Η Φιλαρμονική της Τσεχίας ήταν η ιστορική ορχήστρα που ερμήνευσε σε παγκόσμια πρώτη τη Συμφωνία αρ. 7 του Γκούσταβ Μάλερ, στις 19 Σεπτεμβρίου

1908 στην Πράγα, με μαέστρο τον ίδιο το συνθέτη.

Αυτό ακριβώς το έργο, καθώς και την Πρώτη Συμφωνία, αλλά και δύο συλλογές τραγουδιών του μεγάλου Αυστριακού μουσουργού θα παρουσιάσει το διάσημο ιστορικό σύνολο την Παρασκευή 11 και το Σάββατο 12 Νοεμβρίου (ώρα έναρξης: 20.30) στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης υπό τη διεύθυνση του Ισραηλινού αρχιμουσικού Ελιαχού Ινμπάλ. Σολίστ δύο εξαιρετικοί ερμηνευτές: ο Γερμανός τενόρος Κρίστοφ Πρεγκαρντιέν (11/11) και η –επίσης Γερμανίδα– μεσόφωνος Βάλτραουντ Μάιερ (12/11) που κατέκτησε το κοινό του Μεγάρου στην πρώτη της εμφάνιση στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 2010.

Οι δύο συναυλίες είναι αφιερωμένες στα 100 χρόνια από τον θάνατο του κορυφαίου υστερορομαντικού συνθέτη, μαέστρου και πιανίστα, ο οποίος απεβίωσε στην Βιέννη στις 18 Μαΐου 1911. Οι εμφανίσεις της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Τσεχίας στο Μέγαρο εντάσσονται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Σειράς «Μεγάλες Ορχήστρες-Μεγάλοι Μαέστροι».

H Φιλαρμονική της Τσεχίας μετρά περισσότερα από 100 χρόνια ζωής και θεωρείται μία από τις είκοσι καλύτερες ορχήστρες στον κόσμο(περιοδικό Gramophone, 2008). Η πρώτη της συναυλία πραγματοποιήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1896 με τον Αντονίν Ντβόρζακ στο πόντιουμ. Το όνομά της συνδέθηκε, στη συνέχεια, με τον Γκούσταβ Μάλερ, ο οποίος τη διηύθυνε στην παγκόσμια πρώτη της 7ης Συμφωνίας του. Η Ορχήστρα έγινε ευρύτερα γνωστή  κυρίως χάρη στον διάσημο μαέστρο Βάτσλαβ Τάλιτς και αργότερα χάρη στους Κούμπελικ, Άντσερλ και Νόιμαν.

Την Τσεχική Φιλαρμονική έχουν καθοδηγήσει με την μπαγκέτα τους ως μόνιμοι ή προσκεκλημένοι αρχιμουσικοί εξαίρετοι μαέστροι όπως οι Μπελοχλάβεκ, Άλμπρεχτ, Ασκενάζι, Μακέρρας, Χόνεκ και άλλοι. To φημισμένο ορχηστρικό συγκρότημα έχει πραγματοποιήσει περιοδείες στην Ιαπωνία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Γερμανία και σε άλλες χώρες. Ακόμη, έχει εμφανιστεί σε πολλά διεθνή φεστιβάλ. Αρκετές από τις δισκογραφικές καταθέσεις της ορχήστρας έχουν τιμηθεί με σημαντικά βραβεία. Αξίζει να αναφέρει κανείς ότι η Φιλαρμονική της Τσεχίας έκανε την πρώτη της ηχογράφηση σε φωνόγραφο το 1929 υπό τον Τάλιτς («Η πατρίδα μου», Σμέτανα) για λογαριασμό της εταιρείας His Master’s Voice.

Επικεφαλής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Τσεχίας είναι ο Ισραηλινός αρχιμουσικός Ελιαχού Ινμπάλ (έως τον Αύγουστο του 2012), ο οποίος θα τη διευθύνει στις εμφανίσεις της στο Μέγαρο. Ο Ινμπάλ σπούδασε στη Μουσική Ακαδημία της Ιερουσαλήμ και στο Ανώτερο Εθνικό Ωδείο των Παρισίων, κατόπιν προτροπής του Λίοναρντ Μπερνστάιν, με δασκάλους τους Φουρεστιέ (διεύθυνση ορχήστρας), Μεσσιάν και Μπουλανζέ. Θήτευσε επίσης δίπλα στους Φερράρα και Τσελιμπαντάκε. Η καριέρα του απογειώθηκε όταν νίκησε στα 26 του χρόνια στον Διαγωνισμό Διεύθυνσης Ορχήστρας Καντέλλι, γεγονός που τον οδήγησε στο πόντιουμ σπουδαίων μουσικών συνόλων της Ευρώπης, των Ην. Πολιτειών και της Ιαπωνίας. Διετέλεσε επί 16 συναπτά έτη διευθυντής της Συμφωνικής της Ραδιοφωνίας της Φρανκφούρτης.

Στη συνέχεια διορίστηκε επίτιμος διευθυντής ορχήστρας της Εθνικής Ορχήστρας της RAI. Έχει συνεργαστεί, μεταξύ άλλων, με τη Συμφωνική του Βερολίνου, τη Μητροπολιτική Συμφωνική του Τόκυο, την Κοντσέρτχεμπαου, την Γκεβάντχαους, τη Συμφωνική της Κολωνίας, κ.ά. Έχει δώσει πολλά κοντσέρτα και έχει συμμετάσχει σε διεθνείς περιοδείες με διάφορα μουσικά σύνολα. Ο Ελιαχού Ινμπάλ έχει εντρυφήσει επίσης στο οπερατικό ρεπερτόριο. Υπήρξε βασικός αρχιμουσικός του Θεάτρου Φενίτσε της Βενετίας, ενώ μετακαλείται συχνά να διευθύνει λυρικά έργα στο Παρίσι, το Μόναχο, το Αμβούργο, την Ζυρίχη και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Για το έργο του έχει παρασημοφορηθεί από τη γαλλική κυβέρνηση. Επιπλέον, του έχουν απονεμηθεί αξιόλογες διακρίσεις και βραβεία από την πόλη της Βιέννης και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Αρκετές ηχογραφήσεις του έχουν βραβευθεί από έγκριτα μουσικά έντυπα.

Την Παρασκευή 11 Νοεμβρίου το αφιέρωμα στον Γκούσταβ Μάλερ θα αρχίσει με τα «Τραγούδια ενός περιπλανώμενου συντρόφου» (Lieder eines fahrenden Gesellen, 1884-5) σε στίχους του ίδιου του συνθέτη. Τα τραγούδια θα αποδώσει ο Γερμανός Κρίστοφ Πρεγκαρντιέν, ο οποίος είναι ένας από τους πλέον διακεκριμένους λυρικούς τενόρους της εποχής μας.

Ο Πρεγκαρντιέν φημίζεται για τις ευφυείς και αισθαντικές ερμηνείες του στην εκκλησιαστική μουσική και στη φωνητική μουσική δωματίου, που έχουν καταγραφεί και σε δίσκο και έχουν κερδίσει διεθνή βραβεία. Μάλιστα, η ηχογράφηση της «Ωραίας μυλωνούς» από τον Πρεγκαρντιέν το 2009 τιμήθηκε από την MIDEM με το βραβείο του «Δίσκου της Χρονιάς». Η δισκογραφία του καταμετρά περισσότερες από 130 παραγωγές. Το ρεπερτόριό του περιλαμβάνει πλήθος θρησκευτικών έργων της μπαρόκ, κλασικής και ρομαντικής περιόδου, καθώς και έργα του 17ου και 20ού αιώνα. Έχει συμπράξει με μεγάλους μαέστρους και ορχήστρες. Στη μουσική δωματίου, μόνιμοι συνεργάτες του είναι οι πιανίστες Μίχαελ Γκέες και Αντρέας Στάιερ.

Τα «Τραγούδια ενός περιπλανώμενου συντρόφου» (Lieder eines fahrenden Gesellen) είναι ο πρώτος συγκροτημένος κύκλος τραγουδιών που έγραψε ο Μάλερ, αν και είχαν προηγηθεί αρκετές μεμονωμένες φωνητικές δημιουργίες, οι οποίες όμως δεν συνιστούν συλλογές τραγουδιών. Λέγεται ότι ο Μάλερ συνέθεσε αυτά τα Λήντερ μετά το άδοξο τέλος της ερωτικής του σχέσης με τη σοπράνο Γιοχάννα Ρίχτερ την οποία είχε γνωρίσει στο Κάσσελ όταν ήταν διευθυντής του λυρικού θεάτρου της γερμανικής πόλης.

Ο κύκλος απαρτίζεται από τέσσερα μέρη: Wenn mein Schatz Hochzeit macht (Σαν παντρευτεί ο αγαπημένος μου), Ging heut Morgen übers Feld (Σήμερα το πρωί πήγα στον αγρό), Ich hab’ein glühend Messer (Έχω ένα αστραφτερό μαχαίρι), Die zwei blauen Augen von meinem Schatz (Τα δυο γαλανά μάτια του αγαπημένου μου). Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι παρατηρούνται ισχυροί δεσμοί μεταξύ αυτών των Λήντερ και της 1ης Συμφωνίας του Μάλερ. Συγκεκριμένα, το βασικό μουσικό θέμα του δεύτερου τραγουδιού αποτελεί και βασικό θέμα του α΄ μέρους της 1ης, ενώ στο γ΄ μέρος της ίδιας συμφωνίας ανιχνεύει κανείς ηχητικά ψήγματα του τέταρτου τραγουδιού.

Το κοινό, άλλωστε, θα έχει την ευκαιρία να διαπιστώσει αυτές τις μουσικές συνάφειες, αφού η Φιλαρμονική της Τσεχίας θα παίξει, στο δεύτερο μέρος της συναυλίας, την Συμφωνία αρ. 1 σε ρε μείζονα (1888-1896), που είναι γνωστή και ως «Τιτάν». Αρχικώς ο Μάλερ την αντιμετώπισε ως συμφωνικό ποίημα αλλά εν τέλει, κατόπιν αρκετών αναθεωρήσεων της πρωτόλειας παρτιτούρας του, κατέληξε σε μία τετραμερή συμφωνική εκδοχή. Το έργο γνώρισε μια αρκετά πρόωρη και μάλλον αποτυχημένη πρώτη εκτέλεση στην Ουγγαρία (1889) και μια νέα εκτέλεση στην Γερμανία (Αμβούργο, 1893) ώσπου να παρουσιαστεί ολοκληρωμένο μορφολογικά το 1896 με την πλουσιότατη ενορχήστρωσή του η οποία απαιτεί περί τους 100 μουσικούς!

Το πρόγραμμα της συναυλίας του Σαββάτου (12/11) θα ανοίξει με τη φημισμένη Γερμανίδα μεσόφωνο Βάλτραουντ Μάιερ, η οποία θα ερμηνεύσει τα Rückert Lieder (1901-2). Βασίζονται σε στίχους του Γερμανού ποιητή και μεταφραστή Φρήντριχ Ρύκερτ (1788-1866), στίχοι του οποίου έχουν μελοποιηθεί, μεταξύ άλλων, από τους Σούμαν και Σούμπερτ. Στον Ρύκερτ οφείλονται άλλωστε και οι στίχοι των περίφημων «Τραγουδιών των νεκρών παιδιών» του Μάλερ.

Τα Rückert Lieder είναι πέντε τραγούδια για φωνή και πιάνο ή ορχήστρα (Blicke mir nicht in die Lieder-Μην κοιτάζεις τα τραγούδια μου, Ich atmet’ einen linden Duft-Ανάσανα μιαν απαλή ευωδιά, Ich bin der Welt abhanden gekommen-Αποσύρθηκα από τον κόσμο, Um Mitternacht-Τα μεσάνυχτα,  Liebst du um Schönheit-Αν αγαπάς για την ομορφιά). Ωστόσο, τα συγκεκριμένα Λήντερ δεν συνιστούν κύκλο τραγουδιών με τη στενή έννοια του όρου, αφού τα ποιήματα είναι ανεξάρτητα και συνδέονται μεταξύ τους χαλαρά μόνο μέσω κάποιων κοινών νοηματικών θεμάτων.

Η Βάλτραουντ Μάιερ, που θα βάλει τη δική της σφραγίδα ως μετζοσοπράνο στα Rückert Lieder, βρίσκεται στο οπερατικό προσκήνιο εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες. Κατά τη διάρκεια της μακράς σταδιοδρομίας της, έχει διακριθεί για τις έξοχες ερμηνείες της στο βαγκνερικό ρεπερτόριο για μεσόφωνο και δραματική σοπράνο (Κούντρι, Αφροδίτη, Ζιγκελίντε, Ιζόλδη, Όρτρουντ, κ.ά.) και δικαίως έχει αναδειχθεί σε μια από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές παρουσίες του Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ.

Έχει τραγουδήσει επίσης πρωταγωνιστικούς ρόλους της γαλλικής και ιταλικής λυρικής εργογραφίας στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου υπό την καθοδήγηση καταξιωμένων μαέστρων (Μάαζελ, Λιβάιν, Σινόπολι, Μούτι, Αμπάντο, Μπάρενμποϊμ κ.ά.) και διακεκριμένων σκηνοθετών (Πονέλ, Μποντί, Κούπφερ, Γκρύμπερ, Σερώ, κ.ά.). Τα τελευταία χρόνια, έχει δώσει πολλά ρεσιτάλ και κοντσέρτα στην Ευρώπη, την Αμερική και την Ασία και έχει πραγματοποιήσει  περιοδείες με την ορχήστρα West-Eastern Divan. Η δισκογραφία και η βιντεογραφία της είναι εκτενέστατες και αναδεικνύουν τη μουσικότητά της αλλά και την ισχυρή της ερμηνευτική προσωπικότητα. Η Βάλτραουντ Μάιερ έχει τιμηθεί για την καλλιτεχνική προσφορά της με υψηλότατες διακρίσεις από την Κρατική Όπερα της Βαυαρίας, την Κρατική Όπερα της Βιέννης και τη γαλλική κυβέρνηση.

Η Συμφωνία αρ. 7 σε σι ελάσσονα, που θα ακουστεί στο δεύτερο μέρος της συναυλίας της Τσεχικής Φιλαρμονικής το Σάββατο 12 Νοεμβρίου, επονομάζεται «Νυχτερινό τραγούδι», μολονότι ο ίδιος ο Μάλερ είχε αποκηρύξει αυτό τον συμπληρωματικό τίτλο. Ο Μάλερ επεξεργαζόταν την 7η επί δύο χρόνια (1904-1905).

Η συμφωνία έχει διάρκεια 70 λεπτά περίπου και είναι πενταμερής, αλλά τα δύο νυχτερινά της (μέρη 2 και 4) είναι προγενέστερα των υπολοίπων. Η συμφωνία συνιστά ίσως το πλέον προηγμένο δείγμα μοντερνισμού στο σύνολο του έργου του Μάλερ. Η τονική δομή της είναι περίπλοκη. Οι μελετητές και αναλυτές της μουσικής του Μάλερ υποστηρίζουν ότι, με την Έβδομη Συμφωνία, ο συνθέτης επιστρέφει «στο ιδανικό της προοδευτικής τονικότητας, το οποίο είχε εγκαταλείψει στην Έκτη».