Η μεγαλύτερη εν ζωή χορεύτρια του κόσμου, η Συλβί Γκιλιέμ, παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το κλασικό έργο “Μαργαρίτα και Αρμάνδος”, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Συνοδοιπόροι της είναι τα περίφημα Μπαλέτα του Τόκυο μαζί με κορυφαίους συνεργάτες και σολίστες, σαν τον πιανίστα Ντέϊβιντ Καμπάσι, τον χορευτή Ολιβιέ Σανού και βέβαια τον πρώτο χορευτή (Etoile) της Σκάλας του Μιλάνου, τον μεγάλο σούπερ σταρ Μάσιμο Μούρου.

Το υπέροχο έργο «Μαργαρίτα και Αρμάνδος» δημιουργήθηκε το 1963 από τον σπουδαίο χορογράφο Sir Frederick Ashton ειδικά για δύο σούπερ σταρ που αποτελούσαν και το κορυφαίο χορευτικό ζευγάρι της εποχής, τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ και την Μαργκό Φοντέιν.

Το μπαλέτο είναι εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα του 19ου αιώνα «Η Κυρία με τις Καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά, αλλά και από άλλες προσαρμογές της ίδιας ιστορίας, όπως η περίφημη όπερα του Τζιουζέπε Βέρντι «Τραβιάτα».

Η ιστορία ξεκινά με την Παριζιάνα Marguerite Gautier, η οποία είναι στο κρεβάτι της, βαριά άρρωστη από φυματίωση. Σε κάποιο παραλήρημά της, θυμάται την ερωτική σχέση της με έναν νεαρό άνδρα που ονομάζεται Αρμάνδος, η οποία σιγά-σιγά απεικονίζεται στο μπαλέτο, με πολλές ονειρεμένες σκηνές και αναδρομές στο παρελθόν.

Δεδομένου ότι το «Μαργαρίτα και Αρμάνδος χορογραφήθηκε ειδικά για τον Νουρέγιεφ και την Φοντέιν, ήταν δύσκολο για κάποιον να φανταστεί άλλους στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, με αποτέλεσμα να καταστεί για πολλά χρόνια, ένα σχεδόν «απαγορευμένο έργο»!

Μετά το θάνατο των δύο σπουδαίων χορευτών, αυτό το ταμπού έμελε να σπάσει από μια εξίσου σπουδαία χορεύτρια, την επίσης σούπερ σταρ Συλβί Γκιλιέμ, που το ερμηνεύει εκπληκτικά, με παρτενέρ της την πρώτη φορά τον Nicolas de Riche και αργότερα τον πρώτο χορευτή της Σκάλας του Μιλάνου, (Etoile) Μάσιμο Μούρου με τον οποίο έρχεται και στην Αθήνα.

Το γεγονός αυτό, χαρακτηρίστηκε απ’ το παγκόσμιο κοινό και την διεθνή κριτική, ως ένα «περίεργο αλλά πανέμορφο παιχνίδι της μοίρας, ως μια πνευματική κληρονομιά μεταξύ χορευτικών θεοτήτων» αφού η Συλβί στο ξεκίνημά της υπήρξε προστατευόμενη του Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ο οποίος σημάδεψε την καριέρα της ως δάσκαλος και μέντοράς της.

Χορογραφία: Frederick Ashton
Μουσική: Franz Liszt
Χορεύουν: Sylvie Guillem, Massimo Murru, Olivies Chanut, Tokyo Ballet

*Μαζί με το «Μαργαρίτα και Αρμάνδος», σε ενιαία παράσταση, παρουσιάζεται το «Etudes» από το Tokyo Ballet.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ

SYLVIE GUILLEM (Μαργαρίτα)

Η μεγάλη σύγχρονη ντίβα της διεθνούς χορευτικής σκηνής, η περίφημη Συλβί Γκιλιέμ, γεννήθηκε στο Παρίσι και στην παιδική της ήδη ηλικία αναδεικνύεται σε πρωταθλήτρια της ρυθμικής γυμναστικής.

Σε ηλικία 11 ετών, ξεκινά την εκπαίδευσή της στη σχολή της Όπερας του Παρισιού, ενώ μόλις στα 16 της χρόνια εντάσσεται επίσημα στο μπαλέτο της όπερας ως επαγγελματίας, με προσωπική επιλογή του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή Ρούντολφ Νουρέγιεφ.

Στα 18 της κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στον διεθνή διαγωνισμό μπαλέτου της Βέρνης και από κει και πέρα χορεύει σαν πρίμα μπαλαρίνα τους πρωταγωνιστικούς ρόλους σε διάσημα κλασικά έργα.

Μετά από 10 χρόνια περίπου, ξαφνιάζοντας το κοινό, τους κριτικούς, αλλά κυρίως τον μέντορά της, εγκαταλείπει την Όπερα του Παρισιού και εντάσσεται στο Βασιλικό Μπαλέτο της Covent Garden – φυσικά ως πρώτη χορεύτρια, συνεχίζοντας κι εκεί την σπουδαία πορεία της, για άλλα 15 χρόνια.

Εκτός από τις δύο φημισμένες όπερες, στη μακρόχρονη και μεγαλειώδη καριέρα της, έχει χορέψει επίσης στα μεγαλύτερα μπαλέτα και θέατρα του πλανήτη, όπως η Μετροπόλιταν Όπερα, η Σκάλα του Μιλάνου, το Μπαλέτο του Τόκυο, η Όπερα του Σίδνει κτλ, συνεργαζόμενη με κορυφαίους χορογράφους και ερμηνεύοντας με μοναδικό, αλησμόνητο και ανεπανάληπτο τρόπο, το σύνολο σχεδόν των σημαντικών πρώτων ρόλων του διεθνούς κλασικού ρεπερτορίου.

Παράλληλα, πιστεύοντας ακράδαντα στον «ενιαίο και αδιαίρετο κόσμο της χορευτικής τέχνης», η πρώην προστατευόμενη του Νουρέγιεφ, διεισδύει στο χώρο του μοντέρνου χορού και της ρηξικέλευθης κίνησης, ισορροπώντας με πρωτόγνωρη και αξιοζήλευτη επιτυχία ανάμεσα στα δύο είδη, αναγόμενη σε μούσα σπουδαίων σύγχρονων δημιουργών, όπως ο Μωρίς Μπεζάρ, ο Κένεθ Μακ Μίλαν, ο Γούιλιαμ Φορσάιθ, ο Άκραμ Κάν, που την λάτρεψαν και καλλιτέχνησαν αποκλειστικά για την ίδια κάποια από τα αριστουργηματικά έργα τους.

Η έντονη προσωπικότητα της Συλβί Γκιλιέμ, το αστείρευτο ταλέντο της, η κορυφαία τεχνική της κατάρτιση, η απίστευτη ερμηνευτική της δεινότητα, το πηγαίο της χιούμορ, η σέξι εμφάνιση, ακόμη και τα περίφημα καπρίτσιά της, αλλά και η πασίγνωστη διαφήμιση του Rolex με τους δείκτες στις «έξι-ακριβώς», ενίσχυσαν τη φήμη της, εξασφάλισαν την καθολική αποδοχή της διεθνούς κριτικής και καλλιέργησαν μία σχέση άπειρου θαυμασμού και αγάπης με το παγκόσμιο χορευτικό κοινό.

Θεατές και κριτικοί σύσσωμοι, επευφημώντας την με υπερθετικούς χαρακτηρισμούς (μοναδική σκηνική αύρα, απαράμιλλη τεχνική, εξωπραγματική ταχύτητα και ισορροπία, ανατριχιαστική ευλυγισία) συνέβαλαν στο να δομηθεί ο «διασημότερος σύγχρονος μύθος του χορού».

Εκτοξεύοντας στη σφαίρα των ζωντανών θρύλων την περίφημη «Κυρία-No», που κάποιες διαδόσεις και σκηνικά παραμύθια εδώ και χρόνια αφηγούνται, πως «ενσαρκώνει στον κόσμο μας, την επί γης χορευτική θεότητα».

MASSIMO MURRU (Αρμάνδος)

Ο Μάσιμο Μούρου σπούδασε χορό στη σχολή της Σκάλας του Μιλάνου.

Αμέσως μετά την αποφοίτησή του εντάχθηκε στο μπαλέτο της Σκάλας πρωταγωνιστώντας στην «Ιστορία του Μανόν» και από τότε χόρεψε ως πρώτος χορευτής όλους σχεδόν τους πρώτους ρόλους στα έργα του κλασικού ρεπερτορίου, στον Καρυοθραύστη, στη Λίμνη των Κύκνων, στην Ζιζέλ, στη Σταχτοπούτα, στις Συλφίδες, στη Μπαγιαντέρα, στο Ρωμαίος και Ιουλιέτα, στην Εύθυμη Χήρα.

Στην μεγάλη καριέρα του συνεργάστηκε με κορυφαίους χορογράφους και χορευτές, όπως οι Ρολάν Πετί, Φρέντερικ Άστον, Μάτς Εκ, Τζορτζ Μπαλανσίν, Κένεθ Μάκ Μίλαν, Γουίλιαμ Φορσάϊθ, Τζών Νοϊμάγερ, Ρούντολφ Νουρέγιεφ, Ναταλία Μακάροβα, Συλβί Γκιλιέμ, Αλεσάντρα Φέρι, Κάρλα Φράτσι, Σούζαν Τζέϊφ.

Στη Σκάλα πρωταγωνίστησε επίσης στα έργα Δάφνις και Χλόη του Τζών Νοϊμάγιερ και Κουαρτέτο του Γουϊλιαμ Φορσάιθ και στα Βασιλικά Μπαλέτα της Covent Garden του Λονδίνου, την Ζιζέλ του Ματς Εκ με συμπρωταγωνίστρια τη Συλβί Γκιλιέμ.

Υπήρξε ο πρώτος Ιταλός που έγινε «πρώτος χορευτής» στην Όπερα του Παρισιού, όπου ως αγαπημένος σολίστας του Ρολάν Πετί, ερμήνευσε τους πρώτους ρόλους στη Νυχτερίδα, στην Κάρμεν και στην Προύστ αλλά και σε αποκλειστικές χορογραφίες του Ρολάν Πετί για τον ίδιο, όπως το Cheri, η Λίμνη των Κύκνων και τα Διαβολικά Μάγια, το Bolero, καθώς και στο σόλο Dead Leaves.

Κατά καιρούς έχει συνεργασθεί με μεγάλα μπαλέτα και θέατρα σ’ όλο τον κόσμο, στη Νέα Υόρκη, στο Μπουένος Άιρες, στο Σίδνευ, στη Μελβούρνη, στο Λός Άντζελες, στο Τόκυο, στο Βερολίνο, στο Μεξικό σίτυ.

Από το 2003 φέρνει τον κορυφαίο τίτλο «Etoile» της Σκάλας του Μιλάνου.