Ο επιβλητικός ήχος του εκκλησιαστικού οργάνου αποδίδει καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο μουσικό όργανο την κατανυκτική ατμόσφαιρα της Εβδομάδος των Παθών. Η πολυβραβευμένη οργανίστα Ουρανία Γκάσιου συμπράττει «Στην αυλή των μαγικών αυλών» με τον διακεκριμένο σολίστ κρουστών Θοδωρή Βαζάκα και την Ορχήστρα Academica Αθηνών, σε ένα πρόγραμμα με έργα από τον 17ο έως τον 20ό αιώνα την Κυριακή των Βαΐων 5 Απριλίου 2015 (ώρα 20:30), στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης. Την Ορχήστρα διευθύνει ο αρχιμουσικός Νίκος Αθηναίος.

Στις φετινές εκδηλώσεις του Κύκλου Adagio-Μουσική για τις μέρες του Πάσχα, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, οι μουσικόφιλοι θα έχουν επίσης την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τις συναυλίες: Οι Παναγιές του κόσμου με τη Σαβίνα Γιαννάτου και τους Primavera en Salonico (Μεγάλη Δευτέρα 6/4), Ρέκβιεμ του Μότσαρτ με την ΚΟΑ υπό τον Βασίλη Χριστόπουλο (Μεγάλη Τρίτη 7/4) και Stabat Mater του Xάυντν με την Καμεράτα σε όργανα εποχής (Μεγάλη Τετάρτη 8/4).

Το Θείο Πάθος εμπνέει συνθέτες από την εποχή του Μπαρόκ ως τον 20ό αιώνα

Η εναρκτήρια σύνθεση του προγράμματος φέρει τη σφραγίδα του Βενετσιάνου Τομάζο Αλμπινόνι (1671-1751), εμβληματικού συνθέτη του ιταλικού Μπαρόκ, το έργο του οποίου θαύμαζε ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Διακρίθηκε για τις όπερές του, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν χαθεί, αλλά έγραψε και ενόργανη μουσική, κυρίως κοντσέρτα. Το Adagio σε σολ ελάσσονα για βιολί, έγχορδα και εκκλησιαστικό όργανο αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα έργα της προκλασικής εποχής. Η φήμη του έργου οφείλεται επίσης στην αμφισβήτηση της πατρότητάς του, καθώς, στα μέσα του 20ού αιώνα, τη διεκδίκησε σθεναρά ο μουσικολόγος, μουσικοκριτικός και συνθέτης Ρέμο Τζατσόττο αλλά χωρίς να καταφέρει τελικά να πείσει τους ειδικούς.

Η μετάβαση στον 18ο αιώνα θα γίνει μέσα από δύο σημαντικές παρτιτούρες για εκκλησιαστικό όργανο του Γιόχαν Σεμπάστιαν-Μπαχ (1685-1750), ο οποίος διαμόρφωσε με καθοριστικό τρόπο τον βασικό κορμό του ρεπερτορίου για το συγκεκριμένο όργανο. Από το πρόγραμμα της βραδιάς δεν θα μπορούσε να απουσιάζει η παρτίτα Liebster Jesu wir sind hier [Ιησού αγαπητέ, ένθα εσμέν] BWV 731 από τη συλλογή Χορικών Πρελουδίων BWV 714-765. Ακολουθεί το απόσπασμα Jesus Christus, unser Heiland [Ιησού Χριστέ, Σωτήρ ημών], BWV 665 από τα 18 Μεγάλα Χορικά Πρελούδια (BWV 651-668). Η συγκεκριμένη Συλλογή χορικών πρελουδίων για εκκλησιαστικό όργανο αντιπροσωπεύει τον κολοφώνα των συνθέσεων θρησκευτικής μουσικής του μεγάλου κάντορα, ο οποίος τα έγραψε κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του (1740-1750) στη Λειψία, βασιζόμενος σε προγενέστερα έργα που είχε συνθέσει στη Βαϊμάρη.

Σύγχρονος του Γ. Σ. Μπαχ, ο Γερμανός Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ (1685-1759) κληροδότησε στις επόμενες γενιές μια πλουσιότατη παρακαταθήκη από προκλασικές κοσμικές και θρησκευτικές συνθέσεις. Έγραψε πλήθος έργων εκκλησιαστικής μουσικής για ποικίλους συνδυασμούς οργάνων, φωνητικά έργα και ένα από τα ωραιότερα ορατόρια στην ιστορία της μουσικής, τον Μεσσία. Από την εργογραφία του για εκκλησιαστικό όργανο επιλέχθηκε το Κοντσέρτο σε φα μείζονα, έργο 4, αρ. 4 από τη συλλογή Κοντσέρτα για όργανο δωματίου και ορχήστρα (ΗWV 289-294). O Χαίντελ τα συνέθεσε στο Λονδίνο, όπου έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του, κατά την περίοδο 1735-6, προκειμένου να παίζονται ως ιντερλούδια κατά την παρουσίαση των ορατορίων του στο Κόβεντ Γκάρντεν. Ήταν οι πρώτες παρτιτούρες που γράφτηκαν για το συγκεκριμένο συνδυασμό μουσικών οργάνων και χρησίμευσαν ως πρότυπα σε πολλούς μεταγενέστερους συνθέτες.

Τo περίφημο Adagio για έγχορδα (1910-1981), που θα παίξουν οι μουσικοί της Ορχήστρας «Ακαντέμικα Αθηνών» την Κυριακή των Βαΐων στο ΜΜΑ, είναι η διασημότερη σύνθεση του Αμερικανού Σάμιουελ Μπάρμπερ. Έχει μάλιστα χρησιμεύσει πλειστάκις ως μουσική υπόκρουση σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Υποβλητικό κομμάτι αλλά συνάμα απέριττο, το Αdagio συγκινεί βαθιά την ανθρώπινη ψυχή, μέσα από τη λιτή του ενορχήστρωση και τη λυρική του μελαγχολία. Πρόκειται επί της ουσίας για μεταγραφή για ορχήστρα εγχόρδων του δευτέρου μέρους του Κουαρτέτου για έγχορδα, έργο 11 (1936) του Μπάρμπερ, ο οποίος το εμπνεύστηκε από τα Γεωργικά, το τετράτομο ποίημα του Βιργιλίου που αναφέρεται στη ζωή και την εργασία των αγροτών της πρώιμης Ρωμαϊκής Εποχής. Το Adagio για έγχορδα ερμηνεύτηκε για πρώτη φορά το 1938 στη Νέα Υόρκη σε ραδιοφωνική εκπομπή παρουσία κοινού υπό τη διεύθυνση του θρυλικού μαέστρου Αρτούρο Τοσκανίνι, ο οποίος το συμπεριέλαβε αργότερα στο μουσικό πρόγραμμα των περιοδειών του σε Ευρώπη και Νότιο Αμερική.

Ο επίλογος ανήκει σε δύο γάλλους συνθέτες, τον Πιερ Κοσερώ (1924-1984) και τον Φρανσίς Πουλένκ (1899-1963). Θα ακουστούν τα έργα Boléro για εκκλησιαστικό όργανο και snare drum του Κοσερώ και Κοντσέρτο σε σολ ελάσσονα για εκκλησιαστικό όργανο, κρουστά και έγχορδα του Πουλένκ. Ο πρώτος συνέδεσε το όνομά του με τον καθεδρικό της Νοτρ Νταμ στο Παρίσι, όπου εργάστηκε αρκετές δεκαετίες ως επίσημος οργανίστας του ναού, τον οποίο προήγαγε σε βήμα ανάδειξης συγχρόνων συνθετών (Παιρτ, Ξενάκης, Ντελρύ, κ.ά.) οργανώνοντας συναυλίες παρουσίασης νέων έργων για εκκλησιαστικό όργανο αλλά και ακροάσεις για σολίστ και συνθέτες. Εκτός από εξαίρετος ερμηνευτής με σπάνιο ταλέντο στον αυτοσχεδιασμό, ο μάλλον παραγνωρισμένος στις μέρες μας Κοσερώ ήταν επίσης προικισμένος μουσικοπαιδαγωγός και βαθύς γνώστης της εκκλησιαστικής μουσικής, ειδικότερα δε του γρηγοριανού μέλους στο οποίο είχε εντρυφήσει. Για την καλλιτεχνική και διδακτική του προσφορά παρασημοφορήθηκε από το γαλλικό κράτος, καθώς και από τις πόλεις του Παρισιού και της Ντιζόν.

Ο δημιουργός του  Κοντσέρτου σε σολ ελάσσονα για εκκλησιαστικό όργανο, κρουστά και έγχορδα Φρανσίς Πουλένκ ήταν μέλος της Ομάδας των Έξι. Ασχολήθηκε με πολλά και διαφορετικά είδη συνθέσεων (συμφωνικά έργα, μπαλέτα, χορωδιακά, όπερες, τραγούδια-mélodies, καντάτες κ.ά.), στα οποία είναι εμφανής η αποστασιοποίησή του τόσο από τον Μεταρομαντισμό και τον Βαγκνερισμό, όσο και από τον Ιμπρεσιονισμό. Με μότο του τη φράση «Κανόνας μου είναι το ένστικτο», ο Πουλένκ, παρά τη θητεία του δίπλα στον συνθέτη Σαρλ Καικλέν, παρέμεινε σε όλη του τη ζωή ένας αμετανόητος αυτοδίδακτος με μια ιδιότροπα αντιφατική καλλιτεχνική προσωπικότητα που συνδύαζε τη σοβαρότητα και την πίστη στον Ρωμαιοκαθολικισμό με την ανεμελιά και το χιούμορ.

Ουρανία Γκάσιου (εκκλησιαστικό όργανο)

Άρχισε τις σπουδές της στο εκκλησιαστικό όργανο το 1998 με τον Νίκολας Κύναστον ως υπότροφος του συλλόγου «Οι φίλοι της μουσικής». Το 2004, με υποτροφία της Βασιλικής Μουσικής Ακαδημίας του Λονδίνου, πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Βρετανία, τις οποίες και ολοκλήρωσε με υποτροφία του Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης. Αποφοίτησε με διάκριση αποσπώντας πολλoύς επαίνους και βραβεία ερμηνείας. Το 2006, ανακηρύχτηκε Fellow της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου. Μετά το τέλος των σπουδών της στη Βασιλική Ακαδημία κέρδισε επί δύο συνεχείς χρονιές υποτροφία από το ίδρυμα Eric Thompson για να παρακολουθήσει μαθήματα με τους Johannes Geffert στην Κολωνία και Susan Landale στο Λονδίνο και το Παρίσι. Έχει επίσης διακριθεί σε πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς. Έχει βραβευτεί στον Διεθνή Διαγωνισμό Οργάνου του St. Maurice της Ελβετίας, στον Διαγωνισμό Εric Thiman της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου και στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Πιάνου της Άνδρου. Έχει εμφανιστεί σε μεγάλες αίθουσες συναυλιών (Ρόαγιαλ Φέστιβαλ Χολ, κ.ά.), καθεδρικούς ναούς (Αβαείο και Καθεδρικός του Ουέστμινστερ, Καθεδρικοί της Βαρκελώνης, της Στοκχόλμης και του Άλτενμπεργκ, Άγιος Μαρτίνος στους Αγρούς), καθώς και στο Κάστρο της Μπρατισλάβας. Έχει ηχογραφήσει έργα βρετανών συνθετών σε δύο ιστορικά εκκλησιαστικά όργανα του Λονδίνου. Εμφανίζεται τακτικά ως σολίστ, αλλά και σε συνεργασία με σύνολα μουσικής δωματίου στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η Ουρανία Γκάσιου είναι η οργανίστα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών καθώς και της γαλλικής προτεσταντικής εκκλησίας του Λονδίνου.

Θοδωρής Βαζάκας (σόλο snare drum και κρουστά)

Γεννήθηκε το 1978. Σπούδασε κρουστά αρχικά στην Αθήνα, με τους καθηγητές Κ. Βορίση και Κ. Θεοδωράκο, και συνέχισε στο CNR στο Στρασβούργο, με τους καθηγητές E. Séjourné, S. Fougeroux και D. Riedinger στα κρουστά, και τον A. Angster στη μουσική δωματίου, αποκτώντας μεταπτυχιακούς τίτλους (Diplôme de Perfectionnement de percussion, Diplôme de Perfectionnement de musique de chambre, Prix Supérieur Interégional-Diplôme de Concert de musique de chambre). Έχει συμπράξει με αρκετές ορχήστρες στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Φιλαρμονική Ορχήστρα του Στρασβούργου), ενώ έχει συμμετάσχει σε διεθνείς καλλιτεχνικές διοργανώσεις, όπως το Festival Musica στο Στρασβούργο. Αποτελεί ιδρυτικό μέλος του ARTéfacts ensemble, ενώ συνεργάζεται τακτικά με το dissonArt ensemble και το Ergon Ensemble. Διδάσκει κρουστά στο Εθνικό Ωδείο και στο Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας.

«Eρμηνεύω, άρα υπάρχω»

Aυτό είναι το σύνθημα της Ορχήστρας Academica Αθηνών, που έκανε την πρώτη της εμφάνιση στις 28 Νοεμβρίου 2013 στην Αίθουσα «Άρης Γαρουφαλής» του Ωδείου Αθηνών. Το σύνολο απέκτησε γρήγορα φίλους και έκανε ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία του στη μουσική ζωή της Αθήνας. Υποκινητής της πρωτοβουλίας για την ίδρυσή της Ορχήστρας ήταν ο βιολονίστας Οδυσσέας Κορέλης, που είναι επίσης ο εξάρχων και επικεφαλής της. Καλλιτεχνικός διευθυντής και μαέστρος της είναι ο Νίκος Αθηναίος. Η Ορχήστρα Academica Αθηνών έχει την πολύτιμη συμπαράσταση του Ωδείου Αθηνών, στους χώρους του οποίου φιλοξενείται, ενώ συνεργάζεται με τον μουσικό σύλλογο «Ερατώ», ο οποίος έχει αναλάβει το οργανωτικό μέρος. Η Ορχήστρα διανύει σήμερα, με τον ίδιο πάντα ενθουσιασμό, τη δεύτερη χρονιά της ζωής της, φιλοδοξώντας να εδραιώσει ακόμη περισσότερο την θέση της στα μουσικά πράγματα του τόπου και διευρύνοντας τον κύκλο των δραστηριοτήτων της, τόσο εκτός Ωδείου Αθηνών, αλλά –σταδιακά– και εκτός αθηναϊκών τειχών.

O μαέστρος, συνθέτης και πιανίστας Νίκος Αθηναίος

… γεννήθηκε στο Χαρτούμ του Σουδάν. Σπούδασε πιάνο, σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας στην Αθήνα, την Κολωνία και το Ντύσσελντορφ. Η θητεία του ως αρχιμουσικού σε λυρικά θέατρα της Γερμανίας και της Ελβετίας είναι μακρόχρονη. Από το 1990 ως το 2001 διετέλεσε Γενικός Μουσικός Διευθυντής στην Φρανκφούρτη του Όντερ και μόνιμος μαέστρος της Κρατικής Ορχήστρας του Βραδεμβούργου. Έχει πραγματοποιήσει περιοδείες σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, έχει δώσει συναυλίες στα μεγαλύτερα μουσικά κέντρα (Βερολίνο, Βιέννη, Μόναχο, Παρίσι, Μόσχα, Άμστερνταμ κ.ά.) και έχει ηχογραφήσει πολλούς δίσκους ακτίνας που έχουν αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές και βραβεία διεθνώς. Έχει διευθύνει επανειλημμένα γνωστά σύνολα του εξωτερικού και όλες τις σημαντικές ελληνικές ορχήστρες. Από το 2000 έως το 2010 υπήρξε ο πρώτος Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Είναι Διευθυντής του Ωδείου Αθηνών και Καλλιτεχνικός Διευθυντής και μαέστρος της Ορχήστρας «Ακαντέμικα Αθηνών».