Την Πέμπτη 28 Μαΐου στις 19:30, εγκαινιάζεται στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα, η ατομική έκθεση του Δημήτρη Ανδρεάδη με τίτλο “Hemlock”. Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 31 Ιουλίου 2015.

Η εικαστική παραγωγή του είναι ανεξάντλητη και συνεχής καθώς είναι ένας από τους ελάχιστους καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα πάνω στη ζωγραφική μεγάλης κλίμακας. Η εμμονή του στα τελάρα μεγάλων διαστάσεων οδηγεί στη δημιουργία μιας εκρηκτικής ζωγραφικής που αντανακλά την άποψη του ίδιου για την ζωγραφική ως μέσο αλλά και ως απάντηση στις τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες.

Το κώνειο (αγγλ.  hemlock) είναι φυτικό δηλητήριο. Οφείλει την ονομασία του στο ρήμα “κωνάω”, που σημαίνει “περιστρέφω” (αρχ. ελλ. παράγωγο “κώνος” = σβούρα). Παράγεται από το φυτό κώνειον το στικτόν (Conium maculatum). Τα έργα του Δημήτρη Ανδρεάδη θα λέγαμε ότι περιστρέφονται γύρω από μια “τοξική” ζωγραφική που υποκινεί τον θεατή να ενταχθεί σε έναν ζωτικό χώρο.  

Τα έργα του καλύπτουν ευρεία γκάμα του χρωματικού πεδίου. Αναλύσεις φασμάτων αλλά και χειρονομίες μιας χαοτικής αρχιτεκτονικής έρχονται να συμπαραταχθούν σε ομάδες τελάρων που έχουν αφήσει πίσω τους το αντικείμενο της αναπαράστασης  και έχουν μετατραπεί οι ίδιες σε ζωτικά αντικείμενα μέσα στον χώρο και συνδιαλέγονται μεταξύ τους.

Ο Δημήτρης Ανδρεάδης διεκδικεί σε όλη την πορεία της δουλειάς του το σημείο μεταξύ της παράθεσης των έργων σε ένα τοίχο και της εγκατάστασης μνημειακής κλίμακας. Πρόκειται για δυναμικά αντικείμενα  που τοποθετούνται στον λευκό χώρο της γκαλερί με σκοπό να υποδείξουν τη σημειολογική και όχι τη λειτουργική σημασία της τέχνης. Παίζοντας  πάντα με την ιδέα της αποδόμησης ενός υπάρχοντος περιεχομένου καταφέρνει να αιχμαλωτίσει το φαντασιακό του θεατή με τα εντυπωσιακά αισθητικά του επιτεύγματα. Η ιδιαιτερότητα του εικαστικού έγκειται στο γεγονός ότι αντιμετωπίζει τη ζωγραφική σαν μια εσωστρεφή χειρονομία αλλά ταυτόχρονα με μια τάση εξωστρέφειας. Δεν τον ενδιαφέρει η  παρουσίαση ενός τέλειου αισθητικού αποτελέσματος αλλά περισσότερο το τσαλάκωμα του ίδιου του μέσου. Σε πολλές περιπτώσεις σκίζει ο ίδιος τα τελάρα του και τοποθετεί σε αυτά μικρότερα έργα – θραύσματα μιας ιδιαίτερης εσωτερικής διαδικασίας.

Σαν κατάλοιπο της ιστορίας ή σαν ένα ανθρώπινο ελάττωμα που συνταξιδεύει προς το μέλλον η ζωγραφική είναι και πάλι απόλυτα στο επίκεντρο της δουλειάς του εικαστικού, γεννώντας ερωτήματα για το νόημα της ύπαρξής της σε μια εποχή χρονικά αμείλικτη. Σαν ισοκράτημα, ένας ήχος υπόκωφος διαπερνάει τη δουλειά του αφήνοντας να ακουστεί ότι το να ζωγραφίζεις είναι από μόνο του μια πράξη πολιτική, δηλαδή μια στάση ζωής. Αυτό αποδεικνύεται από την εικαστική του πορεία και από τον τρόπο που δουλεύει ο ίδιος έχοντας πάντα ως στόχο την εξέλιξη του μέσου και την αναγωγή του ατελιέ του σε έναν χώρο διαλογισμού και στοχασμού που είναι συνέχεια σε χρήση.

Εντελώς συνειρμικά οδηγούμαστε σε κάποια λόγια του Gilles Deleuze.

“What is recognized is not only an object but also the values attached to the object (values play a crucial role in the distribution undertaken to make good sense).”

Deleuze, Gilles. Différence et répétition. Presses Universitaires de France. 1968.