιχείρημα υποβάθμισης ουσιαστικά χρησιμεύει για να στηρίξει άθελα του μια γιγαντοποιημένη βιομηχανία καθημερινής γενοκτονίας. Ένα μέρος των προσφάτων έργων μου εστιάζει σε μια διπλή επιλογή, στον σχεδιασμό αντικειμένων που αφορούν το ίδιο το ανθρώπινο είδος αλλά ταυτόχρονα και το σχεδιασμό προς άλλα είδη. Μπορεί να μην φιλοδοξώ κάθε φορά να έχω λειτουργικό design αλλά η ιδιαιτερότητα του σχεδιασμού να θέτει το δικαίωμα της εκπροσώπησης σε ένα διευρυμένο κοινοβούλιο των ειδών.

CN: Σε αρκετά έργα σας συνδυάζετε οργανικά με μη οργανικά υλικά και σε άλλες περιπτώσεις χρησιμοποιείτε υλικά με έντονη ιστορία όπως το μάρμαρο. Τα υλικά σας σε συνδυασμό με τον πολιτικοκοινωνικό χαρακτήρα των έργων σας θυμίζουν τις δουλειές των καλλιτεχνών της Arte Povera.  Έχει το έργο σας επηρεαστεί από το κίνημα αυτό; Πιστεύετε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και οι καλλιτέχνες σήμερα έχετε την ανάγκη ή το χρέος να δημιουργείτε έργα με πολιτικοκοινωνικά μηνύματα όπως στα τέλη της δεκαετίας του ’60;


ΚΒ: Μέχρι τώρα δεν έχω διαπραγματευτεί συνειδητά το κίνημα της Arte Povera όπως έχω κάνει με τη σχολή Bauhaus, τους ρώσους προντουκτιβιστές και κονστρουκτιβιστές, ή το έργο του Brancusi για παράδειγμα. Από την άλλη μπορώ ν’ αντιληφθώ ότι υπάρχουν στιγμές που επαναλαμβάνονται στην ιστορία, οι κοινωνικές και  οι οικονομικές κρίσεις προσφέρουν διαφορετικές αφηγήσεις στα υλικά  από ότι στα χρόνια της ευημερίας. Πάντα μάζευα υλικά που έβρισκα στη γειτονιά μου είτε στην ύπαιθρο που διατηρώ ένα μόνιμο εργαστήριο είτε στο αστικό κέντρο που μαζεύω συνήθως παλέτες και εγκαταλειμμένα έπιπλα ή σε μία προαστιακή ζώνη που διαμένω το τελευταίο διάστημα και συλλέγω υπολείμματα του μαρμάρου. Αυτό και μόνο μπορεί να προσδώσει κάποιο αισθητικό ύφος πλησίον της Arte Povera αλλά στην περίπτωση μου δεν γίνεται με κριτήρια ύφους αλλά περισσότερο ανάγκης και μιας λογικής της αυτάρκειας που υποστηρίζω ενεργά για την αυτονομία της γλυπτικής παραγωγής στο βαθμό που μπορεί να είναι ανεξάρτητη από  παράγοντες που σχετίζονται με την αγοραστική αξία  εισαγομένων υλών.   



[1] John Berger, Why Look at Animals, London: Penguin Books,2009, 12. 


H γκαλερί Kalfayan στην Αθήνα φιλοξενεί την ατομική έκθεση του Κωστή Βελώνη, με τίτλο “Mount the Air”, έως 16 Ιανουαρίου 2016