Το Κράτος του Ζόφου

Ποιο είναι άραγε το χρώμα της μνήμης; Από συνήθεια υποστηρίζουμε πως τα όνειρα δεν έχουν χρώμα, ή αν προτιμάτε, το υποσυνείδητο την ώρα του ύπνου επιλέγει την ουδετερότητα του γκρίζου, σαν σε παλιό μαυρόασπρο φιλμ, όπου όλα τα φαντασιακά δρώμενα προβάλλονται μέσα από το γοητευτικό πρίσμα της νοσταλγίας για μια άλλη εποχή, για ένα μακρινό παρελθόν, αθώο, αγνό, χωρίς τον πόνο του σήμερα, δίχως το ανυπέρβλητο βάρος του παρόντος.

Μπαίνοντας στη μακρόστενη αίθουσα του δεύτερου ορόφου στο κεντρικό κτίριο του Μουσείου Μπενάκη, ο επισκέπτης έρχεται αντιμέτωπος με δεκαπέντε γλυπτά που συνειδητά κινούνται στο χώρο του μονοχρωματικού πεδίου. Τα έργα αυτά, μινιατούρες κτιρίων ή αρχιτεκτονικές μακέτες, τοποθετημένα σε ουδέτερα βάθρα, στο ύψος του μέσου ανθρώπου, διατρέχουν το σκοτεινό, δίχως παράθυρα εκθεσιακό χώρο, προτείνοντας τη δυνατότητα στο θεατή να κινηθεί όχι γραμμικά αλλά σε διακλάδωση, σα μέσα σ’ ένα σύντομο λαβύρινθο από μνημειώδη προπλάσματα μιας φανταστικής πόλης. Ένα ισχνό φως χαϊδεύει απαλά την επιφάνεια ενός ξενοδοχείου, μιας ιδιόκτητης βίλας, ενός διοικητικού κτιρίου, μιας γέφυρας, ενός σιδηροδρομικού σταθμού, ή μεταξύ άλλων ενός μοντέρνου ουρανοξύστη, όλα κατασκευασμένα από διαφορετικά υλικά μακέτας, όπως αφρολέξ, γύψος, κερί, ξύλο MDF, σκυρόδεμα, φύλλα αλουμινίου, μπρούτζο, ατσάλι, τούβλα, πολυουρεθάνη, δημιουργώντας έτσι την ατμόσφαιρα ενός ονειρικού, ζοφερού σκηνικού. Σε αυτές τις συνθήκες η γλυπτική εγκατάσταση παραπέμπει σε περίτεχνα προπλάσματα ενός μελλοντολογικού σκηνικού από μια ταινία επιστημονικής φαντασίας που δε γυρίστηκε ποτέ ή ενδεχομένως αποτέλεσε την πρωταρχική σύλληψη ενός μακάβριου ταμπλό όπου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε μια ταινία τρόμου για μια άγνωστη πόλη εγκαταλελειμμένη στις βαρβαρότητες ενός ακήρυχτου πολέμου και την αέναη φθορά του αμείλικτου χρόνου.

Σε αυτό το σκοτεινό σκηνικό από τρισδιάστατες αναπαραστάσεις κτιρίων της γενέτειράς του, την παραθαλάσσια πόλη Sukhumi, στις ανατολικές ακτές της Μαύρης θάλασσας, πρωτεύουσα της Abkhazia, ο σχετικά νέος Andro Wekua (γεννημένος το 1977), επιχειρεί ένα ιδιαίτερο ταξίδι μνήμης, μια θαρραλέα εμβάθυνση σε τραυματικά γεγονότα από το προσωπικό του παρελθόν.

Με τη συνδρομή της βιωματικής μνήμης ανακατασκευάζει κτίρια της πόλης όπου γεννήθηκε και πετυχαίνει ν’ ανασυνθέσει την πραγματικότητα των παιδικών του χρόνων, συμβουλευόμενος ταυτόχρονα φωτογραφίες στο διαδίκτυο ή άλλες που ανταλλάσσει με φίλους ή γνωστούς του. Αξίζει να σημειωθεί πως ο ίδιος διαμένει στην κεντρική Ευρώπη και δεν έχει επισκεφτεί την πόλη του από τότε που διέφυγε εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου και της δολοφονίας του πολιτικού ακτιβιστή πατέρα του από εθνικιστές.

Με το ιδιαίτερο φορμαλιστικό του λεξιλόγιο πετυχαίνει να ενσωματώσει στα έργα του την ατμόσφαιρα μιας μελαγχολικής ενατένισης ενός παρελθόντος βεβαρημένου από σφάλματα και απώλειες, ενός παρελθόντος ποτισμένου στην εχθρότητα και το μίσος, την εξουσιαστική, ισοπεδωτική τάση μεμονωμένων ομάδων για εκκαθάριση και εξαγνισμό, την αδυναμία των ανθρώπων να συνυπάρξουν ειρηνικά και γαλήνια.

Τα έργα του Andro Wekua καταλαμβάνουν περήφανα το λιγοστό τους χώρο, περιτριγυρισμένα στη μελαγχολική αχλή ετοιμόρροπων ερειπίων μιας πόλης φάντασμα, της πόλης των παιδικών του χρόνων, θραύσματα θλιβερών αναμνήσεων μιας επώδυνης εποχής, αντικατοπτρισμοί μιας απωθημένης αφήγησης που αναζητά έκφραση, προσδοκά ισότητα, δικαιοσύνη.

Με όχημα τα μικρό-γλυπτά του, ο καλλιτέχνης επιχειρεί να διατυπώσει την πανανθρώπινη αίσθηση πως κάθε μορφή μίσους και βίας ανάμεσα στους ανθρώπους, που αναπόφευκτα προκαλεί σύρραξη κι εμπόλεμη αναταραχή, ένα τοπίο μονάχα μπορεί ν’ ανακαλέσει στην ιστορική μας μνήμη, τη ζοφερή απεικόνιση της εγκατάλειψης, της φθοράς, της καταστροφής, της ανθρώπινης απουσίας, της προσφυγιάς, της εξαθλίωσης, της θλιβερής πτώσης σε απολίτιστες, βάρβαρες μορφές ζωής, όπου ο χρόνος και ο θάνατος διαιωνίζουν την απωθητική παντοδυναμία τους.

Γιατί, πώς να ξεχάσει κάποιος που έχει δει τα ανατριχιαστικά πλάνα των κατεστραμμένων σκηνικών στην αρχή της ταινίας, συμβολικές αναπαραστάσεις του βομβαρδισμού του Βελιγραδίου στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και το ζοφερό τοπίο της καμένης γης που άφησε πίσω του ο εμφύλιος πόλεμος στη δεκαετία του ’90 στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στο τελευταίο μέρος του «Underground» (1995) του Emir Kusturica; Ή ακόμη τα «πληγωμένα» κτίρια από την πολύχρονη πολιορκία του Σαράγεβο, έτσι όπως τα κινηματογραφεί στο φινάλε της ταινίας του, «Το Βλέμμα του Οδυσσέα» (1995), ο Θόδωρος Αγγελόπουλος;

Η έκθεση του Andro Wekua “Pink Wave Hunter” παρουσιάζεται στο Κεντρικό Κτήριο του Μουσείου Μπενάκη, από 21 Ιανουαρίου έως τις 23 Μαρτίου 2014.