Η New Star παρουσιάζει ξανά το πρώτο αριστούργημα του Ζαν Λικ Γκοντάρ με τίτλο “Ζούσε τη ζωή της”, από την Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013.

 

Ζούσε τη ζωή της«Vivresavie»

Γαλλία – 1962 – Ασπρόμαυρη (80΄)

 

Σκηνοθεσία-Σενάριο-Μοντάζ: Ζαν Λικ Γκοντάρ

Παραγωγή: Πιερ Μπραουνμπέργκερ

Φωτογραφία: Ραούλ Κουτάρ

Μουσική: Μισέλ Λεγκράν, Ζαν Φερά

Πρωταγωνιστούν: Άννα Καρίνα, Αντρέ Λαμπάρτ, Σαντί Ρεμπότ, Ζεράρ Οφμάν, ΓκιλένΣλουμπεργκέρννα Καρίνα, Αντρέ Λαμπάρτ, Σαντί Ρεμπότ, Ζεράρ Οφμάν, Γκιλέν Σλουμπεργκέρ

 

Σύνοψη

Η Νανά (Άννα Καρίνα) είναι πωλήτρια σε κατάστημα δίσκων στο Παρίσι. Αντιμετωπίζοντας οικονομικά προβλήματα, εγκαταλείπει τόσο τον σύντροφό της όσο και τη δουλειά της και αρχίζει να εκπορνεύεται. Αναζητώντας την ευτυχία μακριά από το σύζυγο και το παιδί της, βρίσκει μια ψευδαίσθηση ελευθερίας στα πεζοδρόμια του Παρισιού.

Η ταινία παρουσιάζει το πέρασμα της ηρωίδας από την ευκαιριακή, «ερασιτεχνική» εκπόρνευση, στην επαγγελματική πορνεία, καταγράφοντας μια σειρά από διαδοχικές στιγμές αυτής της πορείας. Έχοντας εκδιωχθεί από το διαμέρισμά της, η Νανά («γκόμενα» στη γαλλική αργκό, αλλά και αναφορά στον Εμίλ Ζολά) θέλει αρχικά να γίνει ηθοποιός. Πηγαίνει στον κινηματογράφο, βλέπει την κλασική βωβή ταινία «Τα πάθη της Ζαν Ντ’ Αρκ» του Ντραγέρ, ωστόσο η αποτυχία της στο χώρο του σινεμά τη στρέφει στην «εύκολη λύση» της πορνείας.

Πιστεύοντας ότι μπορεί να «δανείζει» το κορμί τους στους άλλους χωρίς να χάσει την ψυχή της, η Νανά διεκδικεί, μέσα από την εκπόρνευση, να κερδίσει την ελευθερία της. Η πραγματικότητα, όμως, θα τη διαψεύσει… Κι αυτό γιατί, όπως είναι αναπόφευκτο, πέφτει στα χέρια ενός προαγωγού, ενώ παράλληλα γνωρίζει και έναν άντρα που θα την ερωτευθεί….

 

Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ

Το τρομερό παιδί της νουβέλ βαγκ: Ζαν-Λικ Γκοντάρ

 

«Κατά βάθος ήθελα πάντα να κάνω έναν κινηματογράφο έρευνας, με τη μορφή θεάματος»

Ζαν-Λικ Γκοντάρ

 

Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ υπήρξε ο ποιητής του γαλλικού –και όχι μόνο σινεμά. Ο θαμώνας των καφέ της αριστερής όχθης, ο επαναστάτης με την αριστοκρατική καταγωγή, ο σκηνοθέτης που διάβαζε το φως πίσω από τα χρώματα, ο άνθρωπος που έχει κάνει την περίφημη δήλωση «Κάνω ταινίες με αρχή, μέση και τέλος, αλλά όχι απαραίτητα με αυτή την σειρά…», μα πάνω απ’ όλα εκείνος που είδε στο σινεμά μια προοπτική που ξεπέρασε το στείρο νόημα της μονοσήμαντης θέασης.

Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1930. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας. Γιος Γάλλου μεγαλογιατρού και Ελβετίδας μητέρας – κόρης τραπεζιτών, ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Λίγο μετά την ενηλικίωση του οι γονείς του αποφασίζουν να πάρουν διαζύγιο, και ένα χρόνο αργότερα μετακομίζει μόνιμα πλέον στο Παρίσι για να παρακολουθήσει μαθήματα εθνολογίας στη Σορβόννη. Στις συχνές επισκέψεις του στην Ταινιοθήκη θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Ερίκ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ, τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της νουβέλ βαγκ. Το 1951 ο πατέρας Γκοντάρ απειλεί το γιο του ότι αν δεν εγκαταλείψει την ενασχόληση με το σινεμά και δεν αφοσιωθεί στις σπουδές του, θα διακόψει την χορήγηση του μηνιαίου εισοδήματος που του παρείχε. Τους μήνες που ακολουθούν οι ανάγκες του για σίτιση και στέγη καλύπτονται από περιστασιακές δουλειές του ποδαριού, δανεικά και κλοπές μικροποσών. Το 1952 δίνει τα πρώτα του άρθρα στο θρυλικό περιοδικό «Les cahiers du cinéma», ιδρυτής του οποίου υπήρξε ο θεωρητικός του κινηματογράφου Αντρέ Μπαζέν. Με βήμα το περιοδικό και όπλο την πένα του, εγκαινιάζει ένα σχεδόν λυρικό είδος κριτικής – παρουσίασης, μέσα από το οποίο κατακεραυνώνει το Χόλυγουντ και αποκαθηλώνει την μπουρζουαζία του κινηματογράφου, που σύμφωνα με την άποψη του ευνουχίζει τον δημιουργό, και καθιστά άχρηστη την προς πάσα κατεύθυνση κριτική αντίληψη που θα είχε την δυνατότητα να αναπτύξει το κοινό.

Την ίδια χρονιά επιστρέφει στην Γενεύη για να δουλέψει στην κατασκευή του φράγματος του Grande-Dixence. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ Επιχείρηση Μπετόν (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα γυρίσει άλλες τέσσερις ταινίες μικρού μήκους: Une Femme Coquette (1955), Tous les Garcons s’appellent Patrick (1957), Charlotte et son Jules (1958) και Une Histoire d’ Eau (1958).

Οι ταινίες του Γκοντάρ δεν έχουν θεματικό περιεχόμενο πέρα από τον ίδιο τον κινηματογράφο και τον τρόπο του να χειρίζεται τα πράγματα. Είναι ταινίες έρευνας (Λυμιέρ) με τη μορφή θεάματος (Μελιές), που σαν στόχο έχουν να αποκαλύψουν, όπως χαρακτηριστικά είπε κάποτε και ο ίδιος, «την κρυμμένη πλευρά του παγόβουνου». Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής, σε αντίθεση με τον συνάδελφό του Τρυφώ, να βάλει την προσωπική του ζωή στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται»: αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων. Το σινεμά μετατρέπεται έτσι σε ένα νέο είδος μουσείου, που λειτουργεί ως μια παρακαταθήκη ιστορικών γεγονότων και μαρτυριών.

 

«Να ανακατασκευάσω ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο…»

Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα, το 1960, θα γυρίσει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το πρωτοποριακό «Με κομμένη την ανάσα», με πρωταγωνιστή τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, στο ρόλο που τον έκανε διάσημο.

 

«Ήθελα να ξεκινήσω από μια ιστορία συμβατική και να ανακατασκευάσω, με διαφορετικό τρόπο, ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο. Ήθελα επίσης να δώσω την εντύπωση ότι τα κινηματογραφικά μέσα ανακαλύπτονταν ή δοκιμάζονταν για πρώτη φορά», θα πει για την ταινία σε μια συνέντευξή του στα Cahiers το 1962.

 

Το «Με κομμένη την ανάσα» εγκαινιάζει το κίνημα της γαλλικής νουβέλ βαγκ το οποίο, σύμφωνα με τον Γκοντάρ, ορίζεται από «τη θλίψη, τη νοσταλγία για τον κινηματογράφο που έπαψε πια να υπάρχει, καθώς και από την καινούρια σχέση μεταξύ μύθου και πραγματικότητας».

 

Πριν καν αρχίσει να προβάλλεται η πρώτη του ταινία είχε τελειώσει τον «Μικρό Στρατιώτη», μια ταινία που αφενός υποδηλώνει μια νοσταλγία για τον ισπανικό εμφύλιο και αφετέρου συνιστά ένα καυστικό σχόλιο για τον πόλεμο στην Αλγερία και τις ηθικές του επιπτώσεις.

 

To 1961 παντρεύεται την ηθοποιό Anna Karina, η οποία θα πρωταγωνιστήσει συνολικά σε επτά ταινίες του. Το 1963 ο Γκοντάρ θα μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την «Περιφρόνηση» του συγγραφέα Αλμπέρτο Μοράβια, ταινία που παραμένει η πιο «χολιγουντιανή» του. Απεναντίας, ο «Τρελός Πιερό» του 1965 είναι περισσότερο «απόπειρα ταινίας» παρά ταινία. Άλλες ταινίες αυτής της περιόδου είναι οι «A Woman is a Woman» (1961), «Vivre sa Vie» (1962), «Οι Καραμπινιέροι» (1963), «Band of Outsiders» (1964) και η επιστημονικής φαντασίας «Αλφαβίλ» (1965).

 

H κοινή του ζωή με την Καρίνα έλαβε τέλος το καλοκαίρι του 1965 μετά την ολοκλήρωση του “Αλφαβίλ”, και λίγο πριν τελειώσουν τα γυρίσματα για το “Ο τρελός Πιερό”. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της “Κινέζας”, ο Γκοντάρ βρίσκει την δεύτερη κατά σειρά σύζυγό του και πάλι στο πρόσωπο της πρωταγωνίστριας του. Αυτή τη φορά σύντροφος του θα γίνει η AnneWiazemsky, με την οποία θα παραμείνει παντρεμένος για τα επόμενα δώδεκα χρόνια.

 

Στη συνέχεια, ο Γκοντάρ αρχίζει και εκδηλώνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το μέσο της τηλεόρασης («Όλα είναι δυνατά στην τηλεόραση», είχε δηλώσει σχετικά), πράγμα που φαίνεται καθαρά στις επόμενες ταινίες του. Από το 1966 ως το 1968, κάνει ταινίες έντονα επηρεασμένες από τα πολιτικά γεγονότα της δεκαετίας και τα ρεύματα που γεννήθηκαν από τις ταραχές του Μάη του ’68: Masculine-Feminine (1966), Two or Three Things I Know About Her (1966), La Chinoise”(1967, με πρωταγωνίστρια τη δεύτερη σύζυγό του, την Anne Wiazemsky), Weekend (1967) και Le Gai Savoir (1968). Χαρακτηριστικό αυτών των ταινιών είναι ότι οι ήρωες «παρελαύνουν» μπροστά από την κάμερα, πάνω ακριβώς στον δρόμο της αποστασιοποίησης που χάραξε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ.

 

Δεν άλλαξε τον κόσμο, αλλά άλλαξε το σινεμά…

Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ ήταν ο σωστός άνθρωπος στο σωστό μέρος. Ο Μάης του ’68 φτάνει και η νεολαία ζητωκραυγάζει στη θέα των γκρεμισμένων φρουρίων. “Η περιφρόνηση”, “Ένα σαββατοκύριακο”, “Ο τρελός Πιερό” έγιναν τα λάβαρα κάτω από τα οποία ενώθηκε μια γενιά που μπορεί να μην κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο, αλλά σίγουρα άλλαξε το σινεμά. Τα σύμβολα του παρελθόντος αντικαταστάθηκαν, το συντακτικό και η γραμματική του κινηματογράφου ξαναγράφτηκαν από την αρχή, αυτός καθ’ αυτός ο «σκοπός» ανανεώθηκε.

Ο Γκοντάρ ανακάλυψε ότι όταν η θεωρία μετατρέπεται σε εικόνα, τα αποτελέσματα μπορούν να ξεπεράσουν κάθε προσδοκία. Αφού το δοκίμιο διαβάζεται δυσκολότερα από το μυθιστόρημα, δεν έχουμε παρά να το κομματιάσουμε σε εικόνες, και να το δώσουμε στον κόσμο να το επεξεργαστεί. Η δύναμη του σινεμά απογειώθηκε σε δισθεόρατα ύψη. Η φιλοσοφία, η ανθρωπολογία, ο Νίτσε και ο Μπωντλαίρ ενώθηκαν σε ένα παραλήρημα έκστασης που γέμιζε τα κεφάλια των θεατών. Κάθε νέα του ταινία γινόταν αντικείμενο συζήτησης, πολύωρων αναλύσεων, κι όσο το κοινό ζητούσε τόσο εκείνος το τροφοδοτούσε με νέο υλικό, δύο ακόμα και τρεις ταινίες το χρόνο.

Οι πειραματισμοί δεν έπαψαν ούτε όταν το μέγεθος της αποτυχίας αναμετρήθηκε με αυτό της δόξας. Κι αν μπορούμε να μιλήσουμε για αποτυχημένα εγχειρήματα σίγουρα δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε λόγο για «άνυδρη» περίοδο. Γιατί είναι άνθρωποι σαν κι αυτόν που παραμένουν πάντα νέοι και κρατάνε νέες τις ιδέες και τα οράματα που μας επιτρέπουν να ελπίζουμε…

 

Φιλμογραφία

 

  • Film Socialisme – Socialism (2010)

  • NotreMusique – Η Δική μας Μουσική (2004)

  • LiberteetPatrie (2002)

  • Ten Minutes Older: The Cello – Δέκα Λεπτά Αργότερα: Το Τσέλο (2002)

  • Elogedel`Amour – Η Ελεγεία του Ερωτα (2001)

  • ForEverMozart – Μότσαρτ για Πάντα (1996)

  • Jevoussalue, Sarajevo (1993)

  • Detective – Ντετέκτιβ (1985)

  • PrenomCarmen – Όνομα Κάρμεν (1983)

  • SauvequiPeut (laVie) – Ο Σώζων Εαυτόν Σωθήτω (1980)

  • ToutVaBien – Ολα Πάνε Καλά (1972)

  • 2 ou 3 ChosesqueJeSaisd`Elle – 2 ή 3 Πράγματα που Ξέρω γι` Αυτήν (1967)

  • LaChinoise – Η Κινέζα (1967)

  • LoinduVietnam – Μακριά από το Βιετνάμ (1967)

  • WeekEnd – Ένα Σαββατοκύριακο (1967)

  • MadeinUSA – Συνέβη στην Αμερική (1966)

  • Masculin Feminin: 15 Faits Precis – Αρσενικό, Θηλυκό (1966)

  • Alphaville, une Etrange Aventure de Lemmy Caution – Αλφαβίλ (1965)

  • PierrotleFou – Ο Τρελός Πιερό (1965)

  • LeMepris – Η Περιφρόνηση (1963)

  • LePetitSoldat – Ο Μικρός Στρατιώτης (1963)

  • LesCarabiniers – Οι Καραμπινιέροι (1963)

  • Cleo de 5 a 7 – Δύο Ωρες στη Ζωή μιας Γυναίκας (1962)

  • Vivre sa Vie – Ζούσε τη Ζωή της (1962)

  • UneFemmeestUneFemme – Η Κυρία Θέλει Έρωτα (1961)

  • ABoutdeSouffle – Με Κομμένη την Ανάσα (1960)

Η ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΡΙΑ

Η σαγηνευτική Άννα Καρίνα

 

Μορφή σαγηνευτική αλλά και κορίτσι της διπλανής πόρτας -ή μήπως το κορίτσι που θα ήθελες να βρίσκεται στη διπλανή σου πόρτα;-, παραληρηματικά γλυκιά και φυσικά μπλαζέ και απόμακρη, η Άννα Καρίνα για πολλούς δεν λατρεύτηκε σε καμία άλλη ταινία όσο στο «Ζούσε τη ζωή της». Με τα πλάνα κομμένα και ραμμένα στα πελώρια μάτια της, επιμελημένη να παραπέμπει στο «φιζίκ» των μοιραίων θηλυκών του βωβού κινηματογράφου του Α20 και του ΄30, καθηλώνει καθώς κινείται μέσα στο χαμηλόφωνο, φλεγματώδες σύμπαν της και αναδεικνύεται στη μούσα του Γάλλου δημιουργού. Το Παρίσι ξαφνικά, λες και δεν υπήρξε ποτέ… Θεωρείται Γαλλίδα στην υπηκοότητα και είναι ένα ακόμα «παιδί-θαύμα» της μεγάλης του Γκοντάρ σχολής, αλλά και η πρώτη Μούσα του πρωτομάστορα της νουβέλ βαγκ. Άφησε εποχή με τη μοναδική της παρουσία στο πνεύμα της κινηματογραφικής γενιάς του ‘60, λες κι ήταν βγαλμένη από τα κάδρα του βωβού κινηματογράφου…

 

Γεννήθηκε στις 22 Σεπτέμβρη 1940 στη Δανία. Η μητέρα της είχε μαγαζί με ρούχα, ενώ ο πατέρας της, που ήταν πλοίαρχος, εγκατέλειψε την οικογένειά του ένα χρόνο μετά τη γέννησή της. Η Άννα έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, τα οποία η ίδια περιγράφει ως «τρομερά», χρόνια στα οποία έκανε αμέτρητες προσπάθειες για να το σκάσει από το σπίτι της.

Τα πρώτα της δειλά επαγγελματικά βήματα έγιναν στην πατρίδα της, όπου τραγουδούσε σε καμπαρέ και δούλευε ως μοντέλο. Στα 14 της εμφανίστηκε σε μια δανέζικη ταινία του Iμπ Σέντες, το οποίο μάλιστα βραβεύτηκε στις Κάννες. Παράλληλα, σπούδαζε χορό και ζωγραφική, και μάλιστα για ένα διάστημα ζούσε πουλώντας τους πίνακές της. Το 1958, προτού συμπληρώσει τα 18 της χρόνια, έφυγε από το σπίτι της και μετακόμισε στο Παρίσι, όπου ο πρώτος καιρός ήταν πάρα πολύ δύσκολος. Για βδομάδες ολάκερες προσπαθούσε να ζήσει με τον οποιοδήποτε τρόπο. Σχεδόν πεινούσε και μιλούσε ελάχιστα γαλλικά. Αλλά κάποια στιγμή, στις αμέτρητες περιπλανήσεις της βρέθηκε στο θρυλικό καφέ που σύχναζε ο Ζαν Πολ Σαρτρ. Εκεί την πλησίασε η Κατρίν Αρλέ και της ζήτησε να βγάλει κάποιες φωτογραφίες για το περιοδικό μόδας “Jours De France”. Αυτή ήταν απλώς και μόνο η αρχή. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η Άννα Καρίνα καθιερώθηκε στο χώρο της διαφήμιση και ο δρόμος για τη μετέπειτα σπουδαία καριέρα της ήταν πλέον ορθάνοιχτος. Ο επόμενος σταθμός ήταν το διάσημο περιοδικό “Elle”, όπου γνωρίστηκε με τη Κοκό Σανέλ στην οποία εκδήλωσε την έντονη της επιθυμία να γίνει ηθοποιός. Κι έπειτα άρχισε να κάθεται με τις ώρες και να βλέπει γαλλικές ταινίες με άπειρες επαναλήψεις, ώσπου έμαθε και τη γλώσσα και εξοικειώθηκε και με τον γαλλικό κινηματογράφο.

 

Όταν η Άννα συνάντησε τον Ζαν Λικ

 

Σε μια διαφήμιση για το σαπούνι «Πάλμολιβ» τη συνάντησε ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ και αμέσως της πρότεινε ένα μικρό ρόλο στην ταινία που γύριζε εκείνη την εποχή, το περίφημο «Με Κομμένη την Ανάσα». Ένας ρόλος, όμως που της επέβαλε να βγάλει και τα ρούχα της…

Η Καρίνα αρνήθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Γκοντάρ την πήρε παράμερα και της είπε: «Μα δεσποινίς, σας είδα που ήσασταν γυμνή μέσα σε μια μπανιέρα με μπουρμπουλήθρες!». «Όχι κύριε, ήμουν γυμνή μόνο στη φαντασία σας», τον αποστόμωσε η Καρίνα. «Οι μπουρμπουλήθρες με κάλυπταν ως το λαιμό και από κάτω φορούσα μαγιό», συνέχισε. Ο Γκοντάρ επανήλθε το 1959 με δεύτερη πρόταση για ένα μεγαλύτερο ρόλο. Εκείνη συνέχισε τους δισταγμούς της, αυτή τη φορά για το είδος του ρόλου. Ακολούθησαν διάφορες υπαναχωρήσεις, σκέψεις, δισταγμοί. Το φιλμ ήταν το περίφημο “Le Petit Soldat”, για το οποίο ο σκηνοθέτης ζητούσε μια νεαρή κοπέλα 18-27 ετών. Ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις, η Άννα δέχτηκε το ρόλο και η μεγάλη κινηματογραφική της καριέρα ξεκίνησε. H συνεργασία αυτή ήταν και η αρχή της ερωτικής της σχέσης με τον Γκοντάρ. Στις 3 Μάρτη 1961, παντρεύτηκαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας «A Woman Is A Woman» και έμειναν μαζί μέχρι το 1965. Το χειμώνα του 1963, η Καρίνα, εν μέσω έντονων ψυχολογικών προβλημάτων, έκανα απόπειρα αυτοκτονίας. Ο Γκοντάρ έκανε επανειλημμένες προσπάθειες να στηρίξει ψυχολογικά τη σύζυγό του, δίνοντάς της παράλληλα σημαντικούς ρόλους στις ταινίες του. Είναι χαρακτηριστικό ότι για την ταινία “Bande A Part”, στην οποία έπαιξε την Odile (μια νεαρή γυναίκα που εμπλέκεται σε ένα ερωτικό τρίγωνο με δύο άντρες) η ίδια δήλωσε ότι ήταν ένας ρόλος που της έσωσε τη ζωή…

 

Ο χωρισμός της με τον Γκοντάρ κάθε άλλο παρά αποτέλεσε εμπόδιο για τη μετέπειτα καριέρα της Καρίνα. Ακολούθησαν οι ταινίες “Alphaville” και “Pierrot Le Fou”, στην οποία πρωταγωνίστησε μαζί με τον Μπελμοντό. Στη συνέχεια δούλεψε με τον Ιταλό νεο-ρεαλιστή σκηνοθέτη Βαλέριο Ζουρλίνι στο πολεμικό δράμα για τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο “Le Soldatesse” το 1965. Η ταινία απαγορεύτηκε από το γαλλικό υπουργείο ενημέρωσης, μέχρι που Γκοντάρ και Σαμπρόλ έκαναν διαβήματα διαμαρτυρίας με μανιφέστο ενάντια στην απαγόρευση, πετυχαίνοντας την άρση της.

Το καλοκαίρι του 1966 η Καρίνα συνεργάστηκε εκ νέου με τον Γκοντάρ στην μεγάλη ταινία “MADEINUSA“. Αυτή ήταν και η τελευταία ταινία στην οποία συνεργάστηκαν.

Έχοντας πλέον καθιερωθεί στη Γαλλία, η Άννα απλώνει τα φτερά της και έξω απ’ τη χώρα. Στα επόμενα χρόνια η φήμη της εξαπλώνεται σε όλο το κόσμο, καθώς δουλεύει με κάποιους από τους μεγαλύτερους ανά τον κόσμο σκηνοθέτες. Το 1973 θα κάνει την πρώτη της σληνοθετική απόπειρα στην ταινία “Vivre Ensemble” στην οποία θα έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα ακολουθήσει η συμμετοχή της στην ταινία του Φασμπίντερ «Κινέζικη Ρουλέτα» το 1976. Και στη συνέχεια… πολλή τηλεόραση, αλλά και θέατρο. Όσο για τη δεκαετία του ’80, η μεγαλύτερή της κινηματογραφική επιτυχία ήταν το «Νησί του Θησαυρού» του Χιλιανού σκηνοθέτη Ραούλ Ρουίθ.

Στα πιο πρόσφατα χρόνια, οι εμφανίσεις της είχαν πια το χαρακτηριστικό της συμβολικής της συμμετοχής. Εμφανίστηκε το 1995 στη ταινία του Ζακ Ριβέτ “Up Down Fragile”, όπως και στην ταινία του Τζόναθαν Ντεμ «Η Αλήθεια για τον Τσάρλι» το 2002. Τέλος, το 2007 έγραψε και σκηνοθέτησε ένα μουσικό φιλμ δρόνου, το “Victoria”, στην οποία πρωταγωνίστησε η ίδια.

 

Οι βραβεύσεις της:

* 1961 Αργυρή Άρκτος Φεστιβάλ Βερολίνου για την “Η ΚΥΡΙΑ ΘΕΛΕΙ ΕΡΩΤΑ”

* 1988 Cesar Award για τον 2ο γυναικείο ρόλο στην ταινία “Cayenne Palace”

* 2003 Bilbao International Award

* 2008 Pusan International Film Festival

 

Φιλμογραφία

 

  • Presentation ή Charlotte and Her Steak 1960 • Eric Rohmer

  • A Woman is a Woman 1961 – Η Κυρία Θέλει Έρωτα • Jean-Luc Godard

  • Tonight or Never 1961 • Michel Deville

  • My Life to Live 1962 – Ζούσε τη Ζωή της • Jean-Luc Godard

  • Scheherazade 1963 • Pierre Gaspard-Huit

  • The Little Soldier 1963 – Ο Μικρός Στρατιώτης • Jean-Luc Godard

  • Band of Outsiders 1964 • Jean-Luc Godard

  • All About Loving 1964 • Jean Aurel

  • Circle of Love 1964 – Το γαϊτανάκι του έρωτα • Roger Vadim

  • Pierrot le fou 1965 • Jean-Luc Godard

  • Alphaville 1965 – Ο Τρελός Πιερό (1965) • Jean-Luc Godard

  • The Nun 1966 • Jacques Rivette

  • Made in U.S.A. 1966 – Συνέβη στην Αμερική • Jean-Luc Godard

  • Anna1967 • Pierre Koralnik

  • The Magus 1968 – Ο Μάγος • Guy Green

  • Man on Horseback 1969 • Volker Schlöndorff

  • Before Winter Comes 1969 • J. Lee Thompson

  • The Salzburg Connection 1972 • Lee H. Katzin

  • Bread and Chocolate 1973 • Franco Brusati

  • The Truth About Charlie 2002 –Διαζύγιο Θανάτου • Jonathan Demme

 

Βιβλιογραφία

Στην ελληνική αγορά κυκλοφόρησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια αρκετά βιβλία γύρω από τα έργα και της ημέρες του Ζαν Λικ Γκοντάρ, τα περισσότερα από τα οποία, ωστόσο, είναι πλέον εξαντλημένα. Ένα πραγματικό χρήσιμο «εργαλείο» για τους θαυμαστές του μεγάλου Γάλλου σκηνοθέτη είναι το δίτομο βιβλίο του «Κείμενα και συνεντεύξεις», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αιγόκερως».