Ο ηθοποιός είναι ένας ποιητής που γράφει πάνω στην άμμο. Είναι δύο σαφείς χαρακτηρισμοί. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε στον ηθοποιό την ιδιότητα του ποιητή ούτε αυτή του συγγραφέα. Όπως ένας συγγραφέας, έτσι και ο ηθοποιός αντλεί από τον εαυτό του, από την μνήμη του το υλικό για τη τέχνη του και συνθέτει μια ιστορία σύμφωνα με το φανταστικό πρόσωπο που προτείνει το κείμενο.

Προσθέτει και αφαιρεί, σμιλεύει τον αέρα με το κορμί και την φωνή του προκειμένου να πουλήσει τη ψευδαίσθηση για πραγματικότητα. Όμως, δυστυχώς, είναι ποιητής πάνω στην άμμο. Η κατασκευή δεν διαρκεί πολύ. Ο αέρας και τα κύματα θα την σκεπάσουν. Θα παραμείνει μόνο στη μνήμη εκείνων που το είδαν. Και έτσι μια παράσταση μετατρέπεται σε ιστορικό γεγονός. Θυμόμαστε τα θεατρικά έργα, όπως θυμόμαστε ό,τι μας συνέβη στην πραγματική μας ζωή.

Τα γεγονότα αυτά καθ’ αυτά εξαφανίζονται. Δεν απομένουν, στη καλύτερη περίπτωση, παρά μόνο κάποια ίχνη: φωτογραφίες, διηγήσεις, ίσως κάποιο video, και οι αναφορές στις εφημερίδες.

Το έργο αυτό καθ’ αυτό σβήνεται – η οπτικοακουστική αποτύπωση του δεν μπορεί να το αναστήσει – και έτσι το ποίημα της κίνησης και της φωνής  θα περάσει στην ιστορία  είτε σαν νίκη, είτε σαν πραξικόπημα , είτε σαν μακελειό, είτε σαν επανάσταση.

Αυτό που μένει είναι η ανάμνηση του γεγονότος και της επίδρασης του στη ζωή των ανθρώπων. Φυσικά αυτή η μνήμη από μαρτυρία σε μαρτυρία είναι μεταβλητή έως και αμφισβητήσιμη, ιδίως δε αν πάρουμε υπ´ όψιν μας, ότι πρόκειται για ανασυντεθειμένη μνήμη που έχουμε για γεγονότα που δεν γνωρίσαμε εμείς οι ίδιοι. Έτσι δημιουργείται η μυθολογία μιας παράστασης.

Υπάρχει μια μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στη τέχνη του θεάτρου και του πολέμου. Το ότι πρέπει να κερδίσεις και μάλιστα εκείνη τη στιγμή. Ο ηθοποιός πρέπει πάντα να εκμεταλλεύεται τη ευκαιρία που έχει για  δράση και πρέπει να ξέρει ότι αυτή η ευκαιρία του δίνεται για MIA φορά.

Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τη θεατρική διαδικασία στο σύνολό της, με ένα στράτευμα σε εκστρατεία.

Πρέπει να κατακτήσεις το οχυρό, τον στόχο, ακόμα και αν ξέρεις ότι δεν κατέχεις όλα τα μέσα για να το κάνεις, γιατί γνωρίζεις ότι αυτή η στιγμή είναι η μοναδική που σου δίνεται. Ο χρόνος είναι μετρημένος.

Όπως στον πόλεμο έτσι και στο θέατρο, ή θα ζήσεις η θα πεθάνεις. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Πρέπει να παίξεις ακόμη και άρρωστος, χωρίς φωνή, χωρίς όπλα, κυριευμένος από το φόβο της αδυναμίας, προκειμένου να μη ζήσεις την ίδια απαξίωση που πέφτει πάνω στους προδότες, τους άνανδρους, τους αργοπορημένους. Το να μην βγει ο ηθοποιός στη σκηνή ισοδυναμεί με θάνατο.
Και βέβαια μιλάω μεταφορικά.

Όμως κάπως έτσι θα μπορούσα να περιγράψω τα όνειρα των ηθοποιών ή μάλλον τους εφιάλτες τους : πρέπει να παίξεις και δεν έχεις μάθει το κείμενο, πρέπει να βγεις και χάνεσαι σε δαιδαλώδη παρασκήνια, βγαίνεις στη σκηνή και είσαι γυμνός μπροστά στο κοινό….

Όμως και τα θεατρικά έργα δεν είναι μια διαρκής μεταφορά του πολέμου και της πολιτικής; Πόλεμος ανάμεσα σε ζευγάρια, ανάμεσα σε φίλους, πόλεμος μέσα στις οικογένειες, πολιτική του σαλονιού ή πόλεμος κανονικός, Σαίξπηρ ή Μολιέρος, Αισχύλος η Μπέκετ, και ο θάνατος πάντα παρόν, του Ριχάρδου ΙΙ, του Άμλετ, του Ορέστη, συμβολικός η πραγματικός μικρή η σημασία του, αν το δούμε από τη πλευρά του ηθοποιού.

Αυτός ο ποιητής – ηθοποιός, που γράφει πάνω στην άμμο απολαμβάνει και μια πολύ μεγάλη χαρά : τη φυγή από το χρόνο. Όχι τον χρόνο, αλλά τη φυγή του.

Όμως για να το διατηρήσει αυτό το προνόμιο δεν πρέπει ποτέ να πέσει σε εσωστρέφεια και περισυλλογή. Στον ελεύθερο χρόνο του πρέπει να χάνεται και να περιπλανιέται ανακαλύπτοντας τον κόσμο με την αφέλεια ενός παιδιού, να εξασκεί τη φωνή του, το σώμα του, τις δεξιοτεχνίες του ή τη μνήμη του για ένα μελλοντικό ρόλο. Αν πέσει σε περισυλλογή για πάρα πολύ καιρό, δεν θα μπορέσει ξανά να είναι ηθοποιός, η άμμος θα του ‘χει φύγει απ’ τα χέρια.  

Info: Η Αγλαϊα Παππά είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής σχολής Α.Π.Θ. Απόφοιτος της Δραματικής Σχολής Εθνικού Θεάτρου. Έχει συνεργαστεί με κορυφαίους σκηνοθέτες όπως ο Θ. Τερζόπουλος, ο Λ. Βογιατζής, ο A. Vassilief, ο Μ. Κακογιάννης, ο Γ. Xουβαρδάς, ο J. Lassalle, η Ρ. Πατεράκη, ο Paul Koek, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Για την ερμηνεία της στη ΜΟΛΛΥ ΜΠΛΟΥΜ του Τζόυς σε σκην. Δ. Οικονόμου, κέρδισε στη  Μόσχα το Βραβείο Ερμηνείας Λογοτεχνικού Κειμένου και στο Βρόσλαβ της Πολωνίας, το Βραβείο Ερμηνείας και το Βραβείο Κριτικών. Στις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας ήταν η εκφωνήτρια της Γαλλικής γλώσσας.

Φέτος, ερμηνεύει τη Μάγδα Γκέμπελς στην παράσταση «Julius», που υπογράφει ο Κωνσταντίνος Χατζής και επαναλαμβάνεται για δεύτερη χρονιά. Περισσότερες πληροφορίες