Τα νέα, ερωτικά τραγούδια της Τατιάνας Ζωγράφου, πάνω σε ποίηση σύγχρονων Ελλήνων ποιητών, συναντούν επί σκηνής τη ζωγραφική του Χρήστου Κεχαγιόγλου, σε μια βραδιά αφιερωμένη στον έρωτα, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης …

Η Τατιάνα Ζωγράφου και ο Χρήστος Κεχαγιόγλου μιλούν στην Στέλλα Τζίβα για τα τραγούδια αυτά και το ταίριασμά τους με τα ζωγραφικά έργα, τα οποία θα έχουμε την ευκαιρία να τα ακούσουμε και να τα δούμε από κοντά το Σάββατο 18 Φεβρουαρίου, σε μία εκδήλωση που διοργανώνουν οι εκδόσεις Καλειδοσκόπιο.

Συνέντευξη στη Στέλλα Τζίβα

CultureNow: Στις 18/2 θα παρουσιάσετε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, μια πρωτότυπη μουσική παράσταση όπου θα συμπράξουν εικόνα, μουσική και λόγος. Μιλήστε μας για αυτή τη σύμπραξη.

Τατιάνα Ζωγράφου: Στο Ίδρυμα Κακογιάννης θα παρουσιάσουμε τα καινούρια μου, ερωτικά τραγούδια, που περιέχονται στην έκδοση «Μ’ έναν τρόπο μυστικό». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, οι οποίες φρόντισαν να συνταιριάξουν την εικόνα (τα έργα ζωγραφικής του Κεχαγιόγλου), τον λόγο (την ποίηση σύγχρονων ελλήνων ποιητών) και τη μουσική (τα τραγούδια μου), σε μια έξυπνη και προσεγμένη έκδοση. Στην παράσταση στο Ίδρυμα Κακογιάννης, στις 18 Φεβρουαρίου, η ζωγραφική του Χρήστου Κεχαγιόγλου θα δημιουργήσει το σκηνικό: τα εικαστικά τοπία, μέσα στα οποία θα ακούγονται η μουσική και τα τραγούδια. Θα παίξουμε τα νέα μου τραγούδια αλλά και ορισμένα τραγούδια άλλων δημιουργών, δημιουργών σπουδαίων που με χάραξαν – Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Κυπουργός, Κουρουπός, αλλά κι ένα πολύ ωραίο και ιδιότυπο τραγούδι του Χιώτη.

C. N.: Τα τραγούδια του νέου σας δίσκου «Μ’ έναν τρόπο μυστικό», χαρακτηρίστηκαν «σαν προσευχές μέσα στην πόλη». Μιλήστε μας για αυτά…..το κοινό των  συγκεκριμένων τραγουδιών είναι ενήλικες, ή παιδιά;

Τ. Ζ.: «Προσευχές μέσα στην πόλη» – πολύ μου αρέσει αυτός ο χαρακτηρισμός. Τον είπε ο ποιητής Γιώργος Χρονάς, με τον οποίο έχουμε γράψει αρκετά τραγούδια που περιέχονται στο δίσκο. Τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια για τον έρωτα. Αλλά δεν ‘φωνάζουν’. Είναι λιτά και προσπαθούν να είναι μεστά και να έχουν το χαρακτηριστικό της οικονομίας. Δεν ξέρω αν το καταφέρνω. Αυτό θα πρέπει να το πουν όσοι τα ακούσουν προσεκτικά.

C. N.: Γράφετε στίχους, μουσική, τραγουδάτε, παίζετε πιάνο, διδάσκετε… Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο «φυσικός σας χώρος»; τι απ’ όσα  κάνετε σας αντιπροσωπεύει περισσότερο;

Τ. Ζ.: Γιατί πρέπει κάθε άνθρωπος να κάνει μόνο ένα πράγμα; Στην δική μου περίπτωση, οι διαφορετικές μουσικές ασχολίες τρέφουν η μια την άλλη. Δεν είναι παρά διαφορετικοί τρόποι να χτίζω σχέσεις ανάμεσα στους ήχους και τη ζωή μας.

C. N.: Από τους κύκλους τραγουδιών για μικρούς (και μεγάλους) «Πετώντας πας στην πόλη» και «Δεν βιάζομαι να μεγαλώσω», και τα μουσικά παραμύθια «Ένας γάτος μια φορά» και «Το σπίτι», μεταπηδήσατε στη μελοποίηση ποιημάτων. Ποια ανάγκη σας ώθησε σε αυτή την κατεύθυνση;  Ήταν κάτι που ωρίμαζε μέσα σας καιρό;

Τ. Ζ.: Δημιουργείται αυτή η εντύπωση λόγω της σειράς με την οποία έχουν εκδοθεί οι μουσικές μου εργασίες. Τραγούδια φτιάχνω από έφηβη, από τότε προσπαθώ να εξευνήσω τη ζωή μέσα από τα τραγούδια. Προσπαθώ πάντα να βρω τρόπους να φτιάξω καλά τραγούδια – και οι αφορμές για να το κάνω είναι πολλές. Δεν αντιμετωπίζω διαφορετικά τη δημιουργία ενός τραγουδιού που μιλά περισσότερο στα παιδιά από ένα τραγούδι για την αγωνία του έρωτα. Συχνά κάποιος δεν θεωρείται δημιουργός όταν απευθύνεται σε παιδιά – θεωρείται ως τέτοιος μόνον όταν γράφει ‘για μεγάλους’. Αυτή η παρεξήγηση δημιουργείται από την χαμηλή ποιότητα πολλών λογοτεχνικών και μουσικών εκδόσεων που στοχεύουν στο παιδικό κοινό. Σκουπίδια όμως υπάρχουν παντού – όχι μόνο στον χώρο του ‘παιδικού’. Ο Μάνος Καντολέων, ή η Φίλια Δενδρινού, π.χ., είναι δυο εξαιρετικοί συγγραφείς. Το ότι απευθύνονται και σε παιδιά, είναι καλό για τα παιδιά (και τους γονείς τους!).

C. N.: Πως προέκυψε η συνεργασία με τον ζωγράφο Χρήστο Κεχαγιόγλου; Στην προσπάθεια σας να συμπορευτείτε μαζί αναγκαστήκατε να τροποποιήσετε ή να προσαρμόσατε τη δουλειά σας, ο καθένας από την πλευρά του, προκειμένου να πραγματώσετε το εγχείρημα σας αυτό;

Τ. Ζ.: Με τον Χρήστο συνεργαζόμαστε πολλά χρόνια – τρεις από τις παλαιότερες δουλειές μου περιβάλλονται από τη ζωγραφική του. Μια ζωγραφική ζεστή, ονειρική, που δημιουργεί κόσμους φανταστικούς, κόσμους πλούσιους σε συναισθήματα. Η δουλειά του χαρακτηρίζεται από οικονομία και βαθειά απλότητα – ίσως αυτός είναι ο λόγος που θέλω τα τραγούδια μου να κάνουν παρέα με τις ζωγραφιές του. Ο Χρήστος αγαπά πολύ τη μουσική μου και έτσι ο διάλογός μας είναι αβίαστος και διαρκής. Πιστεύω λοιπόν πως δεν είναι θέμα προσαρμογής αλλά δημιουργικού διαλόγου.

C. N.: Γιατί επιλέξατε να μελοποιήσετε σύγχρονους ποιητές, όπως τον Γιώργο Χρονά, την Ιουλίτα Ιλιοπούλου κ.α.. και ποια η σχέση σας με τα συγκεκριμένα ποιήματα που αποφασίσατε να συμπεριλάβετε στον καινούργιο σας δίσκο;

Τ. Ζ.: Πάντα συνθέτω όταν συγκινηθώ από ένα ποίημα. Πότε δεν φτιάχνω τη μουσική πρώτα και μετά να της «φοράω» στίχους. Αυτό έχει μια σημασία με την έννοια ότι ο λόγος είναι κυριαρχικό στοιχείο της έμπνευσής μου. Οι στίχοι του Χρονά είναι σαν πλάνα βουβής ασπρόμαυρης ταινίας. Της Ιουλίτας είναι μικρές ιστορίες. Όλα τα ποιήματα που έχω διαλέξει έχουν κάτι που μου κλείνει το μάτι και με προκαλεί.

C. N.: Σπουδάσατε πολιτικός μηχανικός, πραγματοποιήσατε σπουδές φιλοσοφίας, σκηνοθεσίας και ζωγραφικής. Διακρίνει εύκολα κανείς πως είστε ένα «ανήσυχο πνεύμα».. ποιες είναι οι αναζητήσεις σας; θεωρείτε πως  έχετε  ολοκληρώσει τον κύκλο των αναζητήσεων σας;

Χρήστος Κεχαγιόγλου: Η αναζήτηση είναι πάντα νομίζω μία: να δίνουμε νόημα στον κόσμο μας, σ’ αυτό που ζούμε. Ότι κάνουμε το κάνουμε για να αποκτήσουμε μια αίσθηση πληρότητας, να αισθανθούμε σε βάθος τη ζωή… Αυτό το παιχνίδι, γιατί για ένα πολύ σοβαρό παιχνίδι πρόκειται, δεν τελειώνει ποτέ. Συνεχώς πρέπει να ανανεώνεται κανείς ακολουθώντας τα μονοπάτια που η ίδια του η δουλειά του υποδεικνύει. Η δημιουργικότητα, που είναι ο έρωτας μας για τη ζωή, ανοίγει καινούργιους κύκλους, σχέσεις και διαδρομές.

C. N.: Η ζωγραφική, θεωρείται ως «η τέχνη της εικόνας», ο δε κινηματογράφος, ως «η τέχνη του χρόνου». Πως συνδυάζονται και οι δύο τέχνες μαζί, στη σκέψη και στο έργο σας;

Χ. Κ.: Κάποτε λειτουργούσα παράλληλα στις δυο αυτές τέχνες: ήμουν ζωγράφος και κινηματογραφιστής. Τώρα αισθάνομαι σαν κινηματογραφιστής που σκηνοθετεί μέσα στον απέραντο, ανεξερεύνητο κόσμο της ζωγραφικής. Θέλω η ζωγραφική μου εικόνα να γεμίζει με κίνηση, το ακίνητο με χρόνο, το δυσδιάστατο του καμβά με βάθος. Χάνομαι στη ζωγραφική μου σε αφηγήσεις ανείπωτες, κι αφήνω μετά τη σκυτάλη στον θεατή να τις συμπληρώσει, να τις ξαναδημιουργήσει, να φτιάξει ελεύθερα καινούργιες εκδοχές. Με μια, ας πούμε, «κινηματογραφικότητα» το ζωγραφικό ταξίδι αποκτά πολλαπλές διαστάσεις, γίνεται συναρπαστικό.

C. N.: Σκεφτήκατε  να προσεγγίσετε τη συνεργασία σας αυτή, με την μουσική και τον λόγο, με ένα τρόπο διαφορετικό, όχι ως ζωγράφος αλλά ως κινηματογραφιστής;

Χ. Κ.: Σαν κινηματογραφιστής το έχω κάνει πάρα πολλές φορές αυτό. Ο κινηματογράφος δουλεύει με το λόγο και τη μουσική, τα χρησιμοποιεί σαν δικά του στοιχεία. Ενώ στη ζωγραφική είναι ένα στοίχημα, υπάρχει μια τεράστια, διάχυτη σιωπή. Μέσα απ’ αυτές τις συνεργασίες αισθάνομαι να τη χρωματίζω αυτή τη σιωπή με ήχους.

C. N.: Η συνεργασία σας επισφραγίστηκε από την έκδοση ενός μουσικού, ποιητικού και εικαστικού αναλογίου. Μιλήστε μας για τη συγκεκριμένη έκδοση..

Χ. Κ.: Ήταν μια καταπληκτική ευκαιρία να γεμίσει η σιωπή που λέγαμε με ήχους. Με τραγούδια, φωνές, μουσικές… Φτιάξαμε ένα κουτί γεμάτο από χρώματα και μουσικές. Κι ενώ το βλέπεις μικρό και σιωπηλό, όταν ξεδιπλώνεται γίνεται τεράστιο ταξίδι μέσα σε εικόνες και τραγούδια.

C. N.: Θα ακολουθήσουν και άλλες παρουσιάσεις της καινούργιας σας δουλειάς και ποια είναι τα επόμενα κοινά σας σχέδια;

Χ. Κ.: Καινούργια μου δουλειά δείχνω στις ατομικές μου εκθέσεις. Αυτόν τον καιρό δουλεύω για δυο μεγάλες εκθέσεις που είναι προγραμματισμένες για το τέλος του χρόνου. Το κοινό μας σχέδιο με την Τατιάνα είναι σταθερό : να δημιουργούμε κοινά σχέδια.