Στην Πλατεία Κοτζιά, στο σημείο συνάντησης ανθρώπων και πολιτισμών, συγκεκριμένα στο CAMP, θα πραγματοποιηθεί 3ημερο αφιέρωμα σε ταινίες …

που τόλμησαν να πουν και να απεικονίσουν, τη “δική” τους αλήθεια!

Στο ειδικό αυτό αφιέρωμα θα προβληθούν ταινίες που έχουν διχάσει πολλές φορές κοινό και κριτικούς. Σε πλήρη αντίθεση με τις καθιερωμένες επιλογές στο σενάριο, τη θεματολογία και τον τρόπο κινηματογράφησης.

Οι χαρακτήρες των συγκεκριμένων ταινιών είναι συνήθως άνθρωποι στα όρια, σε παράλογες ή ακραίες καταστάσεις, που παίζουν το τελευταίο τους συνήθως καμένο, χαρτί. Το σεξ και ο θάνατος, ζευγάρι αχώριστο σχεδόν σε όλες τις ταινίες, περπατά παράλληλα με τα φαντάσματα του παρελθόντος, έχοντας ως φόντο την περιφρόνηση και την πάλη απένταντι σε κάθε μορφή εξουσίας. Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι όλες έχουν γνωρίσει πολλαπλή βράβευση και κάποιες – δυστυχώς- την απαγόρευση προβολής.

Ταινίες όμως που η καθεμία από αυτές άφησε το δικό της προσωπικό στίγμα και στάθηκαν πολλές φορές ως αναφορά στους νεότερους κινηματογραφιστές!

Πρόγραμμα προβολής ταινιών:

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012
1. O Κήπος του Θεού– Τάκης Σπυριδάκης, ώρα προβολής 18:00
2. Γλυκιά Συμμορία – Νίκος Νικολαίδης, ώρα προβολής 20:30

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012
1. Μανία– Γιώργος Πανουσόπουλος, ώρα προβολής 18:00
2. Παραγγελιά– Παύλος Τάσιο, ώρα προβολής 20:30

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012
1. Άγγελος- Γιώργος Κατακουζηνός, ώρα προβολής 18:00
2. Στρέλλα – Πάνος Κούτρας, ώρα προβολής 20:30

Υπεύθυνες αφιερώματος: Κωνσταντίνα Βούλγαρη, Μαρία Λούκα


Παρουσίαση ταινιών:

Ο Κήπος του Θεού
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Τάκης Σπυριδάκης
Ηθοποιοί: Κ. Μαρκόπουλος, Β. Μουρίκης, Τ. Σπυριδάκης, Ν. Μακρής, Ν. Κάλαμος, Χ. Παναγιωτάκης

Βραβεία: Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, Καλύτερης Ενδυματολογίας, Καλύτερης Σκηνογραφίας, Καλύτερης Φωτογραφίας και Καλύτερου Μακιγιάζ (Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1994)

Θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε Film Noir ταινία, με δυνατές εικόνες. Θεματολογία πάνω στα δημοκρατικά δικαιώματα και την ελευθερία, μοτίβο αδιέξοδο-συλλογικότητα-δράση-αδιέξοδο!

Η ταινία αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που βρίσκονται έγκλειστοι σε φυλακή, αν και κάθε άλλο παρά εγκληματίες μοιάζουν. Ο λόγος της φυλάκισης δεν αναφέρεται πουθενά. Αφήνεται έτσι να νοηθεί πως η φυλάκιση είναι μια φυσική κατάσταση, δε θέλει κάποιο ιδιαίτερο λόγο. Οι φυλακισμένοι αναπαριστούν της γης τους κολασμένους. Κανένα περιθώριο διαφυγής. Έρχονται γιορτές των Χριστουγέννων και φτάνουν στους κατάδικους άχρηστα δώρα από αγαθοεργίες από τον έξω κόσμο. Σαν τα άχρηστα καταναλωτικά αγαθά, των οποίων η μαζική δυνατότητα κατανάλωσης παρέχεται σαν αντάλλαγμα κοινωνικής ειρήνης. Όχι όμως για τους κατάδικους της ταινίας. Αρνούνται να πάρουν μέρος στον εορτασμό των Χριστουγέννων και ετοιμάζουν μια -χαμένη από χέρι- εξέγερση.

Η τελική σκηνή της εξέγερσης, με τις μάχες σώμα με σώμα με τους μπάτσους που επιχειρούν την καταστολή, είναι μια από τις πλέον συγκλονιστικές επαναστατικές στιγμές του ελληνικού σινεμά που θυμίζει κατευθείαν την ανάλογη μάχη στο “Εάν…”  του Λίντσει Άντερσον. Η ταινία του Σπυριδάκη είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στα αντιεξουσιαστικά στέκια, στα πανεπιστήμια και τις λέσχες, όπου έχει αγαπηθεί πολύ. Σε αντίθεση με τη διανομή της στις αίθουσες…

 

Γλυκιά Συμμορία
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Νίκος Νικολαίδης
Φωτογραφία: Άρης Σταύρου
Ηθοποιοί: Δ. Τομαζάνη, Τ. Σπυριδάκης, Αλ. Παναγιωτίδης, Τ. Μόσχος, Δ. Μασκλαβάνου

Βραβεία: Καλύτερης ταινίας, φωτογραφίας, σκηνικών/κουστουμιών, μοντάζ και ήχου (Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1983)

Η ιστορία της γλυκιάς συμμορίας είναι το ημερολόγιο της ζωής και του θανάτου μιας ομάδας «ανήθικων ατόμων», μιας ομάδας που έχει φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή, και που ζητάει κάτι για να πιστέψει πολύ, και να πεθάνει γι’ αυτό. Τέσσερα νεαρά άτομα ζουν σε μια μονοκατοικία και επιδίδονται σε μικροκλοπές. Η συμπεριφορά τους τραβάει την προσοχή του κράτους. Έτσι. αρχίζει η διακριτική παρακολούθηση τους. Η ταινία είναι μια μελέτη πάνω στο νέο πρόσωπο του παγκόσμιου φασισμού. Είναι μια ιστορία χαράς και τρυφερής αγάπης• μια μουσική θανάτου, μια επίκληση χρωμάτων, γλυκιάς βίας και γέλιου.

Ο Νικολαίδης, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που μοιάζει με παιχνίδι ζωής που δεν παίρνει τίποτα στα σοβαρά, για να μετατραπεί με την ίδια άνεση σε παιχνίδι θανάτου.

Στο φινάλε της ταινίας, αυτό που παίζει μεγαλύτερο ρόλο, δεν είναι τα σκηνικά, αλλά ο ήχος, το φως και το συναίσθημα. Οι μπίλιες που πέφτουν από το φλιπεράκι, το σούρσιμο της Σοφίας, η μουσική του Χατζηνάσιου και ο πυροβολισμός, που δείχνει ότι οι ήρωες έχουν κάνει την επιλογή τους, να την κάνουν, να ζήσουν ελεύθερα…

Μανία
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Γιώργος Πανουσόπουλος
Καλλιτεχνικός Διευθυντής: Νίκος Περάκης
Ηθοποιοί: Alessandra Vanzi, Άρ.Ρέτσος, Αν.Θεοδωρακόπουλος, Στ.Ξενίδης, Γ.Καλαϊτζής, Ν.Σκιαδάς, Ειρ.Κουμαριανού, Μ.Μαρκή, Άρτω Απαρτιάν κ.ά.

Βραβεία: Βραβείο Ποιότητας Υπουργείου Πολιτισμού, Βραβείο Ερμηνείας Β’ αντρικού ρόλου (Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1985)

Η ταινία αφηγείται μια ιστορία που διαρκεί μια μόνο ημέρα. Είναι μια από αυτές τις παράξενες ημέρες στις αρχές του καλοκαιριού που μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Όταν η ξαφνική ζέστη χτυπάει τον άνθρωπο με ανεξήγητο σθένος. Η ηρωίδα μας, η Ζωή, είναι γύρω στα τριάντα, παντρεμένη με δύο παιδιά, το δεύτερο, μωρό ακόμα δύο μηνών. Δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα γι\’ αυτά που πρόκειται να της συμβούν το ίδιο απόγευμα στον Εθνικό Κήπο της Αθήνας. Η Ζωή δεν υποψιάζεται ότι μέσα της οι μνήμες και τα αρχέγονα ένστικτα επηρεάζουν το υποσυνείδητο και τη δουλειά της.

Μέσα από μια σειρά γεγονότων στο πάρκο αιχμαλωτίζεται από αυτές τις εσωτερικές δυνάμεις, χάνοντας προοδευτικά κάθε αίσθηση της ταυτότητας της. Οι πράξεις της ξεσηκώνουν τα παιδιά που παίζουν στο πάρκο και τα ζώα στο ζωολογικό κήπο. Προκαλεί τέτοιο πανικό που ούτε η αστυνομία δεν μπορεί να ελέγξει και τελικά την καταδιώκουν σαν άγριο θηρίο. Η Ζωή μένει μόνη στο πάρκο, με την κόρη της, ενώ ο άντρας της κάνει μια απελπισμένη προσπάθεια να τις σώσει.

Η ηρωίδα της ταινίας, η Ζωή, μένει σε μια σύγχρονη μεγαλούπολη, όπως η Αθήνα της δεκαετίας του \’80. Αποτελεί κομμάτι μιας αναπτυσσόμενης τεχνοκρατικής κοινωνίας ενώ ταυτόχρονα νοιώθει κλεισμένη στο ατομικό της καβούκι χωρίς διέξοδο. Κανείς από αυτούς που την ξέρουν – ούτε η ίδια βεβαίως – θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί τη μεταμόρφωσή της εκείνο το καλοκαιρινό απόγευμα στον Εθνικό Κήπο. Το δράμα εκτυλίσσεται στη μικρή ζούγκλα που θα μείνει για πάντα περικυκλωμένη από τη μεγάλη τσιμεντένια ζούγκλα της πόλης. Η Ζωή θα χάσει εκεί μέσα τον εαυτό της. Χωρίς ταυτότητα, χωρίς απολύτως κανένα σκοπό, είναι πια ένα γνήσιο στοιχείο της φύσης και θα σκορπίσει τον όλεθρο στην ήρεμη ζωή του πάρκου, με καταστρεπτικές συνέπειες.

Στη ΜΑΝΙΑ, ο Γιώργος Πανουσόπουλος, που έγραψε, σκηνοθέτησε, κινηματογράφησε και έκανε το μοντάζ μόνος του, καταφέρνει να διηγηθεί πειστικά μια απίστευτη ιστορία με συμβολικές πλευρές.

VARIETY
 

Η ταινία ΜΑΝΙΑ του Γιώργου Πανουσόπουλου αποτελεί την αναγέννηση του Ελληνικού κινηματογράφου. Η ταινία έχει περίπλοκη πλοκή που μας επιτρέπει να τη δούμε σαν μια ταινία φαντασίας και τρόμου, σαν μια απολογία για τα καταπιεσμένα κτηνώδη ένστικτα που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια της πολιτισμένης συμπεριφοράς. Ένα δείγμα των υψηλών δυνατοτήτων αυτού που είναι ο Ελληνικός κινηματογράφος της δεκαετίας του \’80.
UMBERTO ROSSI

Παραγγελιά
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Παύλος Τάσιος
Ηθοποιοί: Αντ. Καφετζόπουλος, Α. Αντωνίου, Θ. Μπαζάκα, Χρ. Τσάγκα, Σ. Ρούμπου, Γ. Κοτανίδη, Ν. Τσακίρογλου, Όλ. Λαζαρίδου, Κ. Γώγου κ.ά.


Βραβεία: Β’ καλύτερης ταινίας, Α’ ανδρικής ερμηνείας, μουσικής, μοντάζ και ηχοληψίας (Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1980)

Το 1980 είναι χρονιά ορόσημο και για τον Παύλο Τάσιο και για το ελληνικό σινεμά. Η ιδέα αυτής της ταινίας στηρίζεται σε μια πραγματική ιστορία του 1973.  Ο σκηνοθέτης καταπιάνεται με ένα θέμα που έχει συγκλονίσει την κοινή γνώμη: το αιμοταβαμμένο μακρύ ζεϊμπέκικο του Νίκου Κοεμτζή. Ένας χορός που δεν τέλειωσε ποτέ, αλλά μια ταινία που ήρθε να ταράξει τα νερά της ελληνικής κινηματογραφίας. Διαφορετική θεματική, διαφορετική τεχνική κι ένας σπαραχτικός λόγος της Γώγου. Μια γροθιά στα χορτασμένα στομάχια της άρχουσας τάξης. Αν και η συγκεκριμένη ταινία σήμερα κάνει φανερές τις αδυναμίες της, δεν παύει να θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες του ελληνικού σινεμά.

Η “Παραγγελιά” είναι μια από τις πρώτες ταινίες που κατέγραψαν με ρεαλισμό την νυχτερινή ζωή της λαϊκής Αθήνας την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών.

Ο Τάσιος δίνει τη δική του ερμηνεία για αυτό το γεγονός, αποδεικνύοντας ότι η πράξη του δεν ήταν τίποτα άλλο από μια απελπισμένη αντίδραση κατά του συστήματος που τον καταπίεζε και στόχευε στην τελική του εξόντωση.  Το νυχτερινό κέντρο όπου έγινε η σφαγή έμοιαζε με νεκροταφείο όπου οι ελπίδες των απελπισμένως Ελλήνων είναι θαμμένες.  Σκηνές που θυμίζουν αρχαία τραγωδία τονίζουν την μοίρα ενός έθνους που χαραμίζεται σε φονικούς τσακωμούς, παραγγελιές μέσα σε νυχτερινά κέντρα γεμάτα χαφιέδες, πουτάνες, νταβατζήδες και σκληρούς άντρες.

 

Άγγελος
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Γιώργος Κατακουζηνός
Ηθοποιοί: Μ. Μανιάτης, Δ. Ξάνθος, Κ. Χέλμη, Β. Τσαγκλός, Γ. Μπάρτης, Μ. Αλκαίου, Ελ. Κούρκουλα, Αλ. Τουμαζάτου, Σπ. Μπίμπιλας κ.ά.

Βραβεία: Καλύτερης ταινίας, σεναρίου και Α’ αντρικού ρόλου (Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 1982). Διαγωνίστηκε επίσης στο Φεστιβάλ Καννών, 1983, έχοντας αρνητική αντιμετώπιση από τους θεατές, ενώ πιο αρνητική αντιμετώπιση δέχθηκε με την προβολή της στο Σικάγο,  κυρίως από ομοφυλοφιλικές οργανώσεις.

Πρόκειται για την πρώτη ελληνική ταινία που ασχολήθηκε με το θέμα της ομοφυλοφιλίας στην Ελλάδα, τους τραβεστί, τις “κακόφημες πιάτσες”, καθώς ολόκληρο το πλαίσιο αντιμετώπισης αυτής της πραγματικότητας από την κοινωνία εκείνης της εποχής.

Το σενάριο βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα, και πιο συγκεκριμένα στην ολέθρια ερωτική σχέση του 19χρονου ναύτη (Χρήστου Ρούσσου) με τον 22χρονο επίσης ναύτη (Ανέστη Παπαδόπουλο). Μία σχέση η οποία οδήγησε στη δολοφονία του δεύτερου και στην καταδίκη του πρώτου από το ναυτοδικείο σε ισόβια κάθειρξη.

 Η ταινία προκάλεσε μία σειρά αντιδράσεων, πριν καν γυριστεί. Αρχικά, το σενάριο απορρίφθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού, για να χρειαστεί στη συνέχεια η συνεδρίαση της πενταμελούς επιτροπής που αποτελούσε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ώστε η ταινία να χρηματοδοτηθεί.

Ο Γ. Κατακουζηνός εκτείνει την ανδρόγυνη φύση του χαρακτήρα του σε σχεδόν μεταφυσικά ύψη.
LE MONDE

Με το ρεαλισμό και τον αγωνιώδη ρυθμό του, ο ΑΓΓΕΛΟΣ, δεν έχει αντίστοιχο στην ελληνική κινηματογραφία, που συνήθως παρουσιάζει φτηνές κωμωδίες ή έργα avant-garde που δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον κινηματογραφόφιλο.
INTERNATlONAL HERALD TRIBUNE

Στρέλλα
Σενάριο: Πάνος Κούτρας και Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Σκηνοθεσία: Πάνος Κούτρας
Ηθοποιοί: Γ. Κοκιασμένος, Μ. Ορφανού, Μπ. Βακαλίδου, Μ. Θεοχάρης, Αρ. Καββίδας

Βραβεία: Α’ γυναικείου ρόλου, σκηνογραφίας, ενδυματολογίας και μακιγιάζ
(Βραβεία Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Μάιος 2010)

Η Στρέλλα (Στέλλα με τρέλα) συνεχίζει την Ελληνίδα από εκεί που την παρέδωσαν η Στέλλα του Κακογιάννη και η Ευδοκία του Δαμιανού.

O Γιώργος αποφυλακίζεται μετά από 15 χρόνια εγκλεισμού για ένα φόνο που ομολόγησε ότι διέπραξε στο χωριό όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Είναι 48 ετών και αποφασισμένος να κάνει μία καινούρια αρχή στην Αθήνα, μία πόλη άγνωστη γι’ αυτόν. Οι άμεσοι στόχοι του: να πουλήσει το πατρικό του σπίτι και να βρει το γιο του, Λεωνίδα, του οποίου τα ίχνη έχει χάσει από τη μέρα της καταδίκης του.

Το βράδυ της αποφυλάκισής του διανυκτερεύει σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο στην Ομόνοια. Εκεί γνωρίζει τη Στρέλλα, μία όμορφη νεαρή πόρνη τρανσέξουαλ. Στη νέα του ζωή όλα επιτρέπονται κι έτσι αποφασίζει να περάσει το βράδυ μαζί της. Η ιδιόμορφη ομορφιά της, η λαχτάρα της για ζωή και το κυνικό της χιούμορ τον γοητεύουν. Λίγες μέρες μετά θα την ξανασυναντήσει και δε θα αργήσουν να μείνουν μαζί. Ωστόσο οι λογαριασμοί του Γιώργου με το παρελθόν είναι ακόμα ανοιχτοί. Μία άλλη «φυλακή» τον περιμένει. Μαζί με τη Στρέλλα θα πρέπει να βρουν το δρόμο προς την έξοδο.
Ο νέος κόσμος του Κούτρα είναι μια σειρά από γενναίες αποφάσεις που δεν σηκώνουν συζήτηση και πισωγύρισμα. Είναι αναγκαίες για επιβίωση, όπως και η επιμονή του σκηνοθέτη να γυρίσει αυτή την ταινία, σε πείσμα εκείνων που δεν εμπιστεύτηκαν το θέμα και δεν τη χρηματοδότησαν.