Η νέα καλλιτεχνική περίοδος για την Εθνική Λυρική Σκηνή, ξεκινά με την Μανόν Λεσκώ, μια ιδιαίτερα δημοφιλή όπερα του

Τζάκομο Πουτσίνι (1858-1924), σε μουσική διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού και σκηνοθεσία του διάσημου Ιταλού σκηνοθέτη Τζαν Κάρλο ντελ Μόνακο.

Η Μανόν Λεσκώ ήταν η τρίτη προσπάθεια του Πουτσίνι στον χώρο του μελοδράματος αλλά η πρώτη με την οποία έδειξε την πραγματική του αξία, προετοιμάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για τα άλλα σπουδαία έργα που θα ακολουθούσαν στη συνέχεια. Η Μανόν Λεσκώ, παρά τον έντονα ρομαντικό χαρακτήρα της, σηματοδοτεί επίσης το πρώτο  δείγμα γραφής του Πουτσίνι στη σχολή του βερισμού. Μία ερωτική ιστορία γεμάτη πάθος, η πρώτη όπερα στην οποία διαφαίνεται ξεκάθαρα η ξεχωριστή μουσική γλώσσα του Πουτσίνι. Βασισμένη στο άλλοτε δημοφιλέστατο ηθικοπλαστικό μυθιστόρημα του αβά Πρεβό, η ιστορία του ιππότη Ντε Γκριέ και της Μανόν Λεσκώ έχει μελοποιηθεί από αρκετούς συνθέτες. Η όπερα του Πουτσίνι ξεχωρίζει για την ένταση με την οποία εκφράζει τα συναισθήματα αλλά και τον ορχηστρικό πλούτο της μουσικής.

Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ένας από τους πιο περιζήτητους σκηνοθέτες της όπερας παγκοσμίως, ο Τζαν Κάρλο ντελ Μόνακο, γιός του διάσημου ιταλού τενόρου Μάριο Ντελ Μόνακο, θρυλικού συμπρωταγωνιστή της Μαρίας Κάλλας την δεκαετία του ’50, στις  ιστορικές παραγωγές της Σκάλας του Μιλάνου. Τα σκηνικά της μεγάλης αυτής παραγωγής έχει αναλάβει ο κορυφαίος έλληνας σκηνογράφος Νίκος Πετρόπουλος, ο οποίος τοποθετεί τη δράση του έργου σε ένα κινηματογραφικό στούντιο, την δεκαετία του ’60, όπου γυρίζεται μια ταινία με θέμα την Μανόν Λεσκώ.  Η «ελευθερίων ηθών» έφηβη Μανόν Λεσκώ ζει μια ζωή στα άκρα, εκμεταλλευόμενη την ομορφιά και τη νιότη της.

Ο Ντελ Μόνακο φωτίζει την αντίθεση της αρετής και της αμαρτίας με σκηνές πάθους αλλά και δράματος, στήνοντας μια παράσταση που θα προκαλέσει έντονες συζητήσεις.

Ο Τζαν Κάρλο ντελ Μόνακο έχει εργαστεί ως βοηθός του  Βήλαντ Βάγκνερ, εγγονού του διάσημου γερμανού συνθέτη, καθώς επίσης του εξίσου διάσημου γερμανού σκηνοθέτη Βάλτερ Φέλζενσταϊν. Τα έτη 1986-1988 διετέλεσε διευθυντής του Φεστιβάλ της Ματσεράτας, από το 1992 έως το 1997 υπήρξε διευθυντής της Όπερας της Βόννης και από το 1997 έως το 2001 Γενικός Διευθυντής της Όπερας της Νίκαιας. Από το 2009 είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ της Τενερίφης. Συγκαταλέγεται στους πλέον περιζήτητους σκηνοθέτες παγκοσμίως: δουλείες του έχουν παρουσιαστεί μεταξύ άλλων στη Σκάλα του Μιλάνου, στις όπερες Βιέννης, Παρισιού, Βερολίνου, Βαρκελώνης, Βενετίας, Ζυρίχης και στο Φεστιβάλ του Μπρέγκεντς. Για την προσφορά του έχει τιμηθεί με κορυφαίες διακρίσεις.

Τον ρόλο της Μανόν Λεσκώ θα ερμηνεύσουν οι διακεκριμένες σοπράνο της νεότερης γενιάς Λάνα Κος από την Κροατία και Ρακέλε Στανίσι από την Ιταλία, τον Λεσκώ ερμηνεύει ο ανερχόμενος Έλληνας βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης, τον ρόλο του Ντε Γκριε ο τενόρος Δημήτρης Πακσόγλου και ο γνωστός Iταλός τενόρος Ρέντζο Τζούλιαν.
Η πρεμιέρα της Μανόν Λεσκώ, την 1η Φεβρουαρίου 1893 στο Θέατρο Ρέτζιο του Τορίνο ήταν ένας θρίαμβος για τον Πουτσίνι. Όπως σημείωσε ο ίδιος αργότερα, «Η Μανόν είναι η μοναδική από τις όπερές μου που ποτέ δεν με λύπησε… Μια κόρη υπόδειγμα!». Η Μανόν Λεσκώ παρουσιάστηκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή για τελευταία φορά, το 1986, δηλαδή πριν 26 χρόνια.

Η Μανόν Λεσκώ με μια ματιά
Το έργο / Το ποιητικό κείμενο για το τετράπρακτο λυρικό δράμα του Πουτσίνι, ανήκει στα πλέον περιπετειώδη του είδους, καθώς στη συγγραφή του συνέβαλλαν ταυτόχρονα ή σε διαδοχικά στάδια επτά άνθρωποι, μεταξύ των οποίων ο ίδιος ο συνθέτης αλλά και ο εκδότης του, Τζούλιο Ρικόρντι. Βασίζεται στο μυθιστόρημα του αβά Αντουάν-Φρανσουά Πρεβό Η ιστορία του ιππότη ντε Γκριέ και της Μανόν Λεσκώ, το οποίο λόγω του ηθικοπλαστικού του χαρακτήρα ανήκε στα διασημότερα της εποχής. Εστιάζει στην κλασική σύγκρουση ανάμεσα στη λογική και στα πάθη, στην αρετή και στην αμαρτία. Ο συγγραφέας, που είχε εγκαταλείψει το σχήμα δύο φορές, αντλούσε από την εμπειρία του. Η υπόθεση αφορά τον έρωτα του νεαρού ιππότη Ντε Γκριέ για την όμορφη έφηβη Μανόν Λεσκώ. Εκείνη προτιμά την πολυτελή ζωή, που βρίσκει κοντά σε ώριμους, εύπορους προστάτες. Συλλαμβάνεται για κλοπή και για πορνεία και εξορίζεται στην Αμερική, όπου πεθαίνει από εξάντληση. Στο πλευρό της, καταστρέφοντας και τη δική του ζωή, μένει μέχρι το τέλος ο Ντε Γκριέ.

Πρεμιέρες / Η πρώτη παγκόσμια παρουσίαση της όπερας πραγματοποιήθηκε στο Βασιλικό θέατρο του Τορίνου στις 1 Φεβρουαρίου 1893. Στην αναθεωρημένη της εκδοχή η όπερα παρουσιάστηκε στην Σκάλα του Μιλάνου έναν χρόνο αργότερα, στις 7 Φεβρουαρίου 1894.

Ο συνθέτης / Ο Τζάκομο Πουτσίνι γεννήθηκε στη Λούκκα της βόρειας Ιταλίας στις 22 Δεκεμβρίου 1858. Έως σήμερα παραμένει ένας από τους δημοφιλέστερους Ιταλούς συνθέτες όπερας, καθώς τα περισσότερα από τα έργα του περιλαμβάνονται σταθερά στο ρεπερτόριο των λυρικών θεάτρων του κόσμου. Η προσωπική γλώσσα του διαμορφώθηκε με μεγάλη σαφήνεια ήδη από την τρίτη όπερά του, Μανόν Λεσκώ (1893), ενώ με τα επόμενα τρία έργα, Μποέμ (1896), Τόσκα (1900) και Μαντάμα Μπαττερφλάι (1904), αναγνωρίστηκε ως ο σημαντικότερος διάδοχος του Βέρντι. Η πρόδηλα μελωδική μουσική και η έντονη θεατρικότητα που χαρακτηρίζουν τις όπερές του ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στις απαιτήσεις της εποχής. Λόγω του αιφνίδιου θανάτου του, στις Βρυξέλλες το 1924, έμεινε ανολοκλήρωτο το τελευταίο έργο του, η όπερα Τουραντότ.
Σύνοψη

Α’ Πράξη / Πλατεία κοντά στην είσοδο του Παρισιού. Είναι σούρουπο. Φοιτητές και κοπέλες πίνουν και φλερτάρουν. Ο Εντμόντο τραγουδά για τις χαρές της νιότης. Ο Ντε Γκριέ είναι μελαγχολικός. Οι άλλοι αστειεύονται μαζί του. Φτάνει άμαξα από το Αρράς. Η Μανόν, ο αδελφός της και ένας ηλικιωμένος θησαυροφύλακας, ο Τζερόντε ντε Ραβουάρ, κατεβαίνουν. Με την πρώτη ματιά ο Ντε Γκριέ ερωτεύεται τη Μανόν. Ακούει ότι ο πατέρας της τη στέλνει σε μοναστήρι. Την πλησιάζει και την παρακαλεί να τον συναντήσει λίγο αργότερα. Εκείνη, διστακτικά, συμφωνεί. Οι άλλοι νέοι κοροϊδεύουν το ζευγάρι. Μόλις φεύγει η Μανόν, ο Ντε Γκριέ εκφράζει τα αισθήματά του.
Επιστρέφει ο Λεσκώ με τον Τζερόντε, που είναι επίσης γοητευμένος από τη Μανόν. Προσπαθεί να πείσει τον αδελφό της να μην οδηγήσει την κοπέλα στο μοναστήρι. Καθώς ο Λεσκώ παίζει χαρτιά με τους φοιτητές, ο Τζερόντε οργανώνει την απαγωγή της Μανόν. Ο Εντμόντο, ο οποίος παρακούει τα σχέδιά του, ενημερώνει σχετικά τον Ντε Γκριέ και τον συμβουλεύει να συνοδεύσει τη Μανόν στην άμαξα που ετοιμάζει ο Τζερόντε.  Ο Ντε Γκριέ εξομολογείται τον έρωτά του στη Μανόν και την πείθει να τον ακολουθήσει στο Παρίσι. Φεύγουν μαζί. Ο Λεσκώ και ο Τζερόντε φτάνουν αργά, αλλά ακολουθούν το ζευγάρι στο Παρίσι.

Β’ Πράξη / Δωμάτιο στο μέγαρο του Τζερόντε στο Παρίσι. Η Μανόν είναι πλέον ερωμένη του Τζερόντε. Στον αδελφό της λέει ότι τον έχει βαρεθεί˙ είναι γέρος και κακός. Είναι λυπημένη και σκέπτεται τον Ντε Γκριέ. Ο Τζερόντε θέλει να την διασκεδάσει: έχει παραγγείλει μουσικούς και έναν δάσκαλο χορού. Αφού χορέψουν μαζί ένα μινουέτο και μία γκαβότα, ο Τζερόντε φεύγει.
Ο Λεσκώ βρίσκει τον Ντε Γκριέ και τον οδηγεί στην αδελφή του. Καθώς το ζευγάρι είναι μαζί, επιστρέφει ο Τζερόντε. Θυμίζει στη Μανόν πόσα του χρωστά, αλλά εκείνη απαντά πως δεν μπορεί να τον αγαπήσει. Ο Τζερόντε φεύγει θυμωμένος και το ζευγάρι νομίζει πως μπορεί να χαρεί την ελευθερία του. Παρότι ο έμπειρος Λεσκώ προειδοποιεί την αδελφή του και τον Ντε Γκριέ να φύγουν αμέσως, η Μανόν δεν θέλει να αποχωριστεί τα κοσμήματα και τα πολυτελή ρούχα της. Ο Λεσκώ την πιέζει αλλά δεν προλαβαίνει. Φτάνει ο Τζερόντε με στρατιώτες που συλλαμβάνουν τη Μανόν και δεν αφήνουν τον Ντε Γκριέ να την ακολουθήσει. Ιντερμέδιο: Το ταξίδι προς την Χάβρη. Έχοντας προσπαθήσει τα πάντα προκειμένου να ελευθερώσει τη Μανόν, ο Ντε Γκριέ την ακολουθεί στη Χάβρη.

Γ΄ Πράξη / Πλατεία κοντά στο λιμάνι της Χάβρης. Ξημερώνει. Η Μανόν έχει φυλακιστεί μαζί με άλλες πόρνες. Ο Λεσκώ έχει δωροδοκήσει έναν φρουρό, προκειμένου να επιτραπεί στον Ντε Γκριέ να της μιλήσει. Πληροφορείται ότι θα τη μεταφέρουν στη Λουιζιάνα. Ξημερώνει. Η προσπάθεια του Λεσκώ και του Ντε Γκριέ να σώσουν τη Μανόν αποδεικνύεται μάταιη. Μαζί με τις άλλες γυναίκες η κοπέλα οδηγείται στο πλοίο. Το συγκεντρωμένο πλήθος τις αποδοκιμάζει βίαια. Ο Ντε Γκριέ είναι απελπισμένος στην ιδέα ότι θα χάσει τη Μανόν για πάντα. Ορμά κοντά της αλλά απωθείται από το τους φρουρούς. Απευθύνεται με σπαρακτικό τρόπο στον καπετάνιο, ο οποίος τελικά του επιτρέπει να ακολουθήσει τη Μανόν.

Δ’ Πράξη / Έρημος στα περίχωρα της Νέας Ορλεάνης. Οι εραστές προσπαθούν να διασχίσουν το αφιλόξενο τοπίο. Ελπίζουν να βρουν καταφύγιο στον βρετανικό οικισμό. Χωρίς νερό, η Μανόν έχει εξαντληθεί. Δεν μπορεί να προχωρήσει άλλο. Αγριεμένος από την όψη της αγαπημένης του, ο Ντε Γκριέ την αφήνει και σπεύδει να βρει νερό. Μόνη, εκείνη αναλογίζεται όσα έχουν συμβεί και πως η ομορφιά της στάθηκε μοιραία. Ο Ντε Γκριέ επιστρέφει αλλά δίχως νερό. Η Μανόν τον αποχαιρετά και πεθαίνει στα χέρια του. Συντετριμμένος, εκείνος καταρρέει.

Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός
Σκηνοθεσία : Τζαν Κάρλο ντελ Μόνακο
Σκηνικά: Νίκος Σ. Πετρόπουλος
Κοστούμια: Πασκουάλε Γκρόσσι
Φωτισμοί: Βόλφγκανγκ  φον Τσόουμπεκ
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος

Μανόν Λεσκώ: Λάνα Κος (21,26,28/10) 
                                                      Ρακέλε Στανίσι (7,9,11,14,18/11)

Λεσκώ: Διονύσης  Σούρμπης

Ντε Γκριε: Δημήτρης  Πακσόγλου (19,21,26,28/10)
                                                     Ρέντζο Τζούλιαν (7,9,11,14,18/11) 
    
Τζερόντε: Δημήτρης Κασιούμης (19,21,26,28/10)
                                                     Τάσος Αποστόλου (7,9,11,14,18/11)  
                                                 
Εντμόντο:Νίκος  Στεφάνου (19,21,26,28/10)
Χαράλαμπος  Αλεξανδρόπουλος (7,9,11,14,18/11) 

Πανδοχέας : Παύλος  Μαρόπουλος (19,21,26,28/10)  
Κώστας Ντότσικας (7,9,11,14,18/11)             
                                                                     
Δάσκαλος Χορού: Χρήστος Κεχρής(19,21,26,28/10)  
Θανάσης  Ευαγγέλου (7,9,11,14,18/11)

Μουσικός: Έλενα Μαραγκού (19, 21, 26, 28/10)
 Αθηνά  Καστρινάκη (7,9,11,14,18/11)

Λοχίας : Χρήστος Αμβράζης(19,21,26,28/10) 
Γιάννης  Σταματάκης  (7,9,11,14,18/11)

Φανοκόρος: Φίλιππος Δελλατόλας (19,21,26,28/10) 
Νεκτάριος Σαμαρτζής  (7,9,11,14,18/11)

Αξιωματικός του ναυτικού: Θεόδωρος  Μωραΐτης (19,21,26,28/10)
Χρήστος Αμβράζης (7,9,11,14,18/11)
                        

Συμμετέχουν η Ορχήστρα και η Χορωδία της  Ε.Λ.Σ.