Η απολαυστική οπερέτα του Ιωάννη Κομνηνού, Κική-Κοκό παρουσιάζεται αυτή την Κυριακή 22 Φεβρουαρίου στο Φουαγέ του Θεάτρου Ολύμπια.

Η φάρσα που επινόησε ο πετυχημένος συγγραφέας της εποχής Σπύρος Ποταμιάνος (1877-1935) και της οποίας τη μουσική έγραψε ο Κομνηνός -μία από τις σημαντικές μορφές της ελληνικής οπερέτας- υπήρξε εκτός από την κορυφαία στιγμή της συνεργασίας τους, μία τεράστια εμπορική επιτυχία στην εποχή της σπάζοντας το μονοπώλιο των Σακελλαρίδη-Χατζηαποστόλου στο συγκεκριμένο είδος.

Στο πιάνο και στη μουσική διεύθυνση της εκδήλωσης ο Γιώργος Νιάρχος. Ερμηνεύουν: Μάρα Θρασυβουλίδου (Κική), Βάγια Κωφού (Kοκό), Δημήτρης Σιγαλός (Toτός), Μαρία Βλαχοπούλου (Γλυκερία), Ηλίας Τηλιακός (Λάζαρος).

Ο τίτλος της οπερέτας είναι δανεισμένος από τη μεγάλη επιτυχία της προηγούμενης χρονιάς “Η Κική και η Κοκό” σε μουσική Β. Σκόττο και στίχους Β. Σιδέρη που κι αυτή με τη σειρά της είναι η ελληνική μετάφραση της τεράστιας ευρωπαϊκής επιτυχίας “La Petite Tonkinoise” της Τζοζεφίν Μπαίηκερ. Πρόκειται για μια καθόλου ασυνήθιστη στο ελαφρό μουσικό θέατρο κεφαλαιοποίηση της επιτυχίας τραγουδιών, ταινιών ή γεγονότων, συνήθεια ενδεικτική της εμπορικής στόχευσης των δημιουργών.

Καθώς το λιμπρέτο του Ποταμιάνου δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατό να εντοπιστεί, η μόνη πηγή που μας δίνει πληροφορίες για την υπόθεση, εκτός από το μουσικό κείμενο, είναι οι κριτικές. Μία από αυτές, από τον Ελληνικό Ταχυδρόμο της 6/9/1928, παραθέτουμε παρακάτω από την πρεμιέρα του έργου στο θέατρο “Ιντεάλ” και τον θίασο Σαμαρτζή-Οικονόμου:

«Εις το θέατρον “Ιντεάλ” εδόθη προχθές το βράδυ η πρώτη της νέας πρωτοτύπου οπερέττας “Κική-Κοκό”, της οποίας το μεν κείμενον έγραψεν ο κ. Σ. Ποταμιάνος, γνωστός από τα λιμπρέττα της “Χαλιμάς” της “Ροζίτας” και του “Βαρκάρη του Βόλγα” κ.α., την δε μουσικήν ο κ. Ι. Κομνηνός. Ο τίτλος οπερέττα ίσως να έπρεπε εις το έργον αυτό ν’ αντικατασταθή με τον τίτλον μουσική κωμωδία, διότι περισσότερον περί φάρσας πρόκειται διηνθισμένης με άφθονα τραγούδια τα οποία ενθυμίζουν ωρισμένα παλαιά ή νέα μοτίβα. Ίσως μάλιστα η φάρσα αυτή να ενθυμίζη αρκετά και τον “Κόμητα Ομπλιγκαντό” που έπαιζε προ μηνός ο θίασος Οικονόμου. Πρόκειται και εδώ, όπως και εις τον “Κόμητα Ομπλιγκαντό” περί ενός υπαλληλάκου που καταντάει πλούσιος χάρις εις ένα θείον εξ Αρμερικής. Αλλ’ ο θείος (Πλούτης) εις την περίστασι αυτήν δεν είχε αποθάνει αλλά προσεποιήθη τον πεθαμένον δια να δοκιμάση τον ανεψιόν του. Ο ανεψιός (Παρασκευάς Οικονόμου) αντί να θρηνήση πανηγυρίζει τον θάνατον του θείου του, που θυμωμένος από την στάσιν αυτήν του ανεψιού του, αρνείται και λεπτόν ακόμη να του παραχωρήση. Έτσι, ο ανεψιός, αφού επέρασε μίαν νύκτα σαν “εκατομμυριούχος”, καταντά από υπάλληλος μοδιστράδικου που ήτο πριν, υπάλληλος ενός ινστιτούτου καλλονής, εις το οποίον δίνουν ραντεβού, εις την τρίτην πράξιν, όλα τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούσαν εις τας δύο άλλας πράξεις, ο διευθυντής του μοδιστράδικου κ. Κοσμάς (Ιωαννίδης), ο εξ Αμερικής θείος, η σύζυγος του διευθυντού του μοδιστράδικου κ. Γλυκερία (Σωτηρία Ιατρίδου), η υπάλληλος του μοδιστράδικου του κ. Κοσμά, Κική (Κούρμη) που αγαπά τον Τοτό, τον ανεψιόν δηλαδή και η σουμπρέττα Κοκό (Τ. Λιάσκα). Μέσω διαφόρων επεισοδίων η φάρσα φέρεται προς την λύσιν της, ο ανεψιός συμφιλιώνεται με τον θείον και νυμφεύεται την Κική, ενώ η Κοκό, η σουμπρέττα, που εποφθαλμιά τα εκατομμύρια του θείου, είτε εις αυτόν μείνουν, είτε εις τον ανεψιόν, μένει εις τα κρύα του λουτρού. Από τα έργα του ελαφρού μουσικού θεάτρου που επαίχθησαν εφέτος, ασφαλώς, ένα από τα καλλίτερα είναι και η “Κική-Κοκό”».