Μια σειρά έργων του Γιάννη Μιχαηλίδη με γενικό τίτλο “Υδατογραφίες” εγκαινιάζεται την Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011 στις 8 μ.μ. στο βιβλιοπωλείο του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) στη Θεσσαλονίκη (Τσιμισκή 11). Η έκθεση περιλαμβάνει έργα από τις ενότητες “Θεσσαλική γη” του 2004 και “Υδατογραφίες”, που παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στη γκαλερί Νέες Μορφές στην Αθήνα το Νοέμβριο του 2008, καθώς και κάποια έργα που έγιναν αργότερα.

«Νερό, γη, ανθρώπινα δημιουργήματα προορισμένα να ζήσουν στο κύμα και να πεθάνουν κάποτε στο χώμα, η μαγική φθορά του χρόνου, αποτελούν τις πηγές της προσωπικής εικονογραφίας» του Γιάννη Μιχαηλίδη, όπως αναφέρει η Ελισάβετ Πλέσσα στον κατάλογο της έκθεσης “Γιάννης Μιχαηλίδης – Δέκα Υδατογραφίες”, που παρουσιάστηκε το Νοέμβριο του 2008 στη γκαλερί Νέες Μορφές στην Αθήνα.

«Ένας κόσμος νερού διατρέχει τη ζωγραφική του Μιχαηλίδη, ίσως πιο γνωστή για τις εμμονές του με τη φύση των υλικών, την αγάπη του για το χαρτί και τις ατέρμονες επεμβάσεις του σε μια ζωγραφική επιφάνεια η οποία ξεκίνησε παραστατικά, γεωμετρικά σχεδόν, για να βρει την ταυτότητά της σε μια εξπρεσιονιστική γραφή αρχέγονων παραστάσεων που προέρχονται από την ίδια τη συμπεριφορά των υλικών. Όμως σε όλη αυτή την πορεία το νερό παρεμβάλλεται συνέχεια, τόσο σαν θέμα εννοιολογικό όσο και σαν οπτική απόδοση βιωμάτων και αναμνήσεων του νησιώτη Μιχαηλίδη για να γίνουν οι δικές του ζωγραφικές εικόνες. […]

»Το θέμα του νερού πρωτοεμφανίζεται αυτόνομο στις συνθέσεις των αρχών της δεκαετίας του 1970 και από τότε επανέρχεται σταθερά σαν ένας συνδετικός κρίκος των αναζητήσεών του. […] To 1979, εγκαταλείπει την αυστηρή γεωμετρικότητα και τις σαφείς εξωτερικές αναφορές, καταδύεται σε μια ρευστή, αφαιρετική γραφή εξπρεσιονιστικού χαρακτήρα. […] Το 1991, στην γκρίζα αφαιρετική σειρά “Αιγαίο Β”, τα Νερά του γκρίζου, ή η Υδάτινη παγίδα, φανερώνουν τον Μιχαηλίδη να χειρίζεται το νερό σαν επιφάνεια από στρώσεις χρωμάτων, και χαρτιών, τσαλακωμένων και ξανα-δουλεμένων, αφήνοντας μέσα από σχισμές να φανεί η ύπαρξη ενός εκρηκτικού σύμπαντος που παλεύει για να βγει στην επιφάνεια. To 1993, φτάνει στον τρόπο της ρευστής γραφής του που τον συνοδεύει μέχρι σήμερα – ιδιότυποι ζωγραφικοί “χάρτες”, που μοιάζει να απεικονίζουν άγνωστούς μας, πανάρχαιους τόπους, όπως στα μάρμαρα και στους παλιούς τοίχους. Ακολουθεί το τέλος της δεκαετίας του 1990, όπου δεσπόζει η εμμονή του με το χαρτί –το βάψιμο, το τσαλάκωμα και το σκίσιμο του– σαν τις αφίσες στους δρόμους που κολλώνται συνέχεια πάνω στις παλιές μέχρι να αποκαλύψουν σε σημεία τους, με το πέρασμα του χρόνου, τμήματα εκείνων που προηγήθηκαν.

»Όταν πια έρχεται η σειρά της “Θεσσαλικής Γης” του 2004, με τις αναφορές στη φύση της Θεσσαλίας, αυτά τα σχεδόν ιδεογράμματα-φύλλα ελιάς συχνά επιπλέουν σκόρπια, σε ένα διάφανο ζωγραφικό νερό. Ειδικά στις μεγάλες συνθέσεις τους, τα φύλλα είναι ταυτόχρονα ο άμεσος πρόγονος των υγρών λωρίδων στο παρόν σύνολο: οι αυλακιές του ζωγραφισμένου νερού παράγονται στα υδάτινα τωρινά έργα κυρίως από τα σημεία που η μία πινελιά συναντάει την άλλη και αφήνεται να ενωθεί μαζί της, όπως με τον ίδιο τρόπο σχηματίζονται οι καταιγισμοί των φυλλωμάτων στους θεσσαλικούς πίνακες και όπως το νερό έχει αφήσει τα ίχνη του στους χαρακωμένους βράχους των φωτογραφιών του.

»Αν μέχρι τώρα η ζωγραφική του Μιχαηλίδη ερωτοτροπούσε με την αφαίρεση, εδώ της παραδίνεται ολοκληρωτικά• με τα πιο απλά υλικά, χωρίς την παλαιότερη επεξεργασία και την προσθετική διαδικασία που εφάρμοζε. Εδώ, το χαρτί επικολλάται όπως πάντα σε πανί, αλλά προετοιμάζεται με βερνίκι και ζωγραφίζεται με ακρυλικό αραιωμένο και δουλεμένο σαν ακουαρέλα, ώστε να κρατά έτσι τη διαφάνεια της νερομπογιάς αλλά και τη σάρκα του λαδιού. Ο Μιχαηλίδης γνωρίζει καλά πως εδώ τα χρειάζεται και τα δύο.

»Στα έργα της περιόδου 2005-7, τα μεγαλύτερα σε μέγεθος που έχει δημιουργήσει ποτέ, δεν υπάρχει πια η ανάγκη για σύνθετες ζωγραφικές διαδικασίες. Εδώ ο Μιχαηλίδης βρίσκεται σε έναν άμεσο διάλογο με τη ζωγραφική του επιφάνεια και δεν ξεχνά πως το νερό για να υπάρξει στα μάτια μας χρειάζεται έναν πυθμένα και το χρώμα ένα υπόβαθρο. Αφήνει τα περίπλοκα παιχνίδια της ύλης και πηγαίνει απευθείας στην αίσθηση του νερού και του φωτός για να δημιουργήσει την εικόνα που θέλει».

Ο Γιάννης Μιχαηλίδης γεννήθηκε στη Σκιάθο το 1940. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στο Πήλιο. Έχει ασχοληθεί με τις γραφικές τέχνες (επιμέλεια εντύπου).

Από το 1961 μέχρι σήμερα έχουν οργανωθεί 35 ατομικές εκθέσεις των έργων του στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο, τη Λάρισα, το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο και τη Μυτιλήνη. Έχει πάρει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις που έγιναν στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και σε 6 Πανελλήνιες εκθέσεις (Ζάππειο Μέγαρο), με πρώτη συμμετοχή το 1963. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα σε εκθέσεις του εξωτερικού (Σόφια, Βουκουρέστι, Πολωνία, Ντάλας, Ν. Υόρκη).

Το 1970 στην έκθεση νέων καλλιτεχνών του Ε.Ε.T.E. –Στέγη Γραμμάτων– τιμήθηκε με το Α΄ βραβείο ζωγραφικής.
Το 1985, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την Αθήνα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, πήρε μέρος στις εκθέσεις “Μνήμες-Αναπλάσεις-Αναζητήσεις” και “Η Ελλάδα και η θάλασσα”.

Έργα του υπάρχουν στις συλλογές του Υπουργείου Πολιτισμού, της Εθνικής Πινακοθήκης, της Βουλής των Ελλήνων, του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, της Δημοτικής Πινακοθήκης Βόλου, της Δημοτικής Πινακοθήκης Λάρισας, της Δημοτικής Πινακοθήκης Ρόδου, του Τελλόγλειου Ιδρύματος Θεσσαλονίκης, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, της Εθνικής Τράπεζας, του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, της Ιονικής Τράπεζας, της Alpha Bank, του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, της Αγροτικής Τράπεζας, της Γενικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς, του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς, της Πινακοθήκης Πιερίδη, της Πινακοθήκης Εμφιετζόγλου και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές.