Η Χρύσα Καψούλη παρουσιάζει τον Ευαγγελισμό της Κασσάνδρας του Δημήτρη Δημητριάδη: μια spoken word performance βασισμένη σε ένα μονόπρακτο βαθιά ανθρώπινο, που ανατρέπει το μύθο της Κασσάνδρας, ταξιδεύοντας το πρόσωπό της στο σήμερα.

Μια άρια για τον έρωτα…

Αν η Βίβλος είναι το Ευαγγέλιο του Θεού, Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα μικρό θεατρικό Ευαγγέλιο του ανθρώπου. Ένα «αντί-Ευαγγέλιο» του έρωτα, όπου το π. Χ(ριστού) αντικαθίσταται από το π. Έ(ρωτος) και το μ. Χ(ριστόν) από το μ. Έ(ρωτα).

«Έτσι ακριβώς κινείται τώρα πια ο κόσμος.»

Η Κασσάνδρα του Δημήτρη Δημητριάδη είναι ένα πρόσωπο που δεν ευαγγελίζεται καταστροφές. Αντιθέτως. Ευαγγελίζεται την επικράτηση του έρωτα και την επερχόμενη αυτοκρατορία του πόθου.

«…η Κασσάνδρα διακηρύσσει την ολική επικράτηση τής προσφοράς και τής αποδοχής του πόθου στην ζωή τού κάθε ανθρώπου…» δηλώνει αφοπλιστικά ο Δημητριάδης, παρέχοντάς μας εξ αρχής το κλειδί του έργου.

«Κινήσεις ασυγκράτητες κοφτές
όπως βγαίνουν και πετιούνται όπου νάναι
σαν για να μη φορεθούν ποτέ ξανά
περιττά και άχρηστα
τα ρούχα τρελαμένων εραστών που επείγονται
να φανερώσουν ολόγυμνα τα σώματά τους
και να παρθούν ο ένας απ’ τον άλλον
μέσα στην άσκεπτη συναρπαγή τους.»

Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας ερμηνεύεται από την ηθοποιό και σκηνοθέτη Χρύσα Καψούλη, που φανερώνει την αγιότητα του σώματος σε μια «επί σκηνής» παραληρηματική γέννηση ενός άλλου κόσμου μέσω του γλωσσικού σύμπαντος του Δημητριάδη.

Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην 3η Συνάντηση νέων δημιουργών που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της XIV Διεθνούς συνάντησης αρχαίου δράματος στο Υπαίθριο Θέατρο (2η Σκηνή) των Δελφών (10/7/2009) και στα 44α Δημήτρια Θεσσαλονίκης (16-18/10/2009).

Στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, το έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά στην πλήρη του μορφή.

Συντελεστές

κείμενο: Δημήτρης Δημητριάδης | σκηνοθεσία, ερμηνεία: Χρύσα Καψούλη | μουσική σύνθεση: Μιχάλης Δέλτα | κοστούμι, visual design: Αντώνης Βολανάκης | σχεδιασμός φωτισμών: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη | βίντεο: Μύρνα Τσάπα | θεατρολόγος, βοηθός σκηνοθέτη: Ζωή Μαντά | διεύθυνση παραγωγής: Γιάννης Γκουντάρας | παραγωγή: DameBlanche| επικοινωνία: Αντώνης Κοκολάκης


O Δημήτρης Δημητριάδης για τον Ευαγγελισμό της Κασσάνδρας

Η Κασσάνδρα είναι το πρόπλασμα τής ξένης, όχι μόνο γιατί είναι Ασιάτισσα, έστω Μικρασιάτισσα, αλλά κι επειδή η μαντική της ιδιότητα την τοποθετεί αυτομάτως σ’ ένα άλλο επίπεδο, κυρίως την θέτει απέναντι στους άλλους στους οποίους απευθύνει τις προβλέψεις της. Στο πρόσωπό της συναιρείται το πρόβλημα τής καταγωγής και της γλώσσας, στοιχεία και τα δύο καθοριστικά για την αποδοχή και την ένταξη.

Στον «Ευαγγελισμό», αυτά τα δύο στοιχεία δοκιμάζονται ριζικά από την ανατρεπτική δύναμη τού πόθου. Εδώ, η Κασσάνδρα αναλαμβάνει η ίδια την διαπραγμάτευση τού προσωπικού της μύθου, που την θέλει ανέραστη και εχθρική προς την ερωτική προσφορά, και ανασκευάζει άρδην την γνωστή και καθιερωμένη εικόνα της. Γίνεται το αντίθετό της.

Απευθυνόμενη και πάλι προς όλους, αφηγείται την μεταστροφή της και τους λόγους που την οδήγησαν σ’ αυτήν. Η απόρριψη τού έρωτα που ένιωθε ο Απόλλων γι’ αυτήν, απόρριψη για την οποία εκείνος την καταράστηκε να προλέγει την αλήθεια αλλά να μην γίνεται από κανέναν πιστευτή, διακόπτεται και αντικαθίσταται από την απόλυτη παράδοση στο ερωτικό πάθος τού άντρα που, με την ανταπόκριση αυτή, την κάνει γυναίκα, αλλά κι από το γεγονός ότι τώρα πια, χάρις στην αποδοχή τού πόθου και στην ανταπόδοσή του, ό,τι λέει γίνεται από όλους πιστευτό.

Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει στην Κασσάνδρα, παίρνει, μέσα από τα λόγια της κι από τον τρόπο με τον οποίο αφηγείται την μεταστροφή της, πολύ ευρύτερες διαστάσεις: γίνεται μία παράφορη εξαγγελία υπέρ τής ερωτικής προσφοράς στην οποία η Κασσάνδρα αποδίδει τον καταλυτικό ρόλο για την επίτευξη μιάς ριζικής τομής. Η ιστορία τής ανθρωπότητας χωρίζεται σ’ ένα πριν την προσφορά και σ’ ένα μετά απ’ αυτήν.

Το προσωπικό πριν της Κασσάνδρας είναι το πριν όλων των ανθρώπων, και το προσωπικό της μετά είναι το μετά όλων των ανθρώπων. Το καταδικασμένο πριν και το αναγεννητικό μετά γίνονται, μέσα από τον ενθουσιώδη μονόλογό της, τα δύο άκρα όπου ο κάθε άνθρωπος μπορεί να βρεθεί αλλά και όπου μπορεί να επιλέξει ποιο από τα δύο θα ακολουθήσει, αφού πρόκειται πάντα για θέμα προσωπικής επιλογής και όχι έξωθεν καταναγκασμού.

Με την φρενήρη αφήγησή της η Κασσάνδρα καταρρίπτει όλες τις δεσμεύσεις τού παρελθόντος αποκαλύπτοντάς τες αποτυχημένες, και διακηρύσσει, ως φλεγόμενη συνήγορος, την ολική επικράτηση τής προσφοράς και τής αποδοχής του πόθου στην ζωή τού κάθε ανθρώπου.

Δημήτρης Δημητριάδης

20.4.2009