Ένα μυθιστόρημα που καταφέρνει και αναβιώνει αναγνώσματα όπως τον Όλιβερ Τουίστ του Κάρολου Ντίκενς ή τον Τομ Σώγιερ του Μαρκ Τουέιν έχει σίγουρα λόγο να στρέφει πάνω του τα βλέμματα. Πόσο μάλλον όταν το μυθιστόρημα αυτό είναι η πρώτη παρουσία επί σκηνής στο έργο που λέγεται συγγραφή.

Η Hannah Tinti μπόρεσε να εμπνευστεί και να εμπνεύσει μία ιστορία βγαλμένη από άλλον αιώνα, με μία αφήγηση πολύ ευαίσθητη που μεταμορφώνει τον αναγνώστη σε μικρό παιδί για να εξάψει την φαντασία του όπως τότε που σκυμμένος πάνω από τα πρώτα λογοτεχνικά βιβλία του «έβρισκε» και συνομιλούσε με την περιπέτεια φανταστικών και συνομήλικων με εκείνον ήρωες.

Το μαγικό ραβδί που κρατάει στα χέρια της η συγγραφέας μας πηγαίνει πίσω στον 19ο αιώνα στη Νέα Αγγλία σε μία ατμόσφαιρα εποχής. Εκεί ο Ρεν, ο ήρωάς της σαν ένας άλλος Όλιβερ Τουίστ παλεύει να βρει ένα καλύτερο αύριο μιας και η ζωή στέρησε από εκείνον τους γονείς του και μία φυσιολογική οικογένεια. Στο ορφανοτροφείο όπου περνάει τις μέρες του βρίσκει ένα περιβάλλον άλλοτε εχθρικό και άλλοτε φιλικό. Δέχεται τις επιπλήξεις των ανθρώπων που έχουν επωμιστεί με την ανατροφή του με μεθόδους όμως που κάθε άλλο παρά συνάδουν με την διαπαιδαγώγηση και την εκπαίδευση ενός παιδιού. Του συμπεριφέρονται άκομψα, δίχως κατανόηση σαν να αποτελεί ο ίδιος έναν μπελά από τον οποίο αδημονούν πότε θα απαλλαγούν.

Παράλληλα, υπάρχει για εκείνον και η φωτεινή πλευρά της ζωής καθώς γίνεται κοινωνός της φιλίας των δύο δίδυμων Ίκι και Μπρομ που όλοι μαζί λειτουργούν ως ομάδα και το παιχνίδι τους πιστώνεται ως ανακούφιση για τον ταλαιπωρημένο ψυχισμό του. Μέσα σε αυτή την δύσκολη και επίπονη για αυτόν καθημερινότητα, περιπλανιέται στις σκέψεις του προσδοκώντας πότε θα υιοθετηθεί για να απολαύσει και αυτός με την σειρά του τους καρπούς ενός ομαλού οικογενειακού βίου, όσο ομαλός μπορεί να είναι αυτός για ένα μικρό παιδί που υπολείπεται στοργής από γέννησής του.

Η συγγραφέας μπαίνει βαθιά στο σπήλαιο των συναισθημάτων του μικρού Ρεν, τον χαρακτήρα του οποίου ο αναγνώστης ανακαλύπτει όση η ιστορία ξεδιπλώνεται άλλοτε με δραματικότητα και άλλοτε με γενναιότητα από μέρους του Ρεν. Όταν ο Ρεν γίνεται “κτήμα” του Μπέντζαμιν Ναμπ, ο οποίος και τον αναζήτησε και τον διεκδίκησε από το ορφανοτροφείο ως υποτιθέμενος νόμιμος πατέρας του, τότε ο μικρός εύλογα ευελπιστεί πως αυτό θα αποτελέσει το εφαλτήριο για μία καινούργια αρχή, μακριά από την αυστηρότητα και την πειθαρχία που βίωσε όσο καιρό έμενε δέσμιος μίας ζωής που ο ίδιος δεν επέλεξε αλλά αρκέστηκε να συμβιβαστεί. Η αποχώρηση παρ’ όλα αυτά δεν είναι και ό,τι πιο ευχάριστο μιας και διατηρεί χαρούμενες αναμνήσεις αφενός από την αδελφή Άγκνες που τον φρόντιζε και αφετέρου από τους δίδυμους αδελφούς που του  έδωσαν απλόχερα συντροφιά και στήριγμά στις δύσκολες στιγμές της παιδικής του μοναξιάς. Συντροφιά του είναι επίσης και το βιβλίο για τη ζωή του Αγίου Αντωνίου που “δανείστηκε” από το μοναστήρι και το έκρυψε καλά ως αναμνηστικό του, έγινε κλέφτης από ανάγκη για γνώση.

Στον κόσμο που καλείται να επιβιώσει ο Ρεν θα έρθει αντιμέτωπος με ανθρώπους σκληρούς, ανέντιμους, βουτηγμένους από την κορυφή ως τα νύχια μέσα στην παρανομία και το ψέμα. Είναι άνθρωποι που δεν τον αγαπάνε αλλά θέλουν να εκμεταλλευτούν την αγνότητα, την καλοσύνη του και το αγαθό της ψυχής του. Γιατί η ψυχή του είναι άσπιλη και άμαθη σε βρομοδουλειές και ανήθικες δραστηριότητες στις οποίες είναι υποχρεωμένος να κολυμπήσει για να εξασφαλίσει ένα πιάτο φαί και έναν ύπνο σε ένα υποτυπώδες κρεβάτι.

Τουλάχιστον αυτά στο μοναστήρι μαζί με την καθαριότητά του τα είχε σίγουρα, εκεί οι έννοιες του ήταν άλλες. Τώρα οι προκλήσεις του έχουν γεύση πικρή και τίποτε δεν είναι δεδομένο και εκ προοιμίου κατοχυρωμένο. Θα μπλεχτεί σε περίεργα κυκλώματα, θα λειτουργήσει ως κλεπταποδόχος και μικροεγκληματίας, χωρίς όμως την δική του βούληση. Οι κίνδυνοι που παραμονεύουν πολλοί και οι χαρές του λίγες αλλά το βασικότερο είναι πως το αντράκι που κρύβεται βαθιά μέσα του και η υπευθυνότητα που θα χτίσει είναι και αυτά που θα τον σώζουν, χωρίς βέβαια να σημαίνει πως θα χάσει την ευαισθησία του. Μέσα στις “λάσπες” των αποστολών που θα του αναθέτουν, θα σταθεί όρθιος και θα αποδείξει πως δεν είναι όμηρος και έρμαιο κανενός, αλλά κύριος του εαυτού του. Ο τίτλος του καλού κλέφτη αντικατοπτρίζει απόλυτα τον Ρεν, έναν ήρωα που με το πρώτο φως θα καθαρίσει μόνος του την ψυχή του και θα επανέλθει στον ίσιο δρόμο γιατί στην περίπτωσή του ο εκτροχιασμός είναι πράξη ανάγκης και όχι συνειδητή.

Η μόνη του σανίδα σωτηρίας θα καταστεί η αλήθεια, η δική του αλήθεια.
Αυτά που περιγράφει η Tinti με γλαφυρότητα και με πολύ παραμυθένια διάθεση μέσα στην σκληρότητα των σκηνών είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας του τότε και του σήμερα. Οι ιστορίες παιδιών που μεγαλώνουν πριν την ώρα τους για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που εγκυμονούν είναι πολλές και ανά την υφήλιο. Αλλά κάθε παιδί έχει το δικαίωμα στην ευτυχία και αυτοί που του την υποκλέπτουν θα κριθούν εν ευθέτω χρόνω για την αδικία που έσπειραν. Γιατί όπως λέει και κάποιος ανώνυμος: “Η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία”. Η συγγραφέας με την γλώσσα της αλήθειας χαρίζει πέραν της ευδαιμονίας ενός καλού αναγνώσματος, την δυνατότητα να αντικρύσει κανείς ένα πρόβλημα με διαστάσεις κοινωνικές που ποτέ δεν έχει πάψει να απασχολεί. Και ποιος ξέρει αν αυτό το βιβλίο τελικά είναι η ευκαιρία να ξεσκονίσουμε και πάλι τους ήρωες με τους οποίους μεγαλώσαμε και να τους ξαναζωντανέψουμε στην μνήμη μας. Τα όνειρα και η φαντασία είναι δικαίωμα μικρών και μεγάλων.

“Ξέρουμε τι είμαστε, όχι τι μπορεί να γίνουμε” Σαίξπηρ

Το βιβλίο του Hannah Tinti με τίτλο Ο καλός κλέφτης κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις. Διαβάστε πληροφορίες για το βιβλίο έδω.