Ένας νεαρός ηθοποιός έρχεται στην Αθήνα γεμάτος όνειρα και φιλοδοξίες. Ο ίδιος αισθάνεται πολύ τυχερός για το ξεκίνημά του, γιατί πιστεύει πως “η αρχή είναι πολύ σημαντική για έναν ηθοποιό, το πως θα σε μάθει ο κόσμος του θεάτρου, οι συνάδελφοι, οι σκηνοθέτες”.

Το καλοκαίρι του 1995, είναι μία σημαντική στιγμή για εκείνον, καθώς ερμηνεύει τον ρόλο του Αίμονα, στην “Αντιγόνη” του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη. Πολύ γρήγορα καταφέρνει να γίνει αγαπητός στο ευρύ κοινό και να συμμετάσχει σε αξιόλογες θεατρικές, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές.

Το 1999 πηγαίνει στη Νέα Υόρκη και σπουδάζει με υποτροφία στο H.B. Studio και στο Stella Adler Conservatory, μαθαίνοντας πέντε διαφορετικές μεθόδους δουλειάς. Στη συνέχεια, ξεδιπλώνει το υποκριτικό του ταλέντο σε παραστάσεις αρχαίου δράματος, συνεργάζεται με σημαντικούς σκηνοθέτες και χαράσσει την δική του πορεία στον καλλιτεχνικό κόσμο. Τα τελευταία χρόνια τον βλέπουμε σε παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου και περισσότερο σε νεοελληνικά έργα. Τη φετινή θεατρική σαιζόν υποδύεται τον Αντρέα στην “Γειτονιά των αγγέλων”, έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου.

Με αφορμή αυτή την παράσταση, ο Νίκος Ψαρράς μίλησε στο Culturenow.gr για τις θεατρικές του αναμνήσεις, την φετινή παράσταση του Εθνικού, τον έρωτα και μας αποκάλυψε τα μελλοντικά επαγγελματικά του σχέδια.


Culturenow.gr: Πως προέκυψε η ενασχόλησή σας με την τέχνη της υποκριτικής; Δώστε μας μία εικόνα από το θεατρικό σας ξεκίνημα..

Νίκος Ψαρράς: Εγώ από παιδί ήθελα πολύ να γίνω ηθοποιός, ήταν ένα μεγάλο όνειρο. Πριν ακόμα μπω στη Δραματική σχολή, ήμουν σε θεατρικές ομάδες του Δήμου Θεσσαλονίκης, πήγαινα στη ΧΑΝΘ, συμμετείχα σε διάφορες δράσεις που είχαν σχέση με το θέατρο. Κάποια στιγμή γινόταν μία ακρόαση, για το τον ρόλο του Χριστού στους “Δαιμονισμένους”, τη διασκευή του Αλμπέρ Καμύ. Είναι αστείο αυτό το γεγονός γιατί… έβαλα το κίτρινο πουλοβεράκι μου, έφτασα στο ΚΘΒΕ, ανεβαίνω στον 2ο και βρίσκομαι ανάμεσα σε διάφορες μαύρες κουρτίνες, στο κέντρο της σκηνής. Εκεί έκαναν πρόβα ο Γιάννης Ιορδανίδης με τον Δημήτρη Καρέλλη και την Ανέζα Παπαδοπούλου. Παγώνουν αυτοί, παγώνω κι εγώ! Μου λέει ο Ιορδανίδης “θέλετε κάτι;” και απαντάω εγώ “ήρθα για το ρόλο κάποιου Χριστού”. Τότε μου είπε εκείνος: “Κάποιου Χριστού; ‘Εχεις χιούμορ αγόρι μου, πήγαινε στη γραμματεία να δώσεις τα στοιχεία σου”. Αυτή ήταν η πρώτη μου θεατρική εμπειρία και αυτό το “κάποιος Χριστός” ήταν η πρώτη μου επιτυχής οντισιόν!

Αμέσως μετά μπήκα στο ΚΘΒΕ, όπου φοίτησα για 3 χρόνια χωρίς να μπορώ να παίξω, γιατί απαγορευόταν από το νόμο. Ενώ τέλειωσα τη σχολή πρώτος και αριστούχος, αντί να μπω στο δυναμικό του θεάτρου, μου είπαν να μου δώσουν υποτροφία για 1 χρόνο σπουδές στο εξωτερικό· Το οποίο και προτίμησα. Όλα αυτά στην Ελλάδα μας τα λέμε λίγο αργά, δεν τα λέμε όταν πρέπει.. Μου το είπαν τέλος Σεπτέμβρη· Έτσι αποφάσισα να έρθω στην Αθήνα, έχοντας πλήρη άγνοια γι’ αυτή τη πόλη, δούλεψα μπάρμαν σε ένα μαγαζί στο Κολωνάκι. Την ίδια εβδομάδα, έμαθα για δύο οντισιόν: για τον θεατρικό “Μακμπέθ” του Γιώργου Κιμούλη και για την τηλεοπτική “Πρόβα νυφικού” του Κώστα Κουτσομύτη. Μέσα σε μία εβδομάδα, λοιπόν, είχα κλείσει θέατρο με τον Κιμούλη και σίριαλ με τον Κουτσομύτη. Οπότε… η Αθήνα μου φέρθηκε πολύ καλά! Κάπως έτσι ξεκίνησα…

Cul. N.: Πόσο έχετε αλλάξει από τότε;

Ν. Ψ.: Και έχω αλλάξει και δεν έχω…Ο αυθορμητισμός μου, το πως κινούμαι μέσα στο χώρο της δουλειάς δεν έχει αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου. Έχω αλλάξει όμως στο ότι πια έχω την πολυτέλεια να διαλέγω πράγματα..

Cul. N.: Ποια είναι, λοιπόν, τα κριτήρια με τα οποία επιλέγετε τον κάθε ρόλο που θα υποδυθείτε;

Ν. Ψ: Η αλήθεια είναι ότι την έχω πατήσει πολλές φορές, γιατί συχνά ξεκινάμε κάτι για να γίνει υπέροχο και στη πορεία αλλάζει! Τα κριτήρια είναι πάντα οι συντελεστές, οι σκηνοθέτες, με ποιούς θα συνεργαστείς επί σκηνής και σαφέστετατα το κείμενο. Το κείμενο είναι πολύ σημαντικό στη δουλειά μας, για να μπορέσεις ή όχι να κάνεις μία ερμηνεία.

Cul. N.: Ας έρθουμε, λοιπόν, στο φετινό θεατρικό κείμενο με το οποίο συνδιαλέγεστε. “Η γειτονιά των αγγέλων”, ένα νεοελληνικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου. Μιλήστε μας λίγο για αυτή τη συνεργασία και για την προσωπική σας οπτική για το έργο.

Ν. Ψ.: Το έργο στο οποίο παίζουμε φέτος στο Εθνικό Θέατρο είναι η διασκευή του Κώστα Τσιάνου πάνω στο έργο του Καμπανέλλη. Ο σκηνοθέτης πήρε ένα κείμενο, το άλλαξε, έβαλε έξτρα τραγούδια με την υπέροχη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, άλλαξε το φινάλε, έβγαλε αρκετές από τις σκηνές που είχε ο Ανδρέας με την Ξένια, διάνθισε ρόλους και πρόσθεσε και άλλους..Απλώς ήθελε να δώσει μία άλλη πινελιά και άλλη στροφή στο έργο, ήθελε να το πάει κάπου αλλού…Εγώ το πρωτότυπο δεν το έχω διαβάσει, το έχουν διαβάσει κάποιοι άνθρωποι από το θίασο. Επομένως, το συγκεκριμένο κείμενο δεν μπορούμε να το κρίνουμε ως έργο καθαρά του Καμπανέλλη, αλλά σαν θεατρική διασκευή του Κώστα Τσιάνου. Πρόκειται σίγουρα για ένα κείμενο απλό και βατό, που γίνεται κατανοητό από όλους..Σίγουρα υπήρξαν πολλοί που δυσανασχέτησαν και είπαν ότι παραείναι απλό και θυμίζει ελληνική ταινία. Σαφέστατα θυμίζει..

Cul. N: Όσον αφορά τον χαρακτήρα που ενσαρκώνετε;

Ν. Ψ.: Ο Αντρέας είναι ένα λαϊκό παιδί από την Δραπετσώνα. Αυτό που προσπάθησα εγώ να δω σ’ αυτόν είναι ότι αφήνει πίσω του όλα τα θέματα του Εμφυλίου, όλη αυτή τη διχοτόμηση της χώρας μας σε δύο στρατόπεδα. Είναι από την γενιά που κοιτάει μπροστά, που θέλει να προχωρήσει και να αλλάξει την Ελλάδα. Θεωρεί ότι ο έρωτας είναι πάνω από όλα. Και έτσι πρέπει. Ο έρωτας δεν πρέπει να κοιτάει τσέπη, τάξη ή κάστα!

Cul. N.: Ο έρωτας του Αντρέα “είναι παθιασμένος και έξω από τα καθιερωμένα”. Υπάρχει κάποιου είδους ταύτιση με την προσωπικότητα του ήρωα;

Ν. Ψ.: Σ’ αυτό που είδατε σίγουρα υπάρχουν πολλά πράγματα από μένα και από δικές μου μνήμες. Και εγώ ένα λαϊκό παιδί είμαι με πατέρα ξυλουργό, ούτε στα Κολωνάκια και στις Κηφισιές μεγάλωσα, αλλά σε ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη με πολλά χωράφια..Από αυτή την άποψη λοιπόν μοιάζουμε. Επίσης, θα έκανα τέτοιου είδους επαναστάσεις. Εγώ για έρωτες έχω πει πολλά όχι στη δουλειά και έχω κάνει πολλές τρέλες στη ζωή μου! Είναι πολύ πιο σημαντικό να είσαι με ένα άνθρωπο και να ζεις αυτή τη στιγμή και δεν πειράζει αν βγει λάθος στη πορεία. Πιο σημαντικό από όποιους ρόλους, από όποια Επίδαυρο, από όποια Εθνικά…

Cul. N.: Πρώτος που υποδύθηκε αυτό το ρόλο, πριν από 50 χρόνια στον ίδιο ακριβώς θεατρικό χώρο, ήταν ο Νίκος Κούρκουλος -στον οποίο είναι και αφιερωμένη η φετινή παράσταση-. Τι συναισθήματα και ευθύνες δημιουργεί αυτό;

Ν. Ψ.: Μεγάλες ευθύνες! Τον Κούρκουλο τον ήξερα, όταν έπαιξα τον Αίμωνα ήταν διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, χωρίς να το ξέρω με βοήθησε πολλές φορές στην πορεία του χρόνου και το έμαθα μετά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγκαλιά που έδωσε σε μένα και στη Μαρία Ναυπλιώτου, το καλοκαίρι του 2006 που ήρθε να δει την “Ιφιγένεια εν ταύροις” στην Επίδαυρο και μετά από λίγους μήνες έφυγε…Ο Κούρκουλος, η Καρέζη, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είναι για μας όπως ο Τζέημς Ντιν και οι μεγάλοι ηθοποιοί του Χόλιγουντ, είναι θρύλοι! Είμαστε πολύ τυχεροί όσοι του γνωρίσαμε.

Την παράσταση δεν την έχω δει γιατί δεν ζούσα τότε, αλλά δεν υπάρχουν και ντοκουμέντα, εκτός από κάποιες φωτογραφίες. Ξέρω ότι η παράσταση δεν λειτούργησε τότε και ανέβηκε για πολύ λίγο. Στην πρεμιέρα ήταν ο Άλκης Κούρκουλος, πράγμα αρκετά σημαντικό για μένα.

Ο Νίκος Κούρκουλος έχει παίξει απίστευτα πράγματα, μυθικούς ρόλους. Εγώ, όταν με ρωτούσαν στην αρχή πως αισθάνομαι πως παίζω τον Νίκο Κούρκουλο γέλαγα. Γιατί δεν παίζω τον Κούρκουλο, Ανδρέας λέγεται ο χαρακτήρας. Το ίδιο μου έλεγαν και πέρυσι για τα “Κόκκινα Φανάρια”, πως αισθάνομαι που παίζω τον Φούντα, ο Φούντας δεν παίζεται!

Cul. N.: Πιστεύετε ότι η δική σας “γειτονιά” συνομιλεί με την εποχή μας; Υπάρχουν σήμερα τέτοιες γειτονιές;

Ν. Ψ.: Δυστυχώς υπάρχουν. Όχι με τραγούδια και χαρές! Τότε υπήρχε φως στο τούνελ, άρα βλέπανε τον δρόμο· Αυτή τη στιγμή υπάρχει χάος, μια τρομοκρατία απίστευτη από παντού, μία έχουμε πλεόνασμα και μία δεν έχουμε! Επιπλέον, υπάρχει πολύς θυμός σήμερα, γιατί είναι οξύμωρο οι άνθρωποι που μας έβαλαν στην κρίση να προσπαθούν να μας βγάλουν.

Cul. N.: Τελικά η κρίση γεννάει καινούρια πράγματα;

Ν. Ψ.: Ρωτάτε έναν άνθρωπο που η δουλειά του βρισκόταν, βρίσκεται και θα βρίσκεται πάντα σε κρίση. Η τέχνη θέλει κρίση, θέλει ζόρι, δεν θα πας μπροστά αν είσαι βολεμένος. Δεν μπορεί ένας ηθοποιός να είναι μόνιμος κάπου, δεν υπάρχει μονιμότητα στη φύση αυτού του επαγγέλματος. Και στο Εθνικό Θέατρο είμαστε με πεντάμηνα συμβόλαια, στην καλύτερη περίπτωση με οκτάμηνα και μετά απολύεσαι. Αν κάποια στιγμή σε ξαναπάρει κάποιος σκηνοθέτης επειδή του κάνεις, σε ξαναπροσλαμβάνουν. Αυτό αμέσως σε βάζει σε μία άλλη κίνηση, στο να είσαι όσο καλύτερος γίνεται κάθε βράδυ γιατί δεν ξέρεις ποιος σε βλέπει. Μπορεί αυτός που θα σου δώσει την επόμενη δουλειά να είναι ανάμεσα στο κοινό…

Cul. N.: Ποια είναι η ανταπόκριση του κοινού μέχρι τώρα, στη “Γειτονιά των αγγέλων”;

Ν. Ψ.: Πολύ θετική..Αν εξαιρέσουμε κάποιες κριτικές που έχουν γραφτεί· Υπήρχαν κριτικοί που τους βλέπαμε σε παραστάσεις, ενώ το κοινό σηκωνόταν και χειροκροτούσε και έλεγε μπράβο, αυτοί είχαν σταυρωμένα τα χέρια και ήταν έξαλλοι. Δικαίωμά τους, καλά κάνουν και είναι έξαλλοι, δεν πειράζει..Ο κόσμος όμως έρχεται με πολύ αγάπη και λαχτάρα να δει αυτό που κάνουμε. Εμείς γνωρίζουμε καλύτερα από κάθε κριτικό, κάθε φορά τι παίζουμε εκεί επάνω, σας μιλάω ειλικρινά! Και ξέρουμε πολύ καλά αν είμαστε άνοστοι, άοσμοι, φωτεινοί, λαμπεροί ή φερέλπιδες..Όποια αμφιβολία και αν έχουμε την αφήνουμε πάντα στο καμαρίνι· Όταν θα ανέβεις πάνω στη σκηνή, έστω και ένας να θέλει να σε χειροκροτήσει, πρέπει να είσαι άψογος!

Cul. N.: Πόσο επηρεάζει όμως έναν ηθοποιό μία γεμάτη ή άδεια πλατεία;

Ν. Ψ.: Πάρα πολύ τον επηρεάζει…Το θέατρο δεν το κάνουμε για μας, δεν είναι αυνανισμός, να είμαστε μόνοι μας εκεί πάνω και να μην μας αφορά το κοινό. Αν η πλατεία είναι άδεια αποτύχαμε! Άρα, το ότι μας έχει δει μέχρι τώρα σχεδόν 15.000 κόσμος και ότι για τις βραδινές του Σαββάτου και τις παραστάσεις της Κυριακής, μέχρι τέλος Γενάρη, δεν υπάρχουν θέσεις…σίγουρα μας δίνει δύναμη!

Cul. N.: Μπορεί να δώσει το θέατρο και η τέχνη γενικότερα διεξόδους στις σύγχρονες ανησυχίες και τα προβλήματα;

Ν. Ψ.: Το θέατρο πρέπει να ποιεί πολιτική πράξη, θα πρέπει να είναι παρών! Δεν ξέρω όμως αν μπορεί δώσει λύση..Τα τελευταία τρία χρόνια, για κάποιο λόγο, παίζω στο Εθνικό Θέατρο νεοελληνικά έργα. Στην “Αυλή των Θαυμάτων”, στους “Θεατές”, στα “Κόκκινα Φανάρια” και τώρα στη “Γειτονιά των αγγέλων”. Βλέπεις πως όταν λέγονται πράγματα, που τονίζονται από εμάς με ένα ντέρτι, έναν καημό σημερινό, ο θεατής το πιάνει αμέσως! Στους “Θεατές” ο κόσμος σπάραζε, και υπήρχαν και εκεί κάτω κάποιοι θυμωμένοι. Εγώ ξέρετε τι έλεγα; Ορίστε να άλλος ένας θυμωμένος, ο οποίος μεσολάβησε ώστε να γίνει η Ελλάδα του σήμερα έτσι όπως είναι, είδε τα μούτρα του επάνω και θύμωσε!

Cul. N.: Ας μιλήσουμε λίγο για το μέλλον… Έχετε κάποια επόμενα επαγγελματικά σχέδια που μπορείτε να μας αποκαλύψετε;

Ν. Ψ.: Θα είμαι στο Εθνικό με το “Μεφίστο”που θα κάνει ο Νίκος Μαστοράκης. Με μεγάλο κέφι και χαρά θα μπω σε αυτή τη δουλειά, η τρίτη που συνεργάζομαι με τον Νίκο Μαστοράκη. Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό και πολύ επίκαιρο! Βλέπουμε, μέσα από την ιστορία του θίασου του Εθνικού Θεάτρου του Βερολίνου, την άνοδο του Ναζισμού και πως όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες, αντιμετωπίζουν αυτή την επέλαση. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν κάτι χωρίς φραγμούς, υπήρχε ανεκτικότητα, ομοφυλοφιλία, γυμνό και όλα αυτά κόπηκαν αμέσως μετά την άνοδο των Ναζιστών στην εξουσία. Παρατηρούμε πως κάποιοι τιμωρούνται για τις ιδέες τους και πως άλλοι γίνονται χειρότεροι από τους Ναζιστές, εξαιτίας του φόβου τους…

Όσον αφορά τον κινηματογράφο, έχω ήδη κάνει μία ταινία, το «Short fusion» του Κώστα Σκύφτα, στην οποία παίζουν ακόμη οι: Θοδωρής Αθερίδης, Γιώργος Καραμίχος, Αποστόλης Τότσικας, Τάσος Νούσιας, Ευγενία Δημητροπούλου και Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. Αυτόν τον καιρό γυρίζουμε την ταινία «The Νight of falling skies» του Βασίλη Χριστοφιλάκη, που είναι βασισμένη σε ένα κόμικ που έχει γίνει στην Αγγλία από Ελληνίδα. Βλέπουμε τέσσερις ιστορίες που βρίσκονται γύρω από το σημείο που αυτοκτονεί ένας πιτσιρικάς. Δείχνει λοιπόν πως εισπράττει ο καθένας τους αυτό το συμβάν και ποια είναι η μετάλλαξή τους μετά από έναν χρόνο, που συναντιούνται ξανά στο σημείο της αυτοκτονίας. Αγαπώ πολύ το σινεμά, θα ήθελα να κάνω κι ας μην πληρώνει! Έτσι κι αλλιώς, χρήματα πλέον δεν υπάρχουν πουθενά, ας κάνουμε τουλάχιστον αυτό που αγαπάμε!

Cul. N.: Ας κλείσουμε με το δικό σας αισιόδοξο μήνυμα προς όλους.

Ν. Ψ: Να έχουμε υγεία, ψυχραιμία και έρωτα -φωνάζει η γυναίκα μου από μέσα! Κακά τα ψέμματα, με τον έρωτα μπορούμε να τα ξεπεράσουμε όλα.

Μπορείτε να παρακολουθήσετε την “Γειτονιά των αγγέλων” και τον Νίκο Ψαρρά στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού θεάτρου. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ