Το \”Ημερολόγιο της Rutka\”, η συγκλονιστική μαρτυρία της «Πολωνέζας Άννας Φρανκ» κυκλοφορεί από τίς εκδόσεις Πατάκη

Το Ημερολόγιο της Rutka είναι η συγκινητική μαρτυρία μιας δεκατετράχρονης εβραιοπούλας από το Będzin, καθώς στις σελίδες του καταγράφει τους τελευταίους μήνες της ζωής της στο γκέτο. Με τον ναζιστικό κλοιό να σφίγγει διαρκώς γύρω της, οι περίπου εξήντα χειρόγραφες σελίδες του ημερολογίου αντανακλούν ολόκληρο το σύμπαν ενός κοριτσιού που ζει στη σκιά  του θανάτου.

Η αφύπνιση της γυναικείας φύσης, οι πρώτοι έρωτες, οι πλάνες, οι φιλίες, οι ζήλιες και οι καβγάδες καταγράφονται με κάθε λεπτομέρεια εν τω μέσω εκτοπισμών και υπό το κράτος του φόβου, του τρόμου και του θανάτου.  Όλα αυτά δεν αποτελούν μόνο μια συγκινητική, ανθρώπινη και ιστορική μαρτυρία της ζωής και του θανάτου της αλλά και δεκάδων χιλιάδων εφήβων, αγοριών και κοριτσιών, που υπήρξαν θύματα του Ολοκαυτώματος.

Λίγες μέρες πριν εκτοπιστεί, η Rutka έκρυψε το ημερολόγιό της στο σπίτι όπου ζούσε και ενημέρωσε σχετικά την Πολωνέζα φίλη της Stanisława Sapińska, που ήταν λίγο μεγαλύτερη από αυτήν σε ηλικία. Και η Sapińska φύλαξε τη μαρτυρία αυτή επί 60 χρόνια, για να τη μοιραστεί σήμερα πλέον με όλο τον κόσμο. Το βιβλίο αποτελεί πιστό αντίγραφο του ημερολογίου και διανθίζεται με φωτογραφίες της οικογένειας Laskier.

«Έχω την αίσθηση ότι γράφω για τελευταία φορά. Γίνεται Aktion στην πόλη. Δεν επιτρέπεται να βγω και αρχίζει να μου στρίβει, φυλακισμένη καθώς είμαι μέσα στο ίδιο μου το σπίτι. […] Εδώ και κάμποσες μέρες, κάτι απειλητικό υπάρχει στον αέρα. […] Η πόλη περιμένει με κομμένη την ανάσα, κι η αναμονή αυτή είναι το χειρότερο απ’ όλα. Μακάρι να τέλειωνε επιτέλους! Είναι σκέτο μαρτύριο, κόλαση. Προσπαθώ να ξεφύγω απ’ αυτές τις σκέψεις, να μη σκέφτομαι το αύριο, αλλά με κυνηγούν διαρκώς σαν ενοχλητικές μύγες. Μακάρι να μπορούσα να πω πως όλα τέλειωσαν, πως πεθαίνει κανείς μόνο μια φορά… Όμως δεν μπορώ, γιατί παρ’ όλες τις θηριωδίες, θέλω να ζήσω περιμένοντας το αύριο. Δηλαδή, περιμένοντας το Άουσβιτς ή τα στρατόπεδα εργασίας. Δεν πρέπει να τα σκέφτομαι αυτά τώρα, γι’ αυτό ας περάσω σε προσωπικά ζητήματα».

(20 Φεβρουαρίου 1943)