Δύο μεγάλα μπαλέτα, δέκα παραστάσεις κι ένας θρύλος. Τα φετινά Χριστούγεννα, η Αλίσια Αλόνσο φέρνει στο Μέγαρο Μουσικής, στο πλαίσιο του κύκλου Χριστούγεννα στο Μέγαρο, δύο αριστουργήματα του ρομαντισμού, τον Δον Κιχώτη και τη Ζιζέλ.

Η Αλίσια Αλόνσο, είναι η απόλυτη πρίμα μπαλαρίνα του 20ού αιώνα, αλλά και μια ιδιοφυής χορογράφος παγκοσμίου κύρους. Έχει τιμηθεί από την UNESCO με το μετάλλιο Pablo Picasso και από τον ισπανικό θρόνο με το Παράσημο της Ισαβέλλας.
 
Το Εθνικό Μπαλέτο της Κούβας θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα σχήματα κλασικού χορού σε όλο τον κόσμο. Το βασικό του γνώρισμα είναι ότι συνδυάζει την κλασική παιδεία και χορογραφική παρακαταθήκη με την αυθεντικότητα του ισπανοαμερικανικού πολιτισμού, ένα ιδιόμορφο στοιχείο που αναδεικνύεται εξάλλου μέσα από τον πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα του ρεπερτορίου του: μυθικά μπαλέτα όπως Η λίμνη των κύκνων ή Η ωραία κοιμωμένη συνυπάρχουν με τη ρωσική κληρονομιά του Πετρούσκα ή του Απομεσήμερου ενός φαύνου, με τις χορογραφίες των Μπαλανσίν, Φορσάιθ, Ρόμπινς, Μακ Μίλλαν ή Μπεζάρ ή ακόμα και με τις δημιουργίες γνωστών μαιτρ του φλαμένκο όπως ο Αντόνιο Γαδές.

Η υπόθεση του Δον Κιχώτη είναι γνωστή από το περίφημο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, το διασημότερο ίσως έργο της ισπανικής λογοτεχνίας .Ο αλαφροΐσκιωτος Αλόνσο Κιχάνο, παρασυρμένος από τα ανδραγαθήματα των ιπποτών στα βιβλία, αποκηρύσσει το παρελθόν του. Επιλέγει το όνομα Δον Κιχώτης ντε λα Μάντσα, παίρνει για υπηρέτη του τον Σάντσο Πάντσα και πορεύεται στους δρόμους της χίμαιρας, της δικαιοσύνης και της αλήθειας αναζητώντας την περιπέτεια και μια Δουλτσινέα που δεν θα έρθει ποτέ.

Μεγάλες μορφές της Τέχνης του 19ου αιώνα ένωσαν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν τη Ζιζέλ που έκανε πρεμιέρα στις 28 Ιουνίου 1841 στην Όπερα των Παρισίων. Το ρόλο ερμήνευσε για πρώτη φορά η διάσημη μπαλαρίνα Καρλότα Γκρίζι, ενώ η κεντρική ηρωίδα οφείλει τη γέννησή της στη δημιουργική φαντασία ενός σπουδαίου γερμανού ποιητή της ρομαντικής εποχής, του Χάινριχ Χάινε, σε ποίημα του οποίου βασίστηκαν δύο εξέχουσες μορφές της γαλλικής λογοτεχνίας, ο Θεόφιλος Γκωτιέ και ο Βερνουά ντε Σαιν-Ζωρζ, για να γράψουν το λιμπρέτο. Η Ζιζέλ μετουσιώθηκε σε μπαλέτο χάρη σε δύο κορυφαίους χορογράφους, τον Ζαν Κοραλλί και τον Ζυλ Περρό, και σε έναν διακεκριμένο συνθέτη εκείνης της εποχής, τον Αντόλφ Αντάμ.

Μολονότι η πλοκή παραμένει απλή, συνεχίζει ως σήμερα να γοητεύει τον θεατή: ένας επιπόλαιος νεαρός άρχοντας ξελογιάζει μια χωριατοπούλα, αλλά η ερωτική τους ιστορία καταλήγει σε τραγωδία με εξωπραγματικές διαστάσεις. Κι όλ’ αυτά μέσα από ένα κινησιολογικό λεξιλόγιο που απαιτεί συναισθηματική ένταση, ακροβατική δεξιοτεχνία και πηγαία εκφραστικότητα.

Η Ζιζέλ κατέχει ξεχωριστή θέση στο ρεπερτόριο του Εθνικού Μπαλέτου της Κούβας, αλλά και στην καρδιά της χορογράφου, η οποία, όταν χόρεψε τον ρόλο αυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες, απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές για την εντελώς υπερβατική της ερμηνεία: μια ψυχή που χορεύει έγραψε ο Τύπος. Αυτήν ακριβώς τη διάσταση θέλησε να δώσει στη δική της χορογραφική εκδοχή για τη Ζιζέλ η Αλίσια Αλόνσο εισάγοντας ορισμένες καινοτομίες που τονίζουν το ποιητικά μεταφυσικό στοιχείο του λιμπρέτου: ένα φάντασμα πλανιέται στη σκηνή της παντομίμας της μητέρας της Ζιζέλ στην Α΄ Πράξη, ενώ στη Β΄ Πράξη δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην αργή και εντελώς ανάλαφρη κίνηση των χορευτών ώστε να προκαλείται η εντύπωση ότι αιωρούνται αψηφώντας τη βαρύτητα, μια αίσθηση που ενισχύεται άλλωστε από τις ενδυματολογικές και σκηνογραφικές επιλογές του Σαλβαντόρ Φερνάντες.