Η New Star προβάλλει σε επανέκδοση στους κινηματογράφους Titania Cinemaxκαι Αλεξάνδρα, το συγκλονιστικό έπος Πως δενότανε τ’ ατσάλι”, από 19 Δεκεμβρίου 2013.


Πρόκειται για τη μεταφορά στην οθόνη ενός πασίγνωστου μυθιστορήματος του Νικολάι Οστρόφσκι που ήταν το μεγάλο μπεστ-σέλερ των Ρώσων στην δεκαετία του ’30. Μια επικών διαστάσεων λογοτεχνική απεικόνιση του γιγαντιαίου αγώνα της γενιάς της Επανάστασης.

 

Ένα έπος για την αναγκαιότητα του αγώνα, τη νιότη, την αγάπη, την ελπίδα.

 

«Πώς δενότανε τ΄ ατσάλι»

1942 – Ασπρόμαυρο (85’)

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

 

Σενάριο : Μαρκ Ντονσκόι από μυθ. Νικολάι Οστρόφσκι

Φωτογραφία: Μπ. Μοναστρίσκι
Μουσική: Λέων Σβάτζ

Ερμηνεία: Ντιμίτρι Σαγκάλ, Β. Πέρεστ Πετρένκο, Ι. Φιντόνοβα

Βραβεία: Λένιν 1944

«Το ατσάλι δένεται στη μεγάλη φωτιά και στο δυνατό ψύχος.

Τότε γίνεται δυνατό και τίποτα δε φοβάται.

Έτσι ατσαλώθηκε και η δική μας γενιά και έμαθε να μην παραδίνεται…».

 

Το πιο ακριβό στον άνθρωπο είναι η ζωή. Αυτή του δίνεται μια φορά και πρέπει να τη ζήσει κανείς έτσι που να μην τον βασανίζει ο πόνος για τα χρόνια που τα ‘ζησε άσκοπα, για να μην τον καίει η ντροπή για το πρόστυχο και το τιποτένιο παρελθόν και να μπορέσει πεθαίνοντας να πει «Όλη μου τη ζωή, όλες μου τις δυνάμεις τις έδωσα στο πιο ωραίο ιδανικό του κόσμου- στον αγώνα για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας».

Το βιβλίο του Νικολάι Οστρόφσκι «Πως δενότανε τ’ ατσάλι» είναι το χρονικό μιας εποχής, σελίδες απ’ την ιστορία ενός λαού, αφιέρωμα στους απλούς ανθρώπους, εργάτες και αγρότες που άλλαξαν την όψη του κόσμου και άνοιξαν το δρόμο για το φωτεινό μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας.

 

ΣΥΝΟΨΗ

Μέσα από την δράση του κεντρικού νεαρού κομσομόλου Πάβλου Κορτσάγκεν , ο οποίος υπερασπίστηκε στα πεδία των μαχών την επανάσταση , στη διάρκεια του αιματηρού εμφυλίου 1919-1921, παρακολουθεί κανείς το πάθος και την έξαρση ενός ολόκληρου λαού να απαλλαγεί από τα δεσμά της εκμετάλλευσης, την αποφασιστικότητα για την οργάνωση και εδραίωση της νέας κοινωνίας. Ο τύπος του ανθρώπου-αγωνιστή ,που ενσάρκωσε ο Κορτσάγκεν ,αποτέλεσε για πολλές γενιές ηθικό πρότυπο. Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο γυρίστηκε και βγήκε στην οθόνη το 1942, στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου για το σοβιετικό λαό(1941-1945). Εξέχουσα θέση κατείχε το έργο και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια της ανοικοδόμησης της σοβιετικής κοινωνίας.

 

Η πρώτη κινηματογραφική απόδοση του ομώνυμου αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος του βραβευμένου με το βραβείο «Λένιν» σοβιετικού συγγραφέα Νικολάι Οστρόφσκι υπογράφεται από τον εξίσου προβεβλημένο, έγκριτο και πολυβραβευμένο σκηνοθέτη.

 

Η ιστορική αξία της ταινίας βρίσκεται και σε ένα ακόμη γεγονός, που της προσθέτει γοητεία, αλλά και τραγικότητα. Ο πρωταγωνιστής της Βλαδήμηρος Πέριστ-Πετρένκο αμέσως μετά τα γυρίσματα έφυγε για το μέτωπο, και την ίδια χρονιά σκοτώθηκε παίζοντας αυτή τη φορά αληθινά το ρόλο του ήρωά του!

 

Ο Μαρκ Ντονσκόι θέλησε να κάνει με το βιβλίο του Οστρόφσκι μια να τριλογία. Το πρώτο μέρος της ταινίας θυμίζει ιδιαίτερα τη σκιαγράφηση της ζωής στην τσαρική Ρωσία που περιγράφει στην Τριλογία του Γκόρκι και η νεαρή κοπέλα που αναγκάζεται να γίνει πόρνη για να επιβιώσει, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι συντρόφισσα του ήρωα της παραπάνω Τριλογίας.

Όμως ο πόλεμος βρήκε την ταινία ανολοκλήρωτη και ο Ντονσκόι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα στούντιο του Κίεβου και να καταφύγει στο Ασχαμπάντ. Εκεί άλλαξε το αρχικό σενάριο προσαρμόζοντάς το στις απαιτήσεις του πατριωτικού αγώνα εναντίον των Γερμανών. Έτσι εξαφανίστηκαν πολλά σημαντικά κεφάλαια του βιβλίου και τονίσθηκε ο αγώνας των Ουκρανών κατά των Γερμανών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Μέσα σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες, ο Ντονσκόι καταφέρνει να κάνει ένα έπος πάνω στην αναγκαιότητα του αγώνα , τη νιότη, την αγάπη, το θάνατο και να περισώσει ένα μέρος του πλούτου του βιβλίου του Οστρόφσκι.

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ

 

Ντονσκόι, Μαρκ Σεμιόνοβιτς

(Mark Semionovic Donskoy, Οδησσός [σημερινή Ουκρανία] 1901 – Μόσχα 1981).

 

Ρώσος σκηνοθέτης και σεναριογράφος του κινηματογράφου της Σοβιετικής Ένωσης, ουκρανικής καταγωγής. Έκανε τα πρώτα του βήματα στον κινηματογράφο το 1927 και απέκτησε διεθνή φήμη μεταξύ 1938 και 1941, τα χρόνια κατά τα οποία συμπλήρωσε την Τριλογία του Γκόρκι, ένα σπουδαίο έργο που αποτελείται από τρία μέρη, στο καθένα από τα οποία διασκεύαζε κινηματογραφικά και ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο του συγγραφέα: Τα παιδικά χρόνια (1938), Η εφηβεία (1939), και Τα πανεπιστήμιά μου (1941). Το ενδιαφέρον που ένιωθε για τον επαναστατικό ρομαντισμό του Γκόρκι τον ώθησε να μεταφέρει στην οθόνη δύο ακόμα έργα του ίδιου συγγραφέα: Η μάνα (1955) και Θωμάς Κορντέγιεφ (1959). 
Ωστόσο, ο Ν. δεν υπήρξε μόνο διασκευαστής των έργων του Γκόρκι. Ήταν και ο δημιουργός δύο ταινιών με θέμα τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο –Ουράνιο Τόξο (1944, βραβευμένο με το κρατικό βραβείο της ΕΣΣΔ την ίδια χρονιά) και Οι αλύγιστοι (1945)– καθώς και της ταινίας Η πίστη της μάνας (1967), εμπνευσμένο από την προσωπικότητα της μητέρας του Λένιν. Τέλος, από τις άλλες ταινίες του ξεχωρίζουν: Σε πολύ ακριβή τιμή (1957), γνωστό επίσης ως Το άλογο που κλαίει, και Γεια σας παιδιά (1962).

 

Ο Ν. ήταν προικισμένος με ένα λυρικό ταλέντο και σχεδόν όλα του τα έργα φανερώνουν μια εσωτερικότητα που έλειπε από τα έργα των άλλων σύγχρονών του δημιουργών. Ο Νονσκόι τιμήθηκε πολλές φορές από το σοβιετικό κράτος για την προσφορά του στον κινηματογράφο.

 

 

Οστρόφσκι, Νικολάι Αλεξέγεβιτς

 

Στις 22 Δεκεμβρίου 1936, έφυγε από τη ζωή ο Σοβιετικός συγγραφέας Νικολάι Αλεξέγιεβιτς Οστρόφσκι, σε ηλικία μόλις 32 ετών (γεννήθηκε το 1904) ο δημιουργός του πασίγνωστου μυθιστορήματος «Πώς δενόταν το ατσάλι», μία επικών διαστάσεων, λογοτεχνική απεικόνιση του γιγαντιαίου αγώνα της γενιάς της επανάστασης, με έντονα τα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ήταν γόνος φτωχής εργατικής οικογένειας και φοίτησε σε ιερατική σχολή. Ο Οστρόφσκι έζησε από κοντά τη γέννηση του σοβιετικού κράτους, δούλεψε με πάθος για το στέριωμά του. Mε την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου πόλεμου, βρέθηκε στην Ουκρανία, όπου πολέμησε εθελοντικά στον εμφύλιο, από τις γραμμές της ταξιαρχίας του ιππικού του Κοτόφσκι της 1ης στρατιάς ιππικού και προσχώρησε στο σοσιαλοδημοκρατικό κίνημα και αργότερα στην κομουνιστική νεολαία όταν και τραυματίστηκε βαριά τον Αύγουστο του 1920. Από το 1919 ήταν μέλος της Κομσομόλ, στην οποία αναδείχτηκε ηγετικό στέλεχος την περίοδο ’23-’24 στην Ουκρανία.

 

Η ταλαιπωρημένη υγεία του τον καθήλωσε από το 1927 στο κρεβάτι και το 1928 έχασε το φως του. Παρά την αναπηρία του, ρίχνεται στον αγώνα της αυτομόρφωσης, αγώνας ουσιαστικά για τη ζωή και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στις κομματικές οργανώσεις. Αργότερα το 1932 ασχολήθηκε με τη συγγραφή του μυθιστορήματος «Πώς δενότανε το ατσάλι» έως το 1935 που το ολοκλήρωσε κατάκοιτος πια. Λίγο αργότερα έγραψε άλλο ένα μυθιστόρημα, το «Γεννημένοι στη θύελλα» (1934) στο οποίο περιέγραψε τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Δυτική Ουκρανία της περιόδου ’19-’20, άλλα έμεινε ημιτελές, λόγω του πρόωρου θανάτου του. Το «Πώς δενόταν το ατσάλι» γυρίστηκε ταινία δύο φορές (1942 και 1957). Το 1935 απονεμήθηκε στον Οστρόφσκι ο τίτλος του επιτρόπου ταξιαρχίας, ενώ το 1966 τιμήθηκε μετά θάνατο με το παράσημο Λένιν και το βραβείο της λενινιστικής Κομσομόλ. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, ενώ ο ήρωας του πλέον γνωστού έργου του, ο Πάβελ Κορτσάγκιν, αποτέλεσε κεντρικό σημείο αναφοράς στη διαπαιδαγώγηση της σοβιετικής νεολαίας της εποχής. Με τα έργα αυτά, ο Ο. έγινε γνωστός και πέρα από τα σύνορα της χώρας του. Και στα δύο μυθιστορήματα, τα μοναδικά του άλλωστε, περιγράφει με λιτότητα και ρεαλισμό, απαράμιλλες εικόνες και καταστάσεις από τους αγώνες του λαού της Ουκρανίας και τις συνθήκες υπό τις οποίες άρχισε να διαμορφώνεται η νέα κοινωνία και να διαπλάθεται η νεολαία της. Και τα δύο έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, καθώς και στα ελληνικά, και έχουν διασκευαστεί για το θέατρο και τον κινηματογράφο.



Η τελευταία του συνέντευξη του Νικολάι Αλεξέγιεβιτς Οστρόφσκι

 

Στην τελευταία του συνέντευξη (δύο μήνες πριν το θάνατό του) στον ανταποκριτή της φιλελεύθερης αγγλικής εφημερίδας,«Νιους Κρόνικλ», Σ. Ρόντμαν, ο Οστρόφσκι ξεδιπλώνει τις απόψεις του για την οικοδόμηση της ΕΣΣΔ και την πεποίθησή του για την αποσύνθεση του καπιταλισμού.

 

«Μάθαμε να μην παραδινόμαστε…»

Ο δημοσιογράφος ζητά από τον Οστρόφσκι να σχολιάσει τις απόψεις ενός Λετονού επιστήμονα που επέστρεψε μετά από χρόνια στην ΕΣΣΔ σαν τουρίστας και ο οποίος, ενώ όταν έφτανε ήταν αρνητικά φορτισμένος (κυρίως λόγω της πεποίθησης ότι η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής δε θα βοηθήσει τους μπολσεβίκους), έφευγε σίγουρος ότι ο κομμουνισμός… «είναι μεγάλη δύναμη»! Το μόνο του πρόβλημα ήταν ο αθεϊσμός του νέου καθεστώτος, αλλά δήλωνε σίγουρος ότι οι κομμουνιστές «εργάζονται με τις αρχές του χριστιανισμού και… χωρίς να το καταλάβουν θα γίνουν και οι ίδιοι χριστιανοί».

 

Οστρόφσκι:«Είναι παράδοξο. Ο μεγάλος επιστήμονας Παβλόφ ήταν πολύ θρήσκος. Είναι κατανοητό όμως ότι αυτό προερχόταν από τις παιδικές του αναμνήσεις, αλλά και από μια διάθεση “μετωπικού” αυτοπροσδιορισμού: θέλω και πηγαίνω στην εκκλησία και κανείς δεν μπορεί να μου το απαγορεύσει αυτό. Εμείς οι κομμουνιστές είμαστε υλιστές και καταλαβαίνουμε πόσο τρομαχτικός είναι ο μηχανισμός καταπίεσης της ανθρωπότητας. Και αυτός ο μηχανισμός ήδη δούλεψε. Κάποτε ο καπιταλισμός έπαιξε εκπολιτιστικό ρόλο, έστω και στη βάση της εκμετάλλευσης. Ωστόσο δημιούργησε πελώριο πλούτο. Αυτό δεν μπορείς να το αμφισβητήσεις. Δες όμως τι γίνεται τώρα: πετιούνται στη θάλασσα βαρέλια με βούτυρο και τόνοι καφέ…».

Δημοσιογράφος: «Είναι γνωστό ότι ο Ρούσβελτ πλήρωσε τους φάρμερ για να καταστρέψουν τις σοδειές τους».

Οστρόφσκι: «Άραγε αυτό δεν είναι ένδειξη της διάλυσης, της σαπίλας του καπιταλισμού; Η Αγγλία – μια μεγάλη πολιτισμένη χώρα στο παρελθόν – τώρα δε συνεχίζει την πολιτιστική της ανάπτυξη. Υπάρχουν μόνο παλιές αξίες, βαλμένες στα μπαούλα και τίποτα νέο. Επήλθε η παράλυση, χρειάζεται νέο αίμα για μπορέσει εκ νέου να αναπτυχθεί και να δημιουργήσει. Ο Κομμουνισμός είναι η αναγέννηση όλου του κόσμου. Και αυτό, για τις κυρίαρχες τάξεις ακούγεται φρικτό. Η θέση αυτών που καθοδηγούν την αγγλική πολιτική είναι στο σπίτι των φρενοβλαβών. Αν είναι τρομακτικός ένας τρελός με ρεβόλβερ, τότε τι να πει κανείς γι’ αυτούς που μπορούν να σπρώξουν στον πόλεμο 45 εκατομμύρια ανθρώπους και να πλημμυρίσουν με αίμα τη γη; Πώς δεν έχει γίνει κατανοητό μέχρι σήμερα στο εξωτερικό ότι η ΕΣΣΔ δεν έχει στόχο να εξολοθρεύσει τα πάντα;».

Δημοσιογράφος: «Τώρα έχουν αρχίσει να το καταλαβαίνουν αυτό».

Οστρόφσκι: «Σεβόμαστε τον τίμιο ανοιχτό πόλεμο με τα όπλα στα χέρια. Ο ίδιος πολέμησα και σκότωσα και οδήγησα και άλλους σε αυτό. Αλλά δε θυμάμαι ούτε ένα περιστατικό που να σκοτώσαμε άοπλο και παραδομένο εχθρό. Γιατί ήδη αυτός δεν ήταν εχθρός. Από πού απόμεινε στους μαχητές ζεστασιά γι’ αυτούς τους ανθρώπους, τους οποίους δέκα λεπτά πριν μπορούσαν να σκοτώσουν χωρίς δισταγμό;».

Ο Οστρόφσκι θα πει στον δημοσιογράφο ότι η πραγματική απελευθέρωση των αγροτών του νέου κράτους, αυτών που «το μόνο βιβλίο που γνώριζαν ήταν το ευαγγέλιο και τα παραμύθια για το διάβολο» θα έρθει μόνο μέσα από τη μόρφωση. Και στην ερώτηση, γιατί διάλεξε αυτόν τον τίτλο για το βιβλίο του απάντησε: «Το ατσάλι δένεται στη μεγάλη φωτιά και στο δυνατό ψύχος. Τότε γίνεται δυνατό και τίποτα δε φοβάται. Έτσι ατσαλώθηκε και η δική μας γενιά και έμαθε να μην παραδίνεται…».