Το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε συνεργασία με το Château d’Eau (Τουλούζη) και τις Εκδόσεις Contrejour μια αναδρομική έκθεση φωτογραφίας του Αμερικανού δημιουργού Arthur Tress με επιλεγμένα έργα από το 1956 μέχρι το 2006, η οποία εντάσσεται στον κύκλο του ΜΦΘ «Μεγάλοι δημιουργοί».

«Η φωτογραφία είναι η μέθοδός μου για να ερμηνεύω τον μπερδεμένο κόσμο που βρίσκεται συνεχώς γύρω μου. Είναι η αμυντική μου προσπάθεια να μειώσω το καθημερινό μας χάος, μέσα από μια σειρά κατανοητών εικόνων…Τη χρειάζομαι για να επιβιώσω.»

Arthur Tress

Έχοντας ασχοληθεί με επιτυχία τη δεκαετία του ’60 τόσο με τη φωτογραφία ντοκουμέντου όσο και με τη φωτογραφία δρόμου, το ’70 στρέφεται προς τη «σκηνοθετημένη» φωτογραφία, διαμορφώνοντας έναν διαφορετικό «οπτικό λόγο». Μαζί με τους Diane Arbus, Lee Friedlander, Ralph Gibson, Leslie Krims και Duane Michals, ο Arthur Tress αποτελεί μέρος αυτής της γενιάς Αμερικανών φωτογράφων που με το έργο τους αναζητούν τα όρια του μέσου. Στο έργο του συνδυάζει το συνειδητό με το υποσυνείδητο, το φανταστικό με το πραγματικό, συχνά μάλιστα με ένα σουρεαλιστικό ύφος, χαρακτηριστικό της ιδιαίτερης γραφής του.

Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει μερικές από τις πιο γνωστές σειρές του δημιουργού, που αποκαλύπτουν την ξεχωριστή δημιουργική του ματιά με έργα από την περίοδο 1956-2006. (Αργυροτυπίες – Gelatin silver prints).

Συγκεντρώνοντας μια επιλογή από φωτογραφίες που τράβηξε τη δεκαετία του ’60 στους δρόμους της Νέας Υόρκης και του Μπρούκλιν μέχρι τις ονειρικές και μη ρεαλιστικές εικόνες του από το ‘70 που τον έκαναν διάσημο, η έκθεση επιχειρεί να φανερώσει το πλούσιο έργο του Tress και το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στην Ευρώπη.

Μέσα από τις εικόνες αποκαλύπτεται επίσης η κινηματογραφική επιρροή που έχει δεχτεί στο έργο του ο δημιουργός, αλλά και η ανατρεπτική του ματιά και στάση απέναντι στη συμβατική «φωτογραφία δρόμου» της εποχής.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Tress δημιουργεί τη σειρά San Francisco, 1964, μεγάλο μέρος της οποίας παρουσιάζεται στην έκθεση. Εκείνη τη χρονιά δύο σημαντικά γεγονότα εκτυλίσσονται στο Σαν Φρανσίσκο: η πρώτη βορειο-αμερικανική περιοδεία των Beatles και το 28ο εθνικό ρεπουμπλικανικό συνέδριο. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι διαδηλώσεις, όπου αντιπαραβάλλονταν οι γενιές και οι κοινωνικές τάξεις.

Σε ηλικία μόλις 23 ετών τότε, ο Arthur Tress αποτυπώνει ιδιαίτερα στιγμιότυπα από το Σαν Φρανσίσκο της εποχής. «Αγαπώ τις αντιπαραθέσεις, όπως για παράδειγμα αυτές τις ηλικιωμένες συντηρητικές κυρίες που κοιτάζουν τους νέους ποδηλάτες με τα δερμάτινα και τα τζιν, πιθανότατα ομοφυλόφιλους – γιατί το Σαν Φρανσίσκο ήταν πάντοτε μια εναλλακτική πόλη – και αυτό είναι που κάνει τις συγκεκριμένες εικόνες να είναι πραγματικά Σαν Φρανσίσκο», σχολιάζει ο ίδιος.

Στη σειρά Dream Collector, ο Tress εξερευνά τον κόσμο των παιδικών ονείρων.

Χρησιμοποιώντας τα παιδιά ως πρωταγωνιστές των έργων του, προσπαθεί να οπτικοποιήσει τα όνειρα και τους εφιάλτες που του έχουν περιγράψει κατά τη διάρκεια συνεντεύξεων που πραγματοποίησε στο στάδιο της έρευνας του για τη σειρά. Αυτό που ξεχωρίζει είναι το ύφος, το οποίο μοιάζει να είναι φωτογραφία ντοκουμέντου, ενώ παράλληλα προσομοιάζει την απατηλή τάση των παιδιών του να μην ξεχωρίζουν το πραγματικό από το φανταστικό, αποτυπώνοντας τη στιγμή που το παιδί ξαναβρίσκεται, μέσα από την ανάμνηση, ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο.
Η σειρά Tress Facing Up αποτελεί μια αλληγορία των ομοφυλοφιλικών ονείρων του ίδιου του Tress.

Ορισμένα έργα ενδέχεται να θίξουν την ευαισθησία του κοινού. Οι ανήλικοι κάτω των 18 ετών πρέπει να συνοδεύονται για την είσοδό τους στην έκθεση.

Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης ένα φιλμ για το δημιουργό με τίτλο “Tresspassing” σε σκηνοθεσία Raleigh Souther (διάρκεια 14:12’’).
Με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης που διοργανώθηκε για τον Arthur Tress στο Château d’Eau της Τουλούζης (Ιούνιος-Σεπτέμβριος 2013), εκδόθηκε ο ομώνυμος κατάλογος “Transréalités” (Contrejour editions και με συμμετοχή του Château d’Eau, 24Χ32, 112 σελ., γαλλικά-αγγλικά, κειμ. Claude Nori).

Ο Arthur Tress (γ. 1940) γεννήθηκε στο Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη. Σε ηλικία 12 ετών τραβάει τις πρώτες του φωτογραφίες και τέσσερα χρόνια μετά, ξεκινάει να φωτογραφίζει ως έφηβος στη γειτονιά του Coney Island, όπου περνάει ώρες εξερευνώντας ερημωμένα Λούνα Παρκ.

Το 1962 αποφοιτά από το Bard College, Annandale-on-Hudson στη Νέα Υόρκη και παρακολουθεί τη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC στο Παρίσι.
Τα επόμενα πέντε χρόνια, ταξιδεύει σε χώρες της Ευρώπης και της Αφρικής, καθώς και στο Μεξικό, την Ινδία και την Ιαπωνία. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού το 1964, ο Tress φωτογραφίζει στο Σαν Φρανσίσκο, τραβώντας περισσότερες από 900 λήψεις.

Το 1967 μετακομίζει στη Σουηδία, όπου προετοιμάζει εκπαιδευτικές προβολές για το Εθνογραφικό Μουσείο της Στοκχόλμης για να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη μετά από έναν χρόνο, σκοπεύοντας να εργαστεί ως επαγγελματίας φωτογράφος. Την ίδια χρονιά, πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση με τίτλο “Appalachia–People and Places”, στο Ινστιτούτο Smithsonian και στην Γκαλερί Sierra (Νέα Υόρκη). Τα επόμενα δύο χρόνια εργάζεται ως φωτογράφος για τη V.I.S.T.A. (Οργάνωση «Εθελοντές στην Υπηρεσία της Αμερικής»).
Είναι ένας από τους πρώτους φωτογράφους που αντιλαμβάνεται το μέσο πέρα από τα όρια της φωτογραφίας του δρόμου και αναπτύσσει μία δική του οπτική. Το 1972 κυκλοφορεί την πρώτη του σημαντική μονογραφία με τίτλο “The Dream Collector”. Τα χρόνια που ακολουθούν εξερευνά την ενασχόληση του με τα όνειρα και το υποσυνείδητο στις σειρές του “Shadow”, “Theater of the mind” και “Facing Up”.

Για τη σειρά “Theater of the mind” ο οργανισμός “New York State Council on the Arts” του χορηγεί υποτροφία το 1976. Η σειρά “Facing Up” (1977-1980) ασχολείται με τα θέματα της σεξουαλικότητας και της ομοφυλοφιλίας.
Το 1980 ξεκινά να φωτογραφίζει με χρώμα, δημιουργώντας υπερμεγέθεις πίνακες, αποδίδοντας γλυπτική διάσταση στον ιατρικό εξοπλισμό ενός εγκαταλελειμμένου νοσοκομείου στο Welfare Island της Νέας Υόρκης. Από το 1984 μέχρι το 1987 δημιουργεί τη σειρά “Hospital” με θέματα που σχετίζονται με την υγεία και το θάνατο την εποχή του AIDS.

Η ατομική του έκθεση “Talisman” παρουσιάζεται από το 1986 μέχρι το 1988 στη Photographer’s Gallery στο Λονδίνο, στο Museum of Modern Art στην Οξφόρδη, στο Frankfurten Kunstverein στη Φρανκφούρτη, στο Μουσείο Φωτογραφίας του Charleroi στο Βέλγιο.

Το 1992 μετακομίζει στο χωριό Cambria της Καλιφόρνια. Έναν χρόνο μετά ο οργανισμός “United States Information Agency” του χορηγεί υποτροφία για τη σειρά “Fantastic Voyage”.

Το 2001 η Corcoran Gallery of Art παρουσιάζει μια αναδρομική έκθεση της δουλειάς του με τίτλο “Arthur Tress: Fantastic Voyage: Photographs 1956-2000”.

Το 2002 επιστρέφει στην αργυροτυπία, εξερευνώντας πιο φορμαλιστικά θέματα που εμφανίστηκαν στο πλαίσιο του μοντερνισμού στα μέσα του 20ου αιώνα, συνδυάζοντας συχνά ένα αυθόρμητο στυλ φωτογράφισης με μια κονστρουκτιβιστική αίσθηση της αρχιτεκτονικής σύνθεσης και του αφηρημένου σχήματος.

Το 2009 βρίσκει στο σπίτι της αδερφής του στο Σαν Φρανσίσκο ένα κουτί με 25 στοιβαγμένες φωτογραφίες από το 1964. Η ανακάλυψη αυτής της ξεχασμένης του δουλειάς τον εμπνέει να επανεξετάσει τα αρχικά του αρνητικά και να δημιουργήσει νέες εκτυπώσεις.

Έναν χρόνο μετά κερδίζει βραβείο για το βιβλίο: “Barcelona Unfolds” (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής) στον διαγωνισμό “Photography Book Now” της ηλεκτρονικής πλατφόρμας Blurb (κατηγορία: Καλές Τέχνες).

Το 2012 πραγματοποιείται η ατομική του έκθεση “San Fransisco 1964” στο Fine Arts Museum στο Σαν Φρανσίσκ και το 2013 το Château d’Eau της Τουλούζης στη Γαλλία διοργανώνει και παρουσιάζει την ατομική του έκθεση “Transrealités”.
Τα έργα του βρίσκονται ανάμεσα στις πιο σημαντικές δημόσιες συλλογές, συμπεριλαμβανομένων των: Museum of Modern Art, Metropolitan Museum of Art, George Eastman House, Centre Georges Pompidou, Los Angeles County Museum of Art, Museum of Fine Arts, Houston, Whitney Museum of American Art και Art Institute of Chicago. Το έργο του έχει παρουσιαστεί ευρέως σε ολόκληρο τον κόσμο και έχει δημοσιευτεί σε πολλές μονογραφίες. Το αρχείο του περιλαμβάνει περισσότερα από 700.000 αρνητικά.

www.arthurtress.com