Οι ταινίες “Ο μάγος της Αθήνας” και “Οι περιπέτειες του Βιλάρ”, τα δύο αποκατεστημένα αριστουργήματα από τη συλλογή της ΤΤΕ, προβάλλονται στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ Ταινιών Νιτρικής Κυτταρίνης (XV Nitrate Film Festival), που πραγματοποιείται φέτος στο Βελιγράδι από τις 6 Ιουνίου.

 

Αποτελώντας ένα από τα λίγα στο είδος του, πρόκειται για Φεστιβάλ που εξειδικεύεται στην προβολή αποκατεστημένων ταινιών που γυρίστηκαν σε φιλμ κυτταρικής νιτρίνης (εύφλεκτο κινηματογραφικό φιλμ) αλλά και ταινιών αρχείων συνολικότερα, και διοργανώνεται εδώ και δεκαπέντε χρόνια από την Ταινιοθήκη της Σερβίας. Το Φεστιβάλ προβάλλει ταινίες από την πλούσια συλλογή της Ταινιοθήκης της Σερβίας, καθώς και ταινίες που έχουν ανακαλυφθεί πρόσφατα στα διεθνή αρχεία και συγκεντρώνει τους επαγγελματίες του χώρου διεθνώς , έχοντας ταυτόχρονα μεγάλη απήχηση στο σερβικό και συνολικότερα βαλκανικό κοινό.

 

Λίγα λόγια για την ταινία “Ο μάγος της Αθήνας”

Ο μάγος της Αθήνας (1931) | Σκηνοθεσία-Σενάριο: Αχιλλέας Μαδράς | Διεύθυνση φωτογραφίας: Ζόζεφ Χεπ

Ένας μουσικός-μάγος, ευγενικής καταγωγής (Αχιλλέας Μαδράς), κερδίζει τις καρδιές των γυναικών. Όταν η αγαπημένη του τον εγκαταλείπει για έναν πλούσιο, εκείνος θα κάνει τα πάντα για να την ξανακερδίσει. Η ταινία άρχισε να γυρίζεται το 1922 με τίτλο Η τσιγγάνα της Αθήνας. Τα γυρίσματά της δεν ολοκληρώθηκαν αλλά αποσπάσματα συνοδευόμενα με επίκαιρα της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής προβλήθηκαν σε διάφορες εκδηλώσεις των ομογενών της Αμερικής. Το 1931 ο Αχιλλέας Μαδράς συμπλήρωσε την ταινία με νέες σκηνές που γύρισε σε διάφορους χώρους της πόλης των Αθηνών αλλάζοντάς της τον τίτλο από Τσιγγάνα της Αθήνας σε Μάγο της Αθήνας. Εξαιτίας της παλαιότητας του εύθραυστου υλικού της ταινίας, αλλά και της περιπετειώδους διαδικασίας που μεσολάβησε μέχρι την ολοκλήρωση της παραγωγής, υπήρχε διαθέσιμο μόνο το 80% του συνολικού υλικού για την αποκατάστασή της. Εκείνο που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι η κόπια της ταινίας που κυκλοφόρησε είχε προσθήκη σκηνών ζωγραφισμένες καρέ-καρέ στο χέρι από φοιτητές της Σχολής Καλών Τεχνών.Έλληνας της διασποράς, ο Αχιλλέας Μαδράς (1875-1966) σπούδασε στο Κονσερβατουάρ του Παρισιού. Στα μέσα της δεκαετίας του 1910 εμφανίστηκε στο ελληνικό θέατρο και ειδικεύτηκε σε έργα του Σαίξπηρ. Από το 1921 ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο γυρίζοντας ένα ντοκιμαντέρ (Οι πρόσφυγες του πολέμου, 1920-21) και τρεις μεγάλου μήκους ταινίες (Η τσιγγάνα των Αθηνών, 1922, Μαρία Πενταγιώτισσα, 1929 και Ο μάγος της Αθήνας, 1931) με τη δική του εταιρεία παραγωγής. Υπήρξε πρωταγωνιστής, σκηνοθέτης και σεναριογράφος όλων των ταινιών του. Με την εμφάνιση του ομιλούντος κινηματογράφου σταμάτησε κάθε δραστηριότητα.

 

Λίγα λόγια για την ταινία “Οι περιπέτειες του Βιλάρ”

Οι περιπέτειες του Βιλάρ (1924) | Σκηνοθεσία- Διεύθυνση φωτογραφίας: Ζόζεφ Χεπ | Σενάριο: Νικόλαος Σφακιανός (Βιλάρ)

Οι περιπέτειες του Βιλάρ, η παλαιότερη ελληνική ταινία μεγάλου μήκους, που διασώθηκε και αποκαταστάθηκε από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος, αποτελεί το δεύτερο μέρος μιας κωμωδίας σε δύο πράξεις, που γύρισε ο Ζόζεφ Χεπ με πρωταγωνιστή τον κωμικό του μπουρλέσκ Σφακιανό (ή Βιλάρ), ο οποίος είχε σπουδάσει στη Γαλλία. Ο Βιλάρ έκανε πολλές κωμωδίες με μεγάλη απήχηση στο ελληνικό κοινό αλλά δυστυχώς καμία άλλη δεν έχει σωθεί. Το 1963 η Αγλαΐα Μητροπούλου, ιδρύτρια της Ταινιοθήκης της Ελλάδος, έπεισε το Ζόζεφ Χεπ να δωρίσει τη μεγάλη και σημαντική συλλογή του από ελληνικές ταινίες και επίκαιρα στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Απ’ αυτό το υλικό σώθηκαν τμήματα της δεύτερης πράξης των Περιπετειών του Βιλάρ, τα οποία έπρεπε να αποκατασταθούν. Το 1972 έγινε η πρώτη απόπειρα αποκατάστασης της ταινίας. Το 1991 το Τμήμα Συντήρησης και Αποκατάστασης της Ταινιοθήκης της Ελλάδος ανέλαβε την πλήρη αποκατάσταση της ταινίας. Ο Βιλάρ πιάνει δουλειά σε ένα στεγνοκαθαριστήριο αλλά ερωτεύεται και κυνηγά το αντικείμενο του πόθου του σε όλη την Αθήνα από τα νεοκλασσικά της οδού Σταδίου μέχρι το Φάληρο. Την κυνηγά απεγνωσμένα από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός μέχρι το Ηρώδειο. Τρέχει κατά μήκος μεγάλων δρόμων προσελκύοντας πάντα γοητευτικές γυναίκες. Κάνει τη μια γκάφα μετά την άλλη και μπλέκει σε διάφορες περιπέτειες. Χορεύει, μάλιστα, ακόμα και στους ρυθμούς τζαζ μιας μπάντας από τη Νέα Ορλεάνη που συναντά στο Φάληρο. Ο Ζόζεφ Χεπ και ο Νικόλαος Σφακιανός (Βιλάρ) προσαρμόζουν τις πλάκες του ΜακΣένετ και το μπουρλέσκ στην αθηναϊκή φάρσα και το αθηναϊκό περιβάλλον. Καθώς τα γυρίσματα είναι κυρίως εξωτερικά, η ταινία έχει ιδιαίτερη αξία ως πορτρέτο της πρωτεύουσας της Ελλάδας τη δεκαετία του 1920. Ο Ζόζεφ Χεπ (1887-1968) γεννήθηκε στη Βουδαπέστη και ήρθε στην Αθήνα για να εργαστεί ως Υπεύθυνος Προβολής στον Κινηματογράφο Πανελλήνιον. Το 1912 γύρισε τα πρώτα επίκαιρα στην Ελλάδα, ενώ το 1916 ήταν διευθυντής φωτογραφίας στην ταινία Το ιππικό, την πρώτη του συνεργασία με το Δήμο Βρατσάνο στο σενάριο και τη σκηνοθεσία η οποία συνεχίστηκε το 1917 στην ταινία Η προίκα της Ανθούλας. Μετά από διετή εξορία, επιστρέφει και τότε ξεκινά η πιο παραγωγική του φάση, καθώς κινηματογραφεί στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Θράκη το 1919 αλλά και ολόκληρη την εκστρατεία στη Μικρά Ασία ως επίσημος οπερατέρ του ελληνικού στρατού. Το 1923 συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον κωμικό Βιλάρ. Όπως μας πληροφορεί η Αγλαΐα Μητροπούλου, «έφτιαξε τη δική του εκδοχή του Vitaphone του Warner, ενός ενισχυτή με μεγάφωνο που συγχρόνιζε το δίσκο με τη φωνή, την ταινία και τον ομιλητή. Συνέχισε να δουλεύει ως οπερατέρ, στην ταινία Ολυμπία (1938) της Λένι Ρίφενσταλ, τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο και τον εμφύλιο. Παράλληλα, υπήρξε διευθυντής φωτογραφίας σε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της εποχής.