Μεγάλοι δρόμοι: η πρώτη παράσταση της νεοσύστατης ομάδας T.d.S. (Terre de semis) που βασίζεται σε διηγήματα της Λένας Κιτσοπούλου σε σκηνοθεσία Ειρήνης Φαναριώτη με την ίδια, τον Άρη Λάσκο και τη Μυρτώ Γράψα επί σκηνής, την Αμάλια Μπένετ στην επιμέλεια της κίνησης και τους Sancho 003 στη μουσική σύνθεση κάνει πρεμιέρα στις 17 Ιανουαρίου 2015, στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.

«Τα μεγάλα ταξίδια και οι μεγάλες διαδρομές συμβαίνουν καμιά φορά μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα. Το μυαλό διανύει αποστάσεις τρελές την ώρα που τα πόδια μένουν καρφωμένα στο πάτωμα.»

Μια τρελή αναζήτηση στους δρόμους της Αθήνας, ένα δείπνο στα πρόθυρα της αλήθειας, ένα ζευγάρι παπούτσια στο χέρι, ο ήχος από το τουμπερλέκι, ένα τηλέφωνο που χτυπά, ένα αεροπορικό εισιτήριο που γράφει «σ’ αγαπώ», ένας σάκος γεμάτος γράμματα, το σπίτι στην Άνδρο, τα Μπριζολάκια του Τέλη, ο Γιάννης, η Άννα, ο Όμηρος, ο Αριστοτέλης.

Αγάπη, απώλεια, σκοπός και πάντα, μπροστά και πίσω απ’ όλα αυτά, ένα όνομα. Σαν ανάγκη σχεδόν. Σχέσεις απόλυτες. Προσπάθειες άκαρπες. Προς αναζήτηση του απόλυτου. Κι αν αυτό υπάρχει. Μια κίνηση, σχεδόν «χειρονομία της επιθυμίας για αθανασία». Γιατί, αλήθεια, και ποιος δεν ονειρεύτηκε να αγαπήσει και να αγαπηθεί απόλυτα;

Η παράσταση Μεγάλοι Δρόμοι περιλαμβάνει εκτός από το ομώνυμο διήγημα, ένα ακόμη εξαιρετικής γραφής διήγημα από τις «Νυχτερίδες», το πρώτο βιβλίο της Λένας Κιτσοπούλου.

Η ταυτότητα της παράστασης

Σκηνοθεσία: Ειρήνη Φαναριώτη, ομάδα T.d.S. (Terre de Semis)

Σκηνικά: Γιάννης Αρβανίτης

Κοστούμια: Oμάδα T.d.S.

Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Φώτης Σιώτας

Επιμέλεια κίνησης: Αμάλια Μπένετ, Χαρά Κότσαλη

Φωτισμοί: Γιώργος Ταμπακάκης

Βοηθός σκηνοθέτη: Νάντια Μαργαρίτη

Παίζουν: Μυρτώ Γράψα, Άρης Λάσκος, Ειρήνη Φαναριώτη

Διάρκεια: 75 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

Σημείωμα σκηνοθέτη

Διάβασα τα δύο βιβλία της Λένας «Νυχτερίδες» και «Μεγάλοι Δρόμοι» σε μια νύχτα. Τα δύο διηγήματα, «Αθήνα, Εννέα Δεκεμβρίου» και «Μεγάλοι Δρόμοι» αντίστοιχα, ήταν αυτά που μου δημιούργησαν, από εκείνη τη νύχτα, την ανάγκη να περάσω στην απέναντι όχθη, αυτή του σκηνοθέτη. Ένιωσα, από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, ένα αίσθημα οικειότητας, τόσο έντονο, που να πιστεύω πλέον σήμερα πως εκείνα με διάλεξαν, κι όχι εγώ αυτά. Οι πρώτες έννοιες που μου ήρθαν στο νου ήταν κυρίως αντιθετικές. Φαινομενικά τα δύο αυτά διηγήματα έμοιαζαν όχι μόνο να μην έχουν καμία ομοιότητα αλλά να είναι εκ διαμέτρου αντίθετα. Αυτή, όμως, είναι η σύνδεσή τους. Η αντίθεσή τους. Χωρισμός και απώλεια (το ένα περιέχει πάντα το άλλο). Σχετικό κι απόλυτο. Τόλμη κι ατολμία. Χρόνος διεσταλμένος, χρόνος συμπυκνωμένος. Λογική, συναίσθημα. Για τη σύνθεση τελικά μιας ζωής. Μιας ζωής γεμάτης αντιθέσεις, καθημερινά. Με ενδιέφερε πάντα να δω την πρακτική της ζωής στο θέατρο, στην τέχνη εν γένει. Αλλιώς γιατί να με αφορά, σκεφτόμουν. Έτσι κι έγινε. Φτιάξαμε φανταστικές συνθήκες που, όμως, περιέχουν μόνο αλήθειες. Δεν ξεχάσαμε ποτέ το παραμύθι μας, την πηγή της ζωής, την ελπίδα μας. Αλλά η δική μας πριγκίπισσα βλέπει στον ύπνο της τον Τσιτσάνη και συνδιαλέγεται με τον Κολοκοτρώνη. Ο δικός μας πρίγκιπας ψάχνει ακόμη να βρει τις σωστές λέξεις για να ξεστομίσει αυτό που πραγματικά νιώθει. Η δική μας πριγκίπισσα πιστεύει ακόμη στα παραμύθια και ο δικός μας πρίγκιπας ψάχνει ακόμη να βρει το θάρρος. Πόδια που τρέχουν, χωρίς λογική να τα οδηγεί. Μυαλό που διανύει αποστάσεις τρελές, χωρίς πόδια να το στηρίξουν. Τι να γίνει, θα πεις. Έτσι είναι η ζωή. Τρέχει και δεν ρωτάει. Προχωράει και χωρίς εμάς, άμα λάχει. Εγώ όμως θα αφήσω το ψιχουλάκι μου εδώ. Και ποιος ξέρει; Μπορεί και να ξαναγυρίσω.

Ειρήνη Φαναριώτη


Φωτογραφίες: Angelica Aufrais, Βασίλης Αντωνόπουλος