Το πολυβραβευμένο δίδυμο Κάθριν Μπίγκελοου και Μαρκ Μπόαλ του “The Hurt Locker” (2008) επιστρέφει ξανά στο θέμα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας ανοίγοντας τον φάκελο του Οσάμα Μπιν Λάντεν με κωδικό όνομα: “Zero Dark Thirty”.

Από την Ελένη Φιλίππου

Ο τίτλος, εξηγεί η σκηνοθέτης, είναι στρατιωτικός όρος για το μισάωρο μετά τα μεσάνυχτα (και υποδηλώνει την ώρα που η ομάδα των Seal 6 πάτησε το πόδι της στο χώρο που κρυβόταν ο Μπιν Λάντεν), όπως επίσης και στο σκοτάδι και την άκρα μυστικότητα της όλης επιχείρησης. Το αρχικό πρότζεκτ της Μπίγκελοου βασιζόταν στα γεγονότα του Τόρα Μπόρα στο Αφγανιστάν το 2001, το οποίο ακυρώθηκε όταν ανακοινώθηκε πως ο Μπιν Λάντεν σκοτώθηκε. Με το κεντρί της Αλ Κάιντα να μην υπάρχει πλέον, Μπίγκελοου και Μπόαλ αποφάσισαν να καλύψουν κινηματογραφικά ολόκληρο το δεκαετές χρονικό της υπόθεσης Οσάμα Μπιν Λάντεν.  Το φιλμ ξεκινάει με την επίθεση στους δίδυμους πύργους τον Σεπτέμβρη του 2001 και καταλήγει στον εντοπισμό και την εξόντωση του Μπιν Λάντεν. Όσοι έχουν παρακολουθήσει την σχετική με την Αλ Κάιντα ειδησεογραφία θα αναγνωρίσουν στην διάρκεια της προβολής γεγονότα όπως τις εκρήξεις στο Λονδίνο το 2005 και στο ξενοδοχείο Marriott στο Πακιστάν το 2008, καθώς και την επίθεση αυτοκτονίας στην επιχειρησιακή βάση Chapman στο Αφγανιστάν το 2009.

Ως έμπειρος δημοσιογράφος ο Μπόαλ, κατάφερε να κάνει μια εις βάθος έρευνα (αξιοποίηση πηγών, συνεντεύξεις, ρεπορτάζ) για τον τρόπο που η πληροφόρηση κατάφερε να μπει σε μια λογική σειρά και οδήγησε εύστοχα στον νούμερο ένα καταζητούμενο τρομοκράτη της Αμερικής. Και εδώ είναι το πρώτο σημείο που διαφοροποιεί το φιλμ της Μπίγκελοου από την πληθώρα των υπόλοιπων έργων που κυκλοφόρησαν με την ίδια θεματολογία: Το μεγαλύτερο μέρος του “ZDT” αφιερώνεται στον τρόπο που η εντεταλμένη ομάδα έδρασε προκειμένου να φτάσει στον εντοπισμό του Λάντεν.  Με κεντρικό πρόσωπο την νεαρή πράκτορα της CIA, Μάγια (Τζέσικα Τσάστεϊν) παρακολουθούμε το ξετύλιγμα του νήματος, με αρχή την κάμψη της άμυνας ενός υπόπτου που βρίσκεται φυλακισμένος σε μια από τις κρυφές “Black Site” φυλακές της CIA. Ο ύποπτος, έπειτα από 96 ώρες αϋπνίας, λιμοκτονίας και σωματικής κακοποίησης «σπάει» και αποκαλύπτει ένα όνομα: Αμπού Αχμέντ αλ Κουβέιτι. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του υπόπτου, ο Αμπού Αχμέντ είναι ένας από τους αγγελιοφόρους που δουλεύουν για τον Μπιν Λάντεν.  Ψάχνοντας διακαώς για έναν σύνδεσμο-κλειδί που να οδηγεί στον πυρήνα Λάντεν, η Μάγια επικεντρώνεται στο όνομα του αγγελιοφόρου. Την βλέπουμε να περνάει μερόνυχτα μπροστά στην οθόνη, να βλέπει ξανά και ξανά μαγνητοσκοπημένες ανακρίσεις, να διασταυρώνει ονόματα και καταθέσεις, να ανακρίνει υπόπτους και να γράφει αναλυτικές αναφορές. Η μακρόχρονη έρευνά της την πείθει ολοένα περισσότερο πως ο Αμπού Αχμέντ ανήκει στα μέλη που βρίσκονται κοντά στον Λάντεν. Με την ενασχόλησή της γύρω από το όνομά του Αχμέντ να παίρνει διαστάσεις εμμονής χωρίς να δίνει άμεσα αποτελέσματα, κάνει τον ανώτερό της να δυσπιστεί πλέον για την έκβαση της έρευνάς της. Η Μάγια στην υπόνοια και μόνο ότι δεν θα της δοθεί η ομάδα που χρειάζεται για να εντοπίσει τον αγγελιοφόρο, βγαίνει πλέον δυναμικά μπροστά και με απόλυτη εμπιστοσύνη στα δεδομένα της καταφέρνει όχι μόνο να πείσει τον αρχηγό της ομάδας, αλλά να εντοπίσει μέσω του Αχμέντ, το οίκημα που διαμένει ο Μπιν Λάντεν.

Η υπόθεση φτάνει στα υψηλά κλιμάκια της CIA και με την πλειοψηφία των ειδικών να δίνουν επιεικώς ένα 60% ποσοστό επαλήθευσης στην πρόταση της Μάγια, η αυτοπεποίθηση και η σιγουριά της νεαρής πράκτορα θα ενεργοποιήσει το στήσιμο της επιχείρησης: σύλληψη ή εξόντωση Οσάμα Μπιν Λάντεν. Η επίλεκτη ομάδα των Seal συγκροτείται και τις πρώτες ώρες της Κυριακής 2 Μαϊου 2011, ο αρχηγός της Αλ Κάιντα βρίσκεται νεκρός στο σπίτι του στο Αμποταμπάντ.   Η κάλυψη μιας ολόκληρης δεκαετίας που αποτελείται από τρομοκρατικές επιθέσεις, βασανισμό υπόπτων, κατασκοπεία, ανακρίσεις, μυστικές συζητήσεις και συναντήσεις, έρευνες και συμπλήρωση απόρρητων φακέλων μέσα σε σχεδόν τρεις ώρες κινηματογραφικής προβολής είναι κατόρθωμα. Το κατόρθωμα γίνεται με την σειρά του καλλιτεχνικό αριστούργημα, όταν Μπίγκελοου και Μπόαλ, δεν παραδίδουν ένα φίλμ ντοκιμαντέρ ή κάνουν απλά μια ρεαλιστική κινηματογράφηση, αλλά επιτυγχάνουν την μεταφορά του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ στην γλώσσα της κινηματογραφικής αφήγησης. Έτσι βρισκόμαστε ενώπιον ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος συμπιλήματος: πολιτικό δράμα, δημοσιογραφικό θρίλερ και έντονη δράση. Στοιχεία τόσο καλά σφιχτοδεμένα μεταξύ τους, που φέρνουν επάξια την Μπίγκελοου στην πρώτη γραμμή των νέων ταλαντούχων σκηνοθετών της Αμερικής.

Η Τζέσικα Τσάστεϊν, ως πράκτορας Μάγια, υποστηρίζει έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο. Και αυτό για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, ο ρόλος της είναι βασισμένος σε πρόσωπο υπαρκτό και δεύτερον, διότι σεναριακά ο Μπόαλ δεν της παρέχει ιστορικά στοιχεία που να αιτιολογούν το ψυχρό, απόμακρο και opaque του χαρακτήρα της. Έτσι, όλο το βάρος πέφτει πάνω της, το οποίο φέρνει με εκπληκτικό τρόπο εις πέρας. Την βλέπουμε να σοκάρεται μεν στη θέα του βασανισμού ενός κρατούμενου, αλλά σε ανάλογη στιγμή να τηρεί κατά γράμμα την διαδικασία απόσπασης πληροφοριών που συνοψίζεται στο «όταν λες ψέματα, πονάς». Στην σχεδόν δεκαετή προσπάθειά της για να εντοπίσει τον Μπιν Λάντεν την παρακολουθούμε να μετατρέπεται ψυχολογικά και σωματικά σε μπετόν και να καταρρέει όταν όλα πια έχουν τελειώσει, σε μια προσπάθεια αυτοκάθαρσης για όλα όσα θυσιάστηκαν στο βωμό του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Και είναι αυτή η συγκεκριμένη στιγμή, που το πρόσωπο της Μάγια μετατρέπεται σε μια ανθρωπογεωγραφία ενός λαού, που στο όνομα της πατρίδας καταπατήθηκαν ανθρώπινα δικαιώματα και ζωές αθώων, υπέρ μιας λογικής «ένας αντίλυτρον υπέρ πάντων».

Σκηνοθεσία: Κάθριν Μπίγκελοου
Σενάριο: Μαρκ Μπόαλ
Πρωταγωνιστούν: Τζέσικα Τσάστεϊν,  Τζέισον Κλαρκ, Τζόελ Έντγκερτον, Κρις Πρατ, Τζέιμς Γκαντολφίνι, Μαρκ Στρόνγκ, Έντγκαρ Ραμίρεζ, Ρίκι Σέκον, Τζένιφερ Ελ, Κάιλ Τσάντλερ
Διάρκεια: 157΄
Διανομή: Audio Visual