Ο συγγραφέας Χρήστος Φλουρής μιλάει με τη συγγραφέα Βάσω Παπαδοπούλου για το νέο του μυθιστόρημα «Σπίθα».

Συνέντευξη Βάσω Παπαδοπούλου

Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, νομίζω λιγότερο από δώδεκα μήνες, κρατάμε στα χέρια μας το δεύτερο βιβλίο σας. Τι είναι για εσάς η διαδικασία της γραφής;

Η διαδικασία της γραφής είναι τελικά λύτρωση. Και λέω τελικά γιατί δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι που έγραψα τις πρώτες σελίδες των Ιφιγενειών, του πρώτου μου βιβλίου. Τότε κατάλαβα ότι είναι δυνατόν καθ’ όλη την διάρκεια της συγγραφής να φεύγω από τον χρόνο και τον χώρο και να κινούμαι, άλλοτε διακριτικά κι άλλοτε όχι, ανάμεσα στις ζωές άλλων ανθρώπων, που έζησαν σε άλλες εποχές, να προσπαθώ να μαντεύω συναισθήματα, να βάζω τον εαυτό μου στη θέση τους. Η γραφή είναι μια διαδικασία κάθαρσης που έρχεται όμως πάντα «δι’ ελέου και φόβου…»

Ανατρέχετε στο παρελθόν και μας διηγείστε μία ιστορία που αφορά στη ανταλλαγή των πληθυσμών, μετά τη συνθήκη της Λοζάνης. Η ιδέα γεννήθηκε από διηγήσεις των παλαιοτέρων ή απλά τοποθετήσατε την ιστορία στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή;

Η ιστορία πράγματι τοποθετείται χρονικά λίγο πριν και λίγο μετά την συνθήκη της Λοζάνης. Δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς την προέλευση της αρχικής ιδέας. Το γεγονός ωστόσο ότι δίπλα στο δικό μου χωριό στην Κρήτη υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη σήμερα τα ερείπια ενός μουσουλμανικού χωριού που εκκενώθηκε με την ανταλλαγή, ίσως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του τόπου και του χρόνου της ιστορίας.

Στο νέο μυθιστόρημα οι πρωταγωνιστές είναι τρεις. Θα μπορούσατε να σκιαγραφήσετε τις προσωπικότητές τους;

Οι κεντρικοί ήρωες της ιστορίας είναι πράγματι τρεις: Ο μουσουλμάνος Ομέρ, ο χριστιανός Γιώργης και η κρυπτοχριστιανή Εμινέ-Μαρία. Ο Ομέρ, σαν έφηβος είναι ανήσυχος, προβληματισμένος γύρω από τα θέματα που αφορούν τον θεό και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κάποιος να κατακτήσει τον παράδεισο. Αρνείται να δεχτεί ως δεδομένα όσα του παρουσιάζονται ως τέτοια από την επίσημη θρησκεία και αναζητά… Αυτή η αναζήτηση είναι που θα γονιμοποιήσει το πνεύμα του και θα τον οδηγήσει σε μια φιλοσοφία ζωής ανώτερη που θα τον κάνει την περίοδο της ωριμότητάς του να ξεπεράσει την εύθραυστη φύση του και να τολμήσει να κάνει πράξη το αδύνατο.

Ο Γιώργης έχει μια πιο χαλαρή σχέση με τον θεό. Μπαίνει όμως μέσα από τις συζητήσεις του με τον Ομερ, στην διαδικασία να τον ψάξει κι εκείνος και μαζί να καταλήξουν στον προσδιορισμό της ουσίας του και που τον βοηθά  να καταλάβει πως οι διαφορετικοί θεοί δεν πρέπει να χωρίζουν μα να ενώνουν τους ανθρώπους. Καταφέρνει στη ζωή του εκείνο που πάντα επιθυμούσε: να σπάσει τα στενά όρια του χωριού του και να τάξει την ζωή του στα ταξίδια και στη θάλασσα…

Την Εμινέ, την γυναικεία φιγούρα του μυθιστορήματος την στοιχειώνει ένα μεγάλο μυστικό, το ότι είναι μια κρυπτοχριστιανή κάτοικος της Σμύρνης σε μια εποχή που ο εθνικός και θρησκευτικός φανατισμός βρίσκονται στο απόγειό τους. Ο φόβος ωστόσο της αποκάλυψης εκείνου του μυστικού δεν την εμποδίζει να αφεθεί στον έρωτα του Ομέρ γοητευμένη από τα λόγια και την ψυχική του ομορφιά, πράγμα που παραλίγο να της στοιχίσει τη ζωή και που θα αναγκάσει εκείνη και την οικογένειά της να φύγουν εσπευσμένα από τη Σμύρνη για την Αθήνα…

Στην αφήγηση αυτή υπάρχουν δύο μεγάλα θέματα: ο έρωτας και η φιλία. Ποιο κατά τη γνώμη σας υπερισχύει;

Δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα υπερίσχυσης. Και η φιλία και ο έρωτας παρουσιάζονται -εξιδανικευτικά ίσως- ως δύο μεγάλες δυνάμεις που είναι ικανές να κάνουν δυνατό και το αδύνατο. «να κάνουν και τα βουνά να μεριάσουν και την θάλασσα να γίνει δρόμος σταθερός» για να ξανασμίξουν οι άνθρωποι…

Στο κείμενο αυτό με επίκεντρο την ανταλλαγή των πληθυσμών, θίγονται πολλές ακόμα παράμετροι, όπως η μετεγκατάσταση, η προσαρμογή και άλλα, για τα οποία κάνατε έρευνα. Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν αυτό κατά τη διάρκεια της γραφής;

Από την στιγμή που επέλεξα ή με επέλεξε ο χρόνος της ιστορίας, τα υπόλοιπα ήρθαν κάπως αυτόματα. Δεν απαιτήθηκε κάποια ιδιαίτερη έρευνα γιατί ο στόχος μου δεν ήταν να γράψω ένα ιστορικό έργο. Βασίστηκα στις γνώσεις που είχα για το θέμα και προσπάθησα να επικεντρώσω την προσοχή μου στον άνθρωπο. Στον άνθρωπο που γίνεται θύμα ουσιαστικά των ιστορικών συγκυριών, έχοντας  ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης. Προσπάθησα όσο γίνεται να μπω στην θέση αυτών των ηρώων θέλοντας πιο πολύ να αναδείξω την στάση που πρέπει να κρατάμε ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν μπορούμε να κάνουμε άλλο από το να πειθαρχήσουμε…    

Έχετε αποδείξει με τα δύο βιβλία σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, πως έχετε πολλές ιδέες. Ξεναγήστε μας λίγο στην καθημερινότητα της γραφής σας, τι σας εμπνέει, πως το αναπτύσσετε;

Εξαιρώντας τις Ιφιγένειες που μου ήταν μια ιστορία γνωστή από τα παιδικά μου κιόλας χρόνια και που γνώριζα την αρχή τη μέση και το τέλος, στα υπόλοιπα γραπτά μου ακολουθώ μια μέθοδο κάπως παράδοξη που ξάφνιασε κι εμένα τον ίδιο. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν προσχεδιάζω την ιστορία μου. Αρχίζω κάπως αόριστα στην αρχή, επιλέγω και σκιαγραφώ κάποιους χαρακτήρες οι οποίοι έπειτα αυτονομούνται σε τέτοιο βαθμό που να δρουν ανεξάρτητα από μένα. Ξέρω πως ίσως να ακούγεται παράξενο, αλλά γράφω σαν… αναγνώστης, έχοντας δηλαδή κι εγώ την αγωνία για το τι θα γίνει παρακάτω.

Τι άλλο να περιμένουμε;

Υπάρχουν αρκετά πράγματα έτοιμα. Ωστόσο έχοντας καταλάβει, αν και όψιμα ομολογώ, την μεγάλη ευθύνη του να γράφει κανείς και να περνά μηνύματα στον κόσμο, θέλω οπωσδήποτε να τα ξαναδώ. Επομένως θεωρώ πολύ πρόωρο να μιλήσω από τώρα γι’ αυτά.

Το βιβλίο του Χρήστου Φλουρή κυκλοφορεί από την Άνεμος εκδοτική. Περισσότερες πληροφορίες