Ο Γιώργος Παπαπαύλου, αποτελεί έναν από τους πιο πολυπράγμονες ηθοποιούς της νέας γενιάς. Αποφοίτησε από την Δραματική Σχολή του Δήμου Αγίας Βαρβάρας, αλλά και τη Νομική Σχολή Αθηνών. Από το 2006 που ξεκίνησε την καριέρα του, η παρουσία στο χώρο είναι συνεπέστατη και διαρκής. Αυτή τη χρονιά, τον συναντάμε στο πολύ επιτυχημένο «Μεφίστο» του Εθνικού, ενώ σε λίγες ημέρες θα τον δούμε και στο «Μανιφέστο του πολέμου» για λογαριασμό του Φεστιβάλ Επιδαύρου.

Συνέντευξη: Αναστασία Ρίζου

Culturenow.gr:  Ύστερα από έναν παραγωγικό χειμώνα για τα επαγγελματικά σας, με τις επιτυχημένες παραστάσεις, «Πολιτισμός: μια κοσμική τραγωδία» και «Γιοι και κόρες», ακολούθησε μια από τις πιο πολυαναμενόμενες παραγωγές, το «Μεφίστο» των Μνουσκίν – Μαν. Μιλήστε μας για το σημαντικό αυτό έργο και τι πραγματεύεται.

 Γιώργος Παπαπαύλου:  Ήταν όντως μια πολύ δημιουργική χρονιά και νιώθω πλήρης και τυχερός που συμμετείχα σε όλες αυτές τις παραστάσεις που αναφέρατε. Το ”Μεφίστο” περιγράφει την άνοδο του ναζισμού στην Γερμανία του μεσοπολέμου και πώς καθένας από τους ήρωες αναλαμβάνουν ή όχι την προσωπική ευθύνη της αντίστασης.

Cul.N.: Κατά τη γνώμη σας με ποιους τρόπους οφείλει η τέχνη να αντισταθεί σε παντός είδους φασισμό;

Γ.Π.: Δεν υπάρχει τίποτα που να  μπορείς να δώσεις ως κατευθυντήρια γραμμή στην τέχνη για να αντιμετωπίσει τέτοιες, μη συμβατές με την ανθρώπινη εξέλιξη ιδεολογίες. Η τέχνη από μόνη της, η πραγματική τέχνη, βρίσκεται στον αντίποδα αυτών των καρκινωμάτων. Δεν νοείται καλλιτέχνης ή δημιούργημα  του που να πρόσκειται φιλικά στον φασισμό.

Cul.N.: Πώς πρέπει να κρίνεται ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, που πιθανόν πρόσκειται φιλικά στο φασισμό; Οι πολιτικές πεποιθήσεις αφαιρούν την ουσία του έργου του αυτό καθαυτό;

Γ.Π.: Από την στιγμή που κάποιος ασπάζεται τον φασισμό και τις πρακτικές του δεν είναι καλλιτέχνης. Είμαι κάθετος σ’ αυτό και απόλυτος. Η καλλιτεχνική έκφραση είναι πράξη πολιτική εν τω βάθει και επί της ουσίας, επομένως αν δεχτώ ότι υπάρχει κάποιος που θεωρείται καλλιτέχνης και παράγει σοβαρό έργο αλλά ασπάζεται τον φασισμό, μάλλον δεν έχει αντιληφθεί για τι πράγμα μιλάει ή κάτι άλλο θέλει να πει και δεν τον μεταφράζουμε σωστά. Επομένως οι έχοντες δημόσιο λόγο οφείλουν να είναι πολύ προσεκτικοί και οι υπόλοιποι πολύ συγκεντρωμένοι.

Cul.N.: Εκτός από το «Μεφίστο», που ολοκλήρωσε τον κύκλο του στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και θα συνεχιστεί το φθινόπωρο στο Τσίλερ, σας βρίσκουμε και στην παράσταση «Μανιφέστο του Πολέμου», βασισμένο στον Θουκυδίδη, που ανεβάζει η Ρούλα Πατεράκη. Πείτε μας λίγα λόγια σχετικά.

Γ.Π.: Η Πατεράκη 20 χρόνια μετά την σύλληψη της ιδέας, βρήκε τα μέσα να τον ανεβάσει. Είμαστε 40 ηθοποιοί και μαθητές της Ρούλας από το Acting Anatomy Studio και δουλεύουμε εντατικά για την παράστασή μας στην Μικρή Επίδαυρο στις 25 και 26 Ιουλίου. Ο Θουκυδίδης είναι τόσο τωρινός και τόσο ”μετά”, ακόμα και από την εποχή μας, που καθιστά το έργο του ΠΑΝΙΣΧΥΡΟ.

Cul.N.: Πόσο εύκολη είναι η θεατρική μεταφορά ενός τόσο εμβληματικού έργου; Υπάρχει κάποιο ρίσκο ή φόβος στην αναμέτρηση με κάτι τόσο σπουδαίο;

Γ.Π.: Το ρίσκο είναι τεράστιο αλλά και η λαχτάρα όλων μας να γίνει αυτή η παράσταση είναι μεγαλύτερη. Πιστεύω στη δύναμη της Πατεράκη! Η δραματουργική επεξεργασία που έχει γίνει από την ίδια και τον κύριο Μάνο Λαμπράκη, οδηγούν την παράσταση σε μονοπάτια τόσο αποκαλυπτικά, τόσο σύγχρονα, απαλλαγμένα από μοντερνιές. Επίσης η μετάφραση του Γιάννη Λιγνάδη στον Επιτάφιο του Περικλή, είναι ζωντανή, σύγχρονη, με άριστα ελληνικά.

Cul.N.: Μιλήστε μας λίγο για τη συνεργασία σας με την κυρία Πατεράκη και τα υπόλοιπα εκλεκτά μέλη του θιάσου. Τι θα λέγατε πως αποκομίζετε από αυτήν την εμπειρία;

Γ.Π.: Η κυρία Πατεράκη υπήρξε δασκάλα μου στη δραματική σχολή. Θεωρώ ότι είναι τεράστιο κεφάλαιο στο θέατρό μας. Δοσμένη, σοβαρή, μορφωμένη, ιδιοφυής, με τρομερό χιούμορ… Μπορώ να μιλάω ώρες πολλές. Επίσης, ο κύριος Λιγνάδης είναι ένας πολύ σημαντικός ηθοποιός. Είναι ωραίο να τον παρακολουθείς στις πρόβες. Αλλά και οι υπόλοιποι συνάδελφοι δημιουργούν ένα πολύ ωραίο κλίμα συνεργασίας.

Cul.N.: Παρά τη νεαρή ηλικία σας, έχετε κάνει αξιοζήλευτα βήματα, με διαρκή παρουσία στα πράγματα. Πόσο εύκολο είναι αυτό, δεδομένων των συνθηκών στο χώρο της υποκριτικής και της ανεργίας που μαστίζει τον κλάδο;

Γ.Π.: Καθόλου εύκολο. Όλα έγιναν δύσκολα και με πολλή δουλειά. Όμως, όλα πάνε καλά και παίρνω κουράγιο να συνεχίσω.

Cul.N.: Πώς βλέπει τα πράγματα ένας νέος που ξεκινά τη σταδιοδρομία του στην Ελλάδα της κρίσης, στην καθημερινότητα γενικά και στον τομέα του πολιτισμού, ειδικά;

Γ.Π.: Η καθημερινότητα έγινε αφόρητη. Οι δρόμοι γέμισαν θλίψη και νευρικότητα. Ο πολιτισμός υπολειτουργεί γιατί κανείς από τους διοικούντες δεν τον πιστεύει. Δεν μπορεί να τον πιστέψει γιατί δεν έχει την παιδεία να το κάνει. Εγώ όμως, είμαι εδώ και το παλεύω και δεν απογοητεύομαι γιατί συναντώ κι άλλους σαν εμένα καθημερινά. Ε, λοιπόν, μ’ αυτούς ζω την ψευδαίσθηση ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο. Και αυτή τη χαρά κανείς δεν μπορεί να μου την στερήσει.

Cul.N.: Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε το επόμενο επαγγελματικό σας βήμα και μια μεγάλη προσδοκία σας για το μέλλον.

Γ.Π.: Ακόμα τα πράγματα είναι πολύ ρευστά για το χειμώνα και δεν μπορώ να απαντήσω. Αυτό που θα ήθελα για το μέλλον, είναι να διεκδικώ και να παίρνω την απόλαυση από αυτό που κάνω.

Η παράσταση της Ρούλας Πατεράκη, “Το μανιφέστο του πολέμου (Μέρος Α’)” θα παρουσιαστεί στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου στις 25 και 26 Ιουλίου 2014.