Το πολυβραβευμένο γραφείο οπτικής επικοινωνίας και δημιουργικού σχεδιασμού Beetroot Design Group παρουσιάζει, αυτή την περίοδο, στο Μουσείο Μπενάκη την έκθεση The Greek Monsters by Beetroot | Τα Ελληνικά Τέρατα της Beetroot. Η έκθεση παρουσιάζεται στο πλαίσιο της βράβευσης της ομάδας με το red dot Communication Design Award – Agency of the Year για το 2011, μια από τις σημαντικότερες διακρίσεις στο επικοινωνιακό design διεθνώς. Ο Πάρις Μέξης, μέλος του σημαντικού αυτού γραφείου design απάντησε στις ερωτήσεις του Culturenow.gr για τη σημασία της βράβευσης, την έκθεση αλλά και αξιέπαινη προσπάθεια μιας ομάδας νέων ανθρώπων που στην Ελλάδα της κρίσης, αξιοποιούν τις ικανότητές τους, τη φαντασία τους και τις γνώσεις τους και παράγουν έργο. Και μάλιστα, παράγουν έργο το οποίο είναι πρωτοπόρο και καταφέρνει να αποσπάσει διακρίσεις και αναγνώριση διεθνώς αποδεικνύοντας πως όταν υπάρχουν ικανότητες, υπάρχουν και ευκαιρίες• ακόμα και σε δυσοίωνες εποχές όπως αυτή που διανύουμε.

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: Η Beetroot Design Group παρουσιάζει στο Μουσείο Μπενάκη την έκθεση “The Greek Monsters by Beetroot”| «Τα Ελληνικά Τέρατα της Beetroot» από τις 27 Απριλίου έως τις 29 Ιουλίου του 2012. Πριν μας συστήσετε την έκθεση θα ήθελα να μας πείτε κάποια πράγματα για την Beetroot Design Group (τη δημιουργία, το έργο της και την ομάδα γενικότερα) αλλά και τον χώρο της “οπτικής επικοινωνίας”.

Πάρις Μέξης: Η Beetroot Design Group είναι ένα πολυβραβευμένο γραφείο οπτικής επικοινωνίας και δημιουργικού σχεδιασμού, που για περισσότερο από έντεκα χρόνια αναδεικνύει με το έργο της την ουσία της ανθρώπινης παραγωγής, το πάθος για την ανάπτυξη και την ανθρώπινη ικανότητα.

Αποστολή της Beetroot είναι να ανακαλύπτει, να δημιουργεί και να αναπτύσσει την ταυτότητα μιας εταιρείας, υπηρεσίας ή προϊόντος και στη συνέχεια να την επικοινωνεί με τρόπους που να την καθιστούν μοναδική, αναγνωρίσιμη και να την καθιερώνουν στο διεθνές στερέωμα. Το έργο της Beetroot είναι χαρακτηριστικό για το πολυσυλλεκτικό και ανομοιογενές του ύφος εφόσον κάθε εφαρμογή είναι μοναδική, αυθεντική και σχεδιάζεται ειδικά βαση της εκάστοτε συνεργασίας.

Cul.N.: Πείτε μας λίγα λόγια για το “επικοινωνιακό design” και την ανάπτυξή του στην Ελλάδα. Πιστεύετε πως στην Ελλάδα η “γλώσσα” του χώρου αυτού, η σημειολογία του με άλλα λόγια ή και ο ρόλος του, δεν έχουν την απήχηση που έχουν στο εξωτερικό; Και αν ναι, για ποιους λόγους πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό;

Π.Μ.: Το επικοινωνιακό design αφορά στη δημιουργία και την ανάπτυξη κάθε εφαρμογής υλικής, ακουστικής, οπτικοακουστικής, αναλογικής ή ψηφιακής κλπ, η οποία χρησιμεύει ως τρόπος επικοινωνίας οποιουδήποτε προϊόντος, υπηρεσίας ή φυσικών προσώπων με το δυνητικό κοινό τους.

Στην Ελλάδα ο όρος «επικοινωνία» ταυτίστηκε από νωρίς με τη «διαφήμιση» και ο επικοινωνιακός σχεδιασμός με τη «γραφιστική και την εικονογράφηση» που ήταν τα πιο συνήθη μέσα επικοινωνίας της εποχής. Σήμερα χρησιμοποιείται ο πιο ειλικρινής όρος της «επικοινωνίας» και για τα δύο, εφόσον ο σκοπός της επαφής με το κοινό δεν είναι πάντα η πώληση. Η Ελλάδα είναι μια αγορά – και πάλι όχι με την έννοια της αγοραπωλησίας αλλά της συνεύρεσης για ανταλλαγή ιδεών –  πολύ εσωστρεφής και γι’ αυτό κάπως ξεκομμένη από τις διεθνείς εξελίξεις στα περισσότερα επίπεδα σκέψης και δημιουργίας. Παρόλα αυτά όλο και περισσότερο – και λόγω της κρίσης –  ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι χρειάζεται περισσότερη ειλικρίνεια και λιγότερο «θόλωμα των νερών» για να φτάσει την πληροφορία του στα μάτια και τα αυτιά που αναζητά.

Cul.N.: Η έκθεση δημιουργήθηκε στο πλαίσιο της βράβευσης της Beetroot Design Group, για το «σταθερά υψηλό επίπεδο» του συνόλου του έργου της, με το red dot Communication Design Award – Agency of the Year για το 2011, μια από τις σημαντικότερες διακρίσεις στο επικοινωνιακό design διεθνώς. Πώς νιώθετε μετά από μια τέτοια διάκριση; Τι σημαίνει για εσάς προσωπικά αλλά και τι μήνυμα μπορεί να δώσει μια τέτοια διάκριση σε μια περίοδο κρίσης ; «Η Ελλάδα που αντιστέκεται»;

Π.Μ.: Πριν από τη διάκριση υπάρχει ο διαγωνισμός και η σημαντικότερη πτυχή ενός διαγωνισμού είναι η συνύπαρξη με όλους του διαγωνιζόμενους, οι «εκεχειρίες» (για να θυμηθούμε τους Ολυμπιακούς), η στιγμή που μπορούμε από απόσταση να δούμε το έργο μας – καλό ή κακό – πλάι στο έργο των συναδέλφων μας και να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που συμμετέχουμε σε διαγωνισμούς. Από την άλλη οι διακρίσεις είναι διαβατήρια για ένα πλατύτερο κοινό και αποτελούν νέες αφορμές για  να επικοινωνήσουμε τη δουλειά μας. Οι ελληνικές διακρίσεις μπορούν να είναι πολύ χρήσιμες για την τόνωση του ηθικού των ανθρώπων της χώρας εφόσον χρησιμοποιούνται με αυτό το στόχο επικοινωνιακά και υπάρχει και επικοινωνιακό αντίκρισμα. Όμως να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Δεν αντιστέκεται «η Ελλάδα». Αντιστέκεται ο Λεωνίδας και οι 300 στον Ξέρξη, η ελληνική αντίσταση στον άξονα κλπ. Όταν μιλάμε για δημιουργία δεν είναι φρόνιμο να χρησιμοποιούμε στρατιωτικούς όρους, ούτε να ανάγουμε κάθε νίκη ή διάκριση των Ελλήνων στην ελληνική «αντίσταση», «υπεροχή» κλπ. Η βράβευση της Beetroot με το red dot ως Agency of  the Year είναι μια σημαντική επιτυχία δημιουργών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα και μακάρι να αποτελέσει έναυσμα και για άλλους δημιουργούς, ειδικά στη παρούσα δύσκολη περίοδο.

Cul.N.: Να έρθουμε και στην ενδιαφέρουσα έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη. Πείτε μας λίγα λόγια για τα εκθέματα, το concept αλλά και τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί. Ποια είναι τα Ελληνικά Τέρατα της Beetroot και τι συμβολίζουν;

Π.Μ.: Η έκθεση The Greek Monsters μπορεί να αναλυθεί ως προς τρείς βασικούς άξονες: Ο πρώτος άξονας είναι η αρχαία ελληνική μυθολογία. Με αφορμή το βιβλίο μας «Τα Παρεξηγημένα Τέρατα της Ελληνικής Μυθολογίας» σε κείμενο Α. Τεντοκάλη, προέκυψε και αναπτύχθηκε το οπτικό ύφος των τεράτων αλλά και υπήρχε μια διάθεση να εκμεταλλευτούμε την πολλαπλή ερμηνεία των μύθων που είχαμε ανακαλύψει με την ενασχόλησή μας για τη δημιουργία του βιβλίου. Τα τέρατα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας λειτουργούν σαν προσωποποίηση φυσικών φαινομένων, καθημερινών αλλά και υπαρξιακών φόβων και θέτουν τα όρια του «φυσιολογικού» όχι μόνο για την τότε εποχή αλλά και για τη σημερινή. Ήταν λοιπόν ένας εξαιρετικός «ατζέντης» για να μεταφέρει τα μηνύματα που μας ενδιέφεραν. Θα δείτε λοιπόν μια πολύ συγκεκριμένη επιλογή από τέρατα της ελληνικής μυθολογίας σε «νέο-μελανόμορφο ρυθμό» όπως έχουμε βαφτίσει το εικονογραφικό τους ύφος.

Ο δεύτερος άξονας είναι το design και η δημιουργία γενικά. Σε μια στιγμή που η ανάπτυξη ταυτίζεται με την επιβίωση και την παλινόρθωση των κοινωνιών, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, εμείς σκεφτήκαμε να υπενθυμίσουμε και να θέσουμε τις φιλοσοφικές και ηθικές βάσεις αλλά και τις τεχνικές, τις οποίες θεωρούμε χρήσιμες αν όχι απαραίτητες για το σκοπό αυτό.

Ο τελευταίος άξονας αφορά τη στοχοποίηση και το ρατσισμό. Το τέρας δεν ορίζει ποτέ τον εαυτό του ως τέτοιο. Είναι το περιβάλλον του τέρατος που το βαφτίζει έτσι σύμφωνα με τα δικά του μέτρα του κανονικού και του επιτρεπτού. Κι όμως τα τέρατά μας δεν αντιστέκονται στο χαρακτηρισμό τους. Αντίθετα προσπαθούν με χιούμορ και ευαισθησία να μας θυμίσουν τι «άλλο» είναι εκτός από τέρατα και με ποιο τρόπο μπορούν να είναι χρήσιμα ή ακόμη και καθοριστικά ωφέλιμα για τη σημερινή κοινωνία.

Η έκθεση πρωτοπαρουσιάστηκε στο Βερολίνο, τη στιγμή που ο διασυρμός της Ελλάδας για την κακή οικονομικό-πολιτική μας κατάσταση, από μεγάλη μερίδα των διεθνών μέσων επικοινωνίας και ειδικά στη Γερμανία, είχε φτάσει στο απόγειό της. Η Ελλάδα παρουσιάζονταν ως το Τέρας της Ευρώπης και όμως η Beetroot μια ομάδα Ελλήνων με βάση στην Ελλάδα κέρδιζε ένα από τα σημαντικότερα, αν όχι το σημαντικότερο, βραβείο στο στίβο της. Αισθανθήκαμε λοιπόν την ανάγκη να πούμε «παρακαλώ μη γενικεύετε τόσο εύκολα, ακούστε το Τέρας» και μιλήσαμε μέσα από το design, σχεδιάζοντας την έκθεση.

Ως προς τη φυσική υπόσταση της έκθεσης, τα εκθέματα χωρίζονται και πάλι σε τρεις κατηγορίες: τα ζωγραφικά εκθέματα τα οποία είναι ως επί το πλείστον τοιχογραφίες που μας επέτρεψε να δουλέψουμε στους τοίχους του, εν είδει graffiti αλλά με πινέλο αντί για σπρέι, το Μουσείο Μπενάκη, τα γλυπτά μας, σε διάφορα μεγέθη από ειδώλια ως ένα γλυπτό άνω των τριών μέτρων και στα τεχνολογικά μας εκθέματα που μπορούν να γίνουν αντιληπτά μόνο μέσω tablets, smartphones, ηχείων κλπ. Η έκθεση συμπληρώνεται από ένα τεράστιο γράφημα της «Τερατογονίας» που προέκυψε από την συμπλήρωση της Θεογονίας του Ησίοδου με τα τέρατα και ένα video που παρουσιάζει τη δημιουργία και την πορεία της έκθεσης.

Cul.N.: Εκτός από τη φύση της ίδιας της έκθεσης, που εμπεριέχει την πρωτοπορία και τη νέα ματιά στα πράγματα, πρωτότυπη είναι επίσης η ιδέα, τα εκθέματα να μην συνοδεύονται από πληροφορίες, ως είθισται, αλλά από ποιήματα για τη φιλοσοφία ή την πρακτική που συμβολίζουν. Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα; Θα θέλατε να μας “αποκαλύψετε” ένα από αυτά τα ποιήματα ώστε να πάρουμε μια μικρή γεύση;

Π.Μ.: Είμαστε designers και στο χώρο μας τα έργα πρέπει να επικοινωνούν και να λειτουργούν άμεσα. Για να δημιουργήσουμε την έκθεση μελετήσαμε πολύ τον Όμηρο και τον Ησίοδο αλλά και τους μεταγενέστερους ποιητές και συγγραφείς που με τη φαντασία τους δημιούργησαν ή πρόσθεσαν στις καταπληκτικές ιστορίες των τεράτων όπως οι τραγικοί ποιητές, ο Ηρόδοτος, ο Οβίδιος και τόσοι άλλοι μέχρι τον Κοκτώ ή ακόμη και το Ζίντ.

Όμως ο στόχος μας δεν ήταν να κάνουμε ένα μάθημα για τη μυθολογία μας αλλά να χρησιμοποιήσουμε τη μυθολογία για κάτι που έχουμε ανάγκη σήμερα: την δημιουργία και την ανάπτυξη. «Κρύψαμε» στον οδηγό της έκθεσης αλλά και πίσω από QR codes στην ίδια την έκθεση, όλες αυτές τις πληροφορίες για όποιον ενδιαφέρεται για το μυθολογικό υπόβαθρο των τεράτων και φέραμε στο φώς το συμβολισμό τους που για εμάς ήταν το σημαντικό. Επίσης με αυτό τον τρόπο θέλαμε να δείξουμε πως η μυθολογία ή η κουλτούρα και ο πολιτισμός ενός τόπου – και ας είναι και ο Ελληνικός – δεν πρέπει να «ιεροποιούνται» αλλά να ξαναδιαβάζονται, να ερμηνεύονται, να χρησιμοποιούνται, να αναπτύσσονται. Μόνο έτσι μένουν ζωντανά και συνεχίζουν να ενδιαφέρουν. Για τα κείμενα που αφορούν τους συμβολισμούς των τεράτων αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον ποιητικό λόγο, κυρίως γιατί με την ποίηση μπορεί να πει κανείς πολλά, με λίγα. Θα επιχειρήσω μια τολμηρή σύνδεση: η ποίηση είναι η πιο designed λογοτεχνική φόρμα.

Φοίνιξ
(ΑΝΑΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ)

Τα φτερά μου
Καίνε

Σπάει
Η φωνή

Με τα μάτια καρφωμένα
Στις Φλόγες

Περιμένω
Τον νέο
Εμένα

Cul.N.: Και εσείς προσωπικά αλλά και η ομάδα σας είστε νέοι άνθρωποι με επιτυχημένη πορεία τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό. Πόσο δύσκολο είναι ένας νέος και μορφωμένος άνθρωπος να ξεχωρίσει σήμερα – και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο  – τη στιγμή που η ανεργία των νέων καλπάζει και οι προοπτικές δεν υπάρχουν καν;

Π.Μ.: Όσο ήταν πάντα. Οι ευκαιρίες και οι προοπτικές δεν είναι προνόμιο των καιρών αλλά προνόμιο των ικανών. Αυτό που αλλάζει αφορά την μέση κατάσταση: τον άνθρωπο που δυνητικά μπορεί αλλά πρακτικά αδυνατεί να συγκεντρωθεί στο στόχο του, να θέσει τις προτεραιότητές του και να εργαστεί όσο χρειάζεται και ακόμη περισσότερο για να επιτύχει. Σε καλές περιόδους αυτός ο «περίπου» μπορεί και να τη σκαπουλάρει και να βρει μια δουλίτσα. Μπορεί ακόμη και να του αρέσει η δουλειά του και να αναπτυχθεί σε πολύ πιο συγκροτημένο άνθρωπο. Σε κακές, οι ευκαιρίες για τον «περίπου» σπανίζουν. Για τον ικανό και αποφασισμένο όμως, αυτά δεν έχουν σημασία. Και για τον ανίκανο επίσης.

Για να ξεχωρίσει κανείς η συνταγή είναι πολύ παλιά και αλάνθαστη: πρέπει να έχει κάποιο αληθινό και σωστό προϊόν, υπηρεσία ή ικανότητα να προσφέρει έναντι αμοιβής και να το επικοινωνεί με το καλύτερο δυνατό τρόπο, όπως δηλαδή του αξίζει. Εδώ να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν είναι καθόλου απαραίτητο να «ξεχωρίσει» κανείς. Ακόμη και με το πρώτο στοιχείο μόνο, μπορεί να ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή δημιουργώντας. Η βάση όμως είναι η ικανότητα και το έργο. Χωρίς έργο δεν μπορεί να υπάρξει ευκαιρία γιατί και να υπάρξει θα χαθεί. Η καταστροφή της σοδιάς με ελάχιστο ή καθόλου απόθεμα για το χειμώνα είναι τραγική και ξεπερνιέται δύσκολα. Αν όμως δεν υπάρξει νέα σπορά θα έρθει το απόλυτο τέλος. Σε περιόδους κρίσης, σπέρνουμε, ακόμη και από το υστέρημα του αποθέματος.

Cul.N.: Ποιά τέρατα πρέπει να αντιμετωπίσουμε σήμερα κατά τη γνώμη σας και με ποιά όπλα;

Π.Μ.: Εξαρτάται από ποια σκοπιά βλέπει κανείς το «τέρας». Σύμφωνα με το πνεύμα της έννοιας «Τέρας» όπως το παρουσιάζουμε στην έκθεσή μας, ως δηλαδή κάτι πολύ δημιουργικό, παρεξηγημένο και ως ένα σημείο αναγκαίο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε «τα τέρατα της γνώσης», τους ανθρώπους με τεράστιες ικανότητες, «τα ιερά τέρατα του πολιτισμού» κλπ, οπλισμένοι με σεβασμό, αντικειμενικότητα, και φιλομάθεια. Αν μιλάμε για τα κακώς εννοούμενα τέρατα παρόλο που μοιάζουν πολλά είναι στη πραγματικότητα ένα: ο κακός μας εαυτός και για να τον πολεμήσουμε πρέπει να οπλιστούμε με ψυχραιμία, χιούμορ και έργο.

Cul.N.: Είστε ένας πολυσχιδής καλλιτέχνης με παρουσία στα εικαστικά, στο design, στη σκηνογραφία, τη σκηνοθεσία αλλά και τη συγγραφή. Πόσο οι διαφορετικές αυτές επιρροές και γνώσεις επηρεάζουν το σύνολο της δουλειάς σας; Πώς θα αυτοπροσδιοριζόσασταν με μία λέξη;

Π.Μ.: Η δημιουργική διαδικασία είναι μία. Αυτό που αλλάζει είναι το πλαίσιο και οι προδιαγραφές. Η δική μου οπτική γωνία είναι αυτή του σκηνογράφου αλλά με τη φιλοσοφική της διάσταση. Θεωρώ ότι αυτό που δημιουργώ κάθε φορά είναι το περιβάλλον ή το πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα μια διήγηση. Αυτό μπορεί να συμβαίνει πάνω στη σκηνή ή μέσα στα όρια μας ιστοσελίδας ή στη σελίδα ενός εντύπου. Μπορεί να συμβαίνει με θέσεις, φόρμες, ήχους ή λέξεις. Ανεξάρτητα λοιπόν από το μέσο με το οποίο καταπιάνομαι κάθε φορά προσπαθώ να ορίζω πολύ καλά τους στόχους μου και να τους ακολουθώ σεβόμενος τους τρόπους και τον κώδικα του μέσου. Όσο για τον μονολεκτικό αυτό-προσδιορισμό μου δεν νομίζω πως θα ήθελα να τον ορίσω. Προτιμώ να συστήνομαι μέσα από το εκάστοτε έργο μου. Για την παρούσα συνέντευξη είμαι υπερήφανο μέλος της Beetroot και συγγραφέας των ποιημάτων της έκθεσης μας The Greek Monsters.

Cul.N.: Επιστρέφοντας στην έκθεση, ποιες σκέψεις θα θέλατε να έχει ο επισκέπτης φεύγοντας; Τι να κρατήσει;

Π.Μ.: Εξαρτάται από την ηλικία του επισκέπτη. Τα μικρότερα παιδιά θα ήθελα να δουν στην ελληνική μυθολογία, στον Όμηρο και τον Ησίοδο, χιούμορ και αφορμή για παιχνίδι. Τα μεγαλύτερα θα ήθελα να δουν την αξία και την χαρά στη διαφορετικότητα και να μάθουν να χαίρονται τις ιδιαιτερότητές τους για να μπορέσουν ανακαλύψουν τα ταλέντα τους. Οι μεγαλύτεροι επισκέπτες θα ήθελα να σκεφτούν πώς μπορεί να επικοινωνήσει κανείς με χιούμορ και φαντασία, σύνθετες έννοιες και να διακρίνουν μερικές απλές φιλοσοφικές βάσεις για την ανάπτυξη χωρίς επιτήδευση και μάταιες κορώνες.

Cul.N.: Μετά την παρουσίασή της στο Μουσείο Μπενάκη, η έκθεση θα παρουσιαστεί και σε κάποιο άλλο εκθεσιακό χώρο εκτός Ελλάδας; Τα μελλοντικά σχέδια της ομάδας;

Π.Μ.: Μετά το Μουσείο Μπενάκη, η έκθεση θα παρουσιαστεί στην ιδιαίτερη πατρίδα της Beetroot τη Θεσσαλονίκη που είναι άλλωστε – μέσω του δήμου – και ένας από τους βασικούς μας χορηγούς με επόμενους σταθμούς, κατά πάσα πιθανότητα το Βελιγράδι, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τις ΗΠΑ. Ανεξάρτητα από την έκθεση, η Beetroot συνεχίζει να δημιουργεί για ένα ευρύ διεθνές πελατολόγιο αλλά και να αναπτύσσει πολλά αυτό – υποκινούμενα έργα που έχουν σαν στόχο το κοινωνικό έργο και την ενημέρωση και την ενδυνάμωση της ελληνικής αγοράς. Τέλος εξετάζουμε σοβαρά το ενδεχόμενο να δημιουργήσουμε παράρτημα της Beetroot στο εξωτερικό.