Το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε ένα αφιέρωμα στην σκηνοθέτιδα Κυριακή Μάλαμα, παρουσιάζοντας τους πιο σημαντικούς – μέχρι σήμερα – σταθμούς στο έργο της. Με αφορμή το αφιέρωμα μας μιλάει για την πορεία της στο χώρο του ντοκιμαντέρ και τους σημαντικούς αυτούς σταθμούς.

Συνέντευξη στην Μαρία Κωφίδου

Μαρία Κωφίδου: Πως ξεκίνησε η ενασχόληση με το ντοκιμαντέρ;

Κυριακή Μάλαμα: Πιστεύω πως όλα ξεκίνησαν από την ανάγκη μου να καταγράψω τις βιωματικές αλήθειες των ανθρώπων και για αυτό οι ταινίες μου έχουν ανθρωποκεντρικό άξονα. Συν το γεγονός ότι κυρίως η ιδιωτική τηλεόραση επιμένει να προβάλλει τα ευκολοχώνευτα θεάματα και να αποφεύγει  δουλειές – όπως είναι το ντοκιμαντέρ- που προβληματίζουν, καυτηριάζουν, σχολιάζουν, ασκούν κριτική και καταδεικνύουν προβλήματα. Στην περίπτωση μου βρήκα πρόσφορο έδαφος στην ΕΡΤ3, ευτυχώς.

Μ. Κ.: Πιστεύετε ότι η κρατική τηλεόραση παρέχει την αναγκαία υποστήριξη στο ντοκιμαντέρ;

Κ. Μ.: Ουσιαστικά η ΕΡΤ3 και η κρατική τηλεόραση στηρίζει το ελληνικό ντοκιμαντέρ. Θα έπρεπε σε μεγαλύτερο βαθμό, αλλά ό,τι και να πούμε, όσες διαφωνίες και να έχουμε ουσιαστικά το ελληνικό ντοκιμαντέρ στηρίζεται από τη κρατική τηλεόραση. Έχουμε και ευχάριστες πινελιές στην ιδιωτική τηλεόραση με αξιόλογες παραγωγές αλλά λίγες αναλογικά με την πληθώρα της αγοράς του ντοκιμαντέρ, διότι έχουμε πολλούς Έλληνες δημιουργούς, αξιόλογους, πολύ καλές ταινίες που δυστυχώς αν εξαιρέσεις το Φεστιβάλ, δε βρίσκουν αίθουσες να προβληθούν, γεγονός που το θεωρώ απαράδεκτο. Το ντοκιμαντέρ θα πρέπει να κυκλοφορεί παντού, να παίζεται στα Πανεπιστήμια, στα σχολεία, σε πολιτιστικούς συλλόγους, σε μουσεία.

Μ. Κ.: Είναι εκπαιδευμένο το κοινό σε αυτό το είδος κινηματογράφου;

Κ. Μ.: Πιστεύω πως ναι. Έχω παρακολουθήσει τα ποσοστά τηλεθέασης στις ζώνες που προβάλλονται ντοκιμαντέρ και παρατήρησα ότι είναι ιδιαίτερα υψηλά. Και αυτό είναι  πολύ ευνοϊκό. Σαφώς δεν ήταν έτσι παλιότερα.

Μ. Κ.: Έχει σημειώσει εξέλιξη στο πέρασμα των χρόνων;

Κ. Μ.: Το ντοκιμαντέρ σαν κινηματογραφικό είδος την τελευταία δεκαετία άρχισε να κερδίζει έδαφος και να γνωρίζει άνθηση. Παλιότερα ήταν λιγότερη η παραγωγή και άγνωστο το είδος. Το ντοκιμαντέρ ήτανε στο περιθώριο της κινηματογραφικής γραφής και άρχισε σιγά σιγά να γίνεται πρωταγωνιστής.  Εδώ πάνω θα πρέπει να σκύψει και το κράτος, γιατί ακόμη και εκεί έχουμε προβλήματα, δηλ. τα χρήματα που δίνονται γενικώς για τα ντοκιμαντέρ είναι ισχνά και ενίοτε επιλεκτικά. Στη φετινή διοργάνωση είστε μεταξύ των τριών δημιουργών στους οποίους αποτείνεται φόρος τιμής με αφιέρωμα στο έργο τους.
Ήταν ευχάριστη έκπληξη και μεγάλη τιμή η απόφαση του κ. Εϊπίδη να με τιμήσει και φυσικά και το αφιέρωμα στο έργο μου. Σε αυτό το σημείο θέλω να σημειώσω τη σημαντικότητα του ρόλου της συνεργάτιδος μου και  συνοδοιπόρου σε όλη αυτή τη πορεία της Φανής Τουπαλγίκη. Σχετικά με  το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης  αποτέλεσε βήμα έκφρασης, ήδη από το ξεκίνημά του, το 1999 και ε ίναι ένας κορυφαίος πολιτιστικός θεσμός όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη αλλά και για την επικράτεια. Είναι πολύ σημαντικό ότι σε αυτά τα 13 χρόνια είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε ταινίες ξένων και ελλήνων δημιουργών, ταινίες εξαιρετικές σε θεματολογία και εξαιρετικές από καλλιτεχνική άποψη. Είμαστε πραγματικά τυχεροί και ελπίζω να συνεχιστεί.

Μ. Κ.: Πως κρίνετε την ανταπόκριση του κοινού;

Κ. Μ.: Αυτό που παρατηρώ και είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι ότι χρόνο με το χρόνο πληθαίνει ο αριθμός των επισκεπτών, υπάρχει πολύς κόσμος και νέος αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας που το παρακολουθούν και δείχνουν και μια συνέπεια, γεγονός που είναι ελπιδοφόρο και ενθαρρυντικό.

Μ. Κ.: Από τη μέχρι τώρα πορεία σας είστε σε θέση να ξεχωρίσετε μία ιστορία, ένα έργο σας  που σας συγκλόνισε περισσότερο;

Κ. Μ.: Κάθε ιστορία είναι διαφορετική  και κάθε φορά που γυρίζεις μια ταινία επειδή δίνεσαι σε αυτή κάθε φορά πιστεύεις ότι είναι η μοναδική, η πρώτη και η τελευταία και ότι δε θα κάνεις κάτι καλύτερο. Το καθένα από αυτά είναι το διαμαντάκι μου, είναι το σπίτι μου, εκεί κατοικούν τα όνειρα μου. Σίγουρα κάποια με συγκλόνισαν περισσότερο και κάποια λιγότερο αλλά αυτό το βλέπεις μετά. Δε μπορείς τη στιγμή που ασχολείσαι με την ταινία να αποστασιοποιηθείς από αυτό. Οι στιγμές που καταγράφεις γίνονται σκέψη και η σκέψη είναι το μέλλον.

Μ. Κ.: Τι είναι το ντοκιμαντέρ για εσάς;

Κ. Μ.: Σαν δημιουργός καταγράφεις μια πραγματικότητα δημιουργικά. Και είναι αυτό που καταδεικνύει τα πράγματα και προβληματίζει. Είναι μια δημιουργική επεξεργασία και καταγραφή της πραγματικότητας.

Μ. Κ.: Υπήρξε κάποιο θέμα που θεωρήσατε ότι θα είναι «δύσκολο» για το κοινό;

Κ. Μ.: Συνήθως δύσκολα θέματα είναι τα αιρετικά. Για παράδειγμα η ταινία «Η άλλη πλευρά» (2004), που παρουσιάζει όσα βίωσαν οι Τουρκοκύπριοι κατά τη διάρκεια των τραγικών γεγονότων του 1974, μέσα από την αφήγηση της Τουρκοκύπριας ποιήτριας – ακαδημαϊκού Νεσσέ Γιασίν, εκεί συναντήσαμε κάποιες δυσκολίες στην προβολή της ταινίας τόσο τότε όσο και σήμερα. Είδα αρκετούς δυσαρεστημένους στο κοινό οι οποίοι έφυγαν στη μέση της ταινίας χωρίς να δουν το τέλος, το οποίο είναι ανατρεπτικό.  Πολύ ενδιαφέρουσα ταινία επίσης ήταν και η «Μαύρη Σημαία» για εμένα γιατί  καταγράψαμε τη θέση του θύτη και όχι του θύματος.

Μ. Κ.: Πως επιλέγετε ένα θέμα για να δημιουργήσετε μία ταινία; Τι προκαλεί την έμπνευση;

Κ. Μ.: Εξαρτάται κάθε φορά. Μπορεί να διαβάσω ένα βιβλίο και μια φράση του να με προκαλέσει ,  η ιστορία ενός απλού ανθρώπου- καταγίνομαι πάντα με καθημερινούς ανθρώπους – να με συγκλονίσει. Άλλωστε η ζωή η ίδια είναι γεμάτη προκλήσεις. Μέσα στην καθημερινότητα μας υπάρχουν χιλιάδες θέματα γύρω μας. Αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο και με  κεντρίζει  προσωπικά είναι το περιθώριο.

Μ. Κ.: Ποια είναι η ευχή σας για το μέλλον του ντοκιμαντέρ;

Κ. Μ.: Να συνεχίσει την ανοδική πορεία που σημειώνει όλα αυτά τα χρόνια. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι είναι πολύ σημαντικό το ντοκιμαντέρ στη ζωή μας ειδικά στην  εποχή μας που οι περισσότεροι  κλείνουν τα μάτια  και σε αυτό βοηθάει και η προπαγάνδα του ελεύθερου θεάματος  που δεν αφήνει περιθώρια για σκέψη. Κάτι που κάνει το νροκιμαντέρ. Και χρειαζόμαστε τις αλήθειες μας, είναι απαραίτητες.

Info: Η Κυριακή Μάλαμα γεννήθηκε στη Συκιά Χαλκιδικής το 1961. Σπούδασε Θεάτρο (Σχολή Λαϊκού Πειραματικού Θεάτρου – Σχολή Βεάκη – Πτυχίο της Επιτροπής Τεχνών Paritatische Prufungs – Kommision fur Kunst στη Βιέννη της Αυστρίας). Παιδί μεταναστών, δούλεψε αρχικά στη Δυτική Γερμανία και κατόπιν στην Ελλάδα ως ξενοδοχοϋπάλληλος. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της, εργάστηκε στη συνέχεια ως σκηνοθέτης. Από το 1995 εργάζεται ως σκηνοθέτης στην ΕΡΤ3, σε εκπομπές καθημερινής κοινωνικής θεματολογίας όπως την «Κυριακή στο χωριό», «Αληθινά Σενάρια» κ.α. Ταυτόχρονα υπηρέτησε με επιτυχία το πολιτικό – Κοινωνικό ντοκιμαντέρ με παραγωγές σε Σεράγεβο, Παλαιστίνη, Ισραήλ, Αλβανία, Κύπρο, Τουρκία, Μ. Ασία, Πόντο. Τιμήθηκε με εύφημο μνεία στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Συνεργάστηκε με το Κρατικό Θέατρο της Κύπρου και το Θεατρικό Εργαστήρι Πολυγύρου. Υπήρξε μέλος της ΚΝΕ στην οργάνωση της Δυτικής Γερμανίας. Ενεργό συνδικαλιστικό στέλεχος των Ξενοδοχοϋπαλλήλων «Πόρτο Καρράς, Παλλήνη».  Πρόεδρος του Σωματείου Συμβασιούχων της ΕΡΤ3 και Αντιπρόεδρος του Σωματείου Συμβασιούχων της ΕΡΤ-Α.Ε μέχρι την μονιμοποίησή τους. Μέλος  ΔΣ του πανελλαδικού σωματείου Σκηνοθετών Παραγωγών ΕΡΤ Α.Ε. Ιδρυτικό μέλος της Διαδημοτικής Κίνησης Πολιτών «ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ Σ.Ο.Σ.» που δραστηριοποιείται στα οικολογικά και κοινωνικά ζητήματα του νομού μας,  πρωτοστατώντας στις δυναμικές κινητοποιήσεις το 2008 -2009 κατά των μοναστηριακών καταπατήσεων και του σκανδάλου του Βατοπεδίου.