Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών παρουσιάζει το War Horse, την αυθεντική παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας σε μαγνητοσκοπημένη μετάδοση από το New London Theatre.

Άνθρωποι και  άλογα- μαριονέττες σε ένα ταξίδι από το τις φάρμες του ειδυλλιακού Ντέβον στα χαρακώματα και το μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Από την πρώτη του παράσταση, το 2007 στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, το Άλογο του Πολέμου έγινε παγκόσμιο φαινόμενο και έχει προσφέρει σε 4 εκατομμύρια θεατές σε όλο τον κόσμο, μια ανεπανάληπτη, μαγική θεατρική εμπειρία. Η αναμονή για εισιτήρια είναι ακόμα δύο με τρεις μήνες και οι κριτικοί έχουν εξαντλήσει όλους τους υπερθετικούς για αυτό το μοναδικό θέαμα εντυπωσιακής τεχνικής δεξιοτεχνίας, που σχολιάζει τολμηρά τη ματαιότητα και τη φρίκη του πολέμου.

Το War Horse είναι η τέταρτη της φετινής σειράς μεταδόσεων από το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, που το Μέγαρο Μουσικής για τέταρτη συνεχή χρονιά προσφέρει στο αθηναϊκό κοινό, σε συνεργασία με την Βρετανική Πρεσβεία και το Βρετανικό Συμβούλιο.

Εκτός από τις μαριονέττες-άλογα, κάθε συντελεστής έχει δώσει τον καλύτερο εαυτό του. Η άψογα οργανωμένη σκηνοθεσία της Μαριάν Έλιοτ (Marianne Elliot) και του Τομ Μόρι ς(Tom Morris), τα σκηνικά του Ρέι Σμιθ (Rae Smith), τα βίντεο των Λίο Γουόρνερ και Μαρκ Γκρίμερ, η συγκινητική μουσική του Άντριαν Σάτον (Adrian Sutton) και τα συγκλονιστικά  λαϊκά τραγούδια του σπουδαίου τραγουδοποιού Τζον Ταμς (John Tams), οι φωτισμοί του Πολ Κόνσταμπλ (Paule Constable), «που είναι από μόνοι τους ένα θέαμα», όπως έγραψε στον Γκάρντιαν ο Μάικλ Μπίλινγτον, «δικαιώνουν τη φήμη που έχει κατακτήσει το Εθνικό Θέατρο στην παραγωγή επικών θεαμάτων. Με αυτή την παράσταση ξεπέρασε όλες τις προηγούμενες εξαιρετικές παραγωγές του».

«Ιδιοφυές, είναι μια λέξη φτωχή για να περιγράψει αυτή την καταπληκτική παραγωγή» έγραψε η Ντέιλι Τέλεγκραφ για αυτό το συναρπαστικό θέαμα, που στο κέντρο του είναι οι μαριονέτες-άλογα της νοτιοαφρικανικής Handspring Puppet Company. Άναυδοι οι θεατές παρακολουθούν αυτές τις φυσικού μεγέθους  μαριονέττες, λιτές και μοντέρνες στην κατασκευή τους, να αποκτούν σάρκα και ζωή μπροστά στα μάτια τους, να γίνονται εξαίσια πλάσματα, χάρις σε μια υψηλής δεξιοτεχνίας ομάδα χειριστών και τις καταπληκτικές χορογραφίες του Τόμπι Σέντγουίκ(Toby Sedgwick). Οι μαριονέττες-ζώα είναι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές  που δίνουν το συναισθηματικό βάθος σε αυτή την παράσταση που βλέπουν και ξαναβλέπουν αμέτρητοι θεατές με δάκρυα στα μάτια.

Βασισμένο στην γνωστή νουβέλα για παιδιά, που έγραψε ο Μάικλ  Μορπούργκο(Michael Morpurgo), το 1982 και σε θεατρική μεταφορά του Νικ Στάφορντ (Nick Stafford) είναι ένα έργο « μοναδικά φρέσκο και συγκινητικό, τεχνικά έξοχο, με μεγάλο βάθος συναισθήματος, που αφήνει μια έντονη αίσθηση κάθαρσης, αποκαλύπτοντας ότι η σχέση μας με τα ζώα μπορεί να είναι μια από τις πλούσιες εμπειρίες εξευγενισμού», όπως έγραψε ο Πολ Τέιλορ στον Ιντιπέντεντ.

Στο βιβλίο, ο ήρωας είναι ο Τζόι, το άλογο-αφηγητής, που σχολιάζει σε πρώτο πρόσωπο το ζόφο του πολέμου, μιας αδυσώπητης μηχανής φτιαγμένης από ανθρώπους, με θύματα τους ίδιους, αλλά και τα ζώα. Ο Τζόι, αγαπημένος σύντροφος του μικρού Άντριαν, ζει την αμέριμνη αγροτική ζωή σε μια φάρμα του Ντέβον, στις αρχές του 20ου αιώνα.  Όταν ξεσπάει ο Α΄ Πόλεμος, ο πατέρας του Άντριαν πουλάει τον Τζόι σε μια μονάδα ιππικού που κατευθύνεται στα γαλλικά χαρακώματα. Ο πανέμορφος αναβάτης Τζόι υπηρετεί στην αρχή με τους Βρετανούς και στη συνέχεια αιχμαλωτίζεται από τους Γερμανούς. Όταν τραυματίζεται, άχρηστος πια, εγκαταλείπεται και περιφέρεται σε έρημη γη ενώ ο Άντριαν, έχει καταταχθεί στα 16 του χρόνια, με μοναδικό σκοπό να βρει το αγαπημένο του άλογο μέσα στο χάος των συγκρούσεων.

Στην σκηνή ήταν αδύνατο να πρωταγωνιστεί ένα άλογο. Η δυναμική προσαρμογή του Νικ Στάφορντ, παρακάμπτει την αφήγηση του αλόγου και αναθέτει στο διάλογο ανάμεσα στους ηθοποιούς να διηγηθούν την ιστορία. Συλλαμβάνει εξαιρετικά όχι μόνο τη μυστήρια και έντονη σχέση που μπορεί να έχουν οι άνθρωποι με τα ζώα, αλλά και την αποτρόπαιη σπατάλη και τον τρόμο του Μεγάλου Πολέμου. Η παραγωγή, στις σκηνές της μάχης, «παραπέμπει στην Γκουέρνικα του Πικάσο», σημείωσε το περιοδικό Τάιμ Άουτ.

«Αυτή η δεξιοτεχνική παράσταση», γράφει ο Τσαρλς Σπένσερ στην Τέλεγκραφ, «αποδίδει την οδύνη που φέρνει ο πόλεμος και οι σκηνές των μαχών με τους στρατιώτες και τα άλογα να γαζώνονται από οπλοπολυβόλα σε έρημες, λασπωμένες εκτάσεις, αναδύουν την τραγική ματαιότητα της σύγκρουσης… Υπάρχει κάτι τόσο ευγενές σε αυτά τα καταπληκτικά άλογα, που μοιάζουν τόσο αληθινά, που οι κινήσεις και ήχοι τους αποδίδονται με τόση ακρίβεια από τους εξαιρετικούς χειριστές τους, αλλά και οι ηθοποιοί φτάνουν σε σπουδαίες στιγμές με ερμηνείες συγκινητικές. Αυτή είναι μια από τις πιο συγκινητικές και ευρηματικές παραγωγές όλων των εποχών, για όλες τις ηλικίες»